Για τα άτομα με προϋπάρχουσα καρδιακή νόσο, όμως, μια νέα έρευνα δείχνει, ότι οι συνέπειες για την υγεία από την κατ’ επανάληψη, σύντομη και ακραία δίαιτα για την γρήγορη απώλεια κιλών μπορεί να είναι ακόμη πιο καταστροφική.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα άτομα με στεφανιαία νόσο, οι οποίοι είχαν υποστεί μεγάλες αυξομειώσεις στο βάρος τους κατά τη διάρκεια 4,7 χρόνων (κατά μέσο όρο) ήταν σε πολύ υψηλότερο κίνδυνο καρδιακής προσβολής,εγκεφαλικού επεισοδίου και θανάτου από τους ανθρώπους που μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα είχαν μόνο μικρές αυξομειώσεις στο σωματικό τους βάρος.
Ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, δρ Sripal Bangalore, του Ερευνητικού Κέντρου Καρδιαγγειακής Υγείας στο NYU Langone Medical Center στη Νέα Υόρκη, και οι συνεργάτες του δημοσίευσαν τα ευρήματά τους στο επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine.
Η απότομη δίαιτα (γιο-γιο) ορίζεται ως επαναλαμβανόμενοι κύκλοι απώλειας και αύξησης του σωματικού βάρους.
Μια σειρά από μελέτες έχουν τεκμηριώσει τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία από την δίαιτα γιο-γιο. Μια από αυτές αποκάλυψε σύνδεση μεταξύ της επαναλαμβανόμενης απότομης δίαιτας και της αύξησης του κινδύνου θανάτου από καρδιακή νόσο.
Η νέα έρευνα από τον δρ Bangalore και τους συνεργάτες του βασίστηκε σε αυτά τα ευρήματα, που αποκαλύπτουν το πώς η δίαιτα γιο-γιο μπορεί να επηρεάσει την υγεία των ατόμων που έχουν προ-υπάρχουσα στεφανιαία νόσο.
Η στεφανιαία νόσος είναι η πιο κοινή μορφή καρδιακής νόσου στις ΗΠΑ και όχι μόνο. Κάθε χρόνο στις ΗΠΑ περισσότεροι από 370.000 άνθρωποι πεθαίνουν από αυτή την καρδιακή πάθηση.
Η στεφανιαία νόσος χαρακτηρίζεται από αθηροσκλήρωση (συσσώρευση πλάκας στις στεφανιαίες αρτηρίες, οι οποίες είναι εκείνες που τροφοδοτούν την καρδιά με πλούσιο σε οξυγόνο αίμα). Αυτή η συσσώρευση πλάκας μπορεί να μπλοκάρει την παροχή αίματος προς την καρδιά, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε στηθάγχη(έντονος πόνος στο στήθος) και καρδιακή προσβολή.
Η δίαιτα γιο-γιο συνδέεται με αύξηση της τάξης του 124% στην πιθανότητα θανάτου από καρδιά
Για τις ανάγκες της έρευνας, ο δρ Bangalore και οι συνεργάτες του ανέλυσαν τα δεδομένα από 9.509 άνδρες και γυναίκες με στεφανιαία νόσο ηλικίας μεταξύ 35 και 75 ετών.
Εκτός από τη στεφανιαία νόσο, όλοι οι συμμετέχοντες είχαν υψηλά επίπεδα χοληστερόλης και ιστορικό με άλλα καρδιακά προβλήματα. Περίπου οι μισοί από τους συμμετέχοντες υποβάλλονταν σε εντατική θεραπεία μείωσης της χοληστερόλης.
Μέσα σε ένα μέσο χρονικό διάστημα παρακολούθησης διάρκειας 4,7 χρόνων, οι ερευνητές κατέγραφαν τις αλλαγές στο σωματικό βάρος των συμμετεχόντων και εξέταζαν κατά πόσον οι αλλαγές αυτές συνδέονται με χειρότερη πρόγνωση για την καρδιακή τους υγεία.
Τα άτομα με τις μεγαλύτερες αλλαγές στο σωματικό βάρος παρουσίασαν διακυμάνσεις βάρους έως και 3,9 κιλά κατά τη διάρκεια των 4,7 χρόνων παρακολούθησης, ενώ εκείνα με τις μικρότερες αλλαγές στο σωματικό τους βάρος είχαν αυξομειώσεις βάρους μέχρι και 0,9 κιλά.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν, ότι τα άτομα που ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα κατά την έναρξη της μελέτης και εμφάνισαν τις μεγαλύτερες αλλαγές στο σωματικό τους βάρος, είχαν 117% περισσότερες καρδιακές προσβολές, 124% περισσότερους θανάτους και 136% περισσότερα εγκεφαλικά επεισόδια, σε σύγκριση με εκείνους που είχαν τις μικρότερες μεταβολές στο σωματικό τους βάρος.
Επιπλέον, οι ερευνητές βρήκαν μια σύνδεση μεταξύ των αλλαγών στο σωματικό βάρος και της αύξησης στον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη.
Τα ευρήματα αυτά εγείρουν ανησυχίες σχετικά με την συχνή διακύμανση βάρους σε άτομα με στεφανιαία νόσο
Ο Δρ Bangalore και η ομάδα του υποστηρίζουν, ότι η μελέτη τους είναι μόνο παρατηρητική, κάτι που σημαίνει ότι δεν αποδεικνύει άμεση σχέση αιτίας-αποτελέσματος μεταξύ της δίαιτας γιο-γιο και του αυξημένου κινδύνου καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου και θανάτου σε άτομα με στεφανιαία νόσο.
Επιπλέον, οι συγγραφείς επισημαίνουν μια σειρά από περιορισμούς. Για παράδειγμα, δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν ακριβώς το γιατί κάθε φορά οι συμμετέχοντες παρουσίαζαν μεγάλη διακύμανση στο βάρος τους κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης. Ως εκ τούτου, είναι πιθανό ότι τα προϋπάρχοντα προβλήματα στην καρδιά οδηγούσαν σε αυτές τις αλλαγές.
Παρόλα αυτά, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι τα ευρήματά τους απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση.