Οι συνθήκες της ζωής μας έχουν αλλάξει άρδην, από τότε που ενέσκηψε η πανδημία της COVID-19 και στη χώρα μας. Τα μέτρα που έχουν επιβληθεί, όπως ο περιορισμός της μετακίνησης μας, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο και ο εγκλεισμός, όπως και η τήρηση των κοινωνικών αποστάσεων, ναι μεν αποδίδουν όσον αφορά τον πρωταρχικό τους σκοπό, ο οποίος είναι η αποφυγή της περαιτέρω μετάδοσης του ιού, αλλά έχουν και παρενέργειες.
Ενώ έχουμε εστιαστεί στο να κρατούμε τα πρόσωπά μας καλυμμένα, να πλένουμε τα χέρια μας, να απολυμαίνουμε όλες τις επιφάνειες, να τηρούμε απόσταση 1,5 με 2 μέτρα μακριά από όλους, συμπεριλαμβανομένων των αγαπημένων ανθρώπων μας, να μετακινούμαστε με φειδώ – υπό εποπτεία, μπορεί να μην έχουμε συνειδητοποιήσει πώς η πανδημία και η καραντίνα έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη ψυχική μας υγεία.
Σωματική, συναισθηματική και ψυχολογική δυσφορία
Στο πρόσωπο της πανδημίας έχει αναγνωριστεί ένα ψυχοτραυματικό γεγονός σε μεγάλη κλίμακα. Έχει προκαλέσει σωματική, συναισθηματική και ψυχολογική δυσφορία, και όχι μόνο για τους ασθενείς του ιού. Ενώ έχουμε επικεντρωθεί τόσο στις φυσικές επιπτώσεις του COVID-19 και τρόπους για να σταματήσει η εξάπλωσή του, έχουμε αφήσει μια άλλη κατάσταση να εξελίσσεται υποχθονίως και αυτή είναι η κατάθλιψη.
Η σύγχρονη βιβλιογραφία αναδεικνύει ότι τα καταθλιπτικά συμπτώματα παρατηρούνται πλέον, με σχεδόν τριπλάσια επίπτωση, στον πληθυσμό, στις συνθήκες του εγκλεισμού. Μέχρι και πριν τον εγκλεισμό, σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ υπολογιζόταν ότι οι άνθρωποι που έπασχαν από κατάθλιψη ανέρχονταν σε 264 εκατομμύρια. Ας δούμε όμως τα πράγματα πιο αναλυτικά.
Τι είναι η κατάθλιψη;
Η κατάθλιψη με απλά λόγια είναι η απώλεια της χαράς της ζωής. Σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ η κατάθλιψη είναι μία κοινή ψυχική διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από:
- θλίψη
- απώλεια του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης από τη ζωή
- συναισθήματα ενοχής ή χαμηλής αυτοεκτίμησης
- διαταραγμένο ύπνο
- απώλεια της όρεξης για φαγητό
- ευκοπωσία
- κακή συγκέντρωση
Μπορεί να επηρεάσει την λειτουργικότητα του ατόμου στο σχολείο, την εργασία ή την καθημερινή του ζωή. Όταν είναι ήπια μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς φάρμακα, αλλά εάν είναι μέτρια ή βαριά, τότε χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή και Ψυχοθεραπεία. Μπορεί να αρχίζει και σε νεαρή ηλικία, έχει μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες, από ότι στους άνδρες και παρατηρείται συχνά στους ανέργους.
Από που προκύπτει η κατάθλιψη;
Η κατάθλιψη προκύπτει από μια σύνθετη αλληλεπίδραση κοινωνικών, ψυχολογικών και βιολογικών παραγόντων. Οι άνθρωποι που έχουν υποστεί ψυχοπίεση λόγω διαφόρων συνθηκών (ανεργία, πένθος, ψυχολογικό τραύμα, φυσικές καταστροφές, μετανάστευση, η τρέχουσα πανδημία) είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν κατάθλιψη.
Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς λοιπόν για αυτήν;
Υπάρχουν κάποιες στρατηγικές αντιμετώπισης, δηλαδή πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε τον εαυτό μας.
- Είναι πολύ σημαντικό να προσπαθούμε να διατηρούμε την καθημερινότητα μας όσο πιο κοντά, είναι δυνατόν, σε εκείνη την προ του εγκλεισμού, εποχή.
- Να προσέχουμε την δίαιτα μας.
- Να ασκούμαστε τακτικά.
- Να βγαίνουμε από το σπίτι μας καθημερινά προκειμένου να κάνουμε τις δουλειές μας.
- Κατά το δυνατόν, να περνούμε χρόνο στην ύπαιθρο.
- Να γεμίζουμε την ημέρα μας με δραστηριότητες, όπως η εργασία μας και να εξασκούμε τα χόμπι μας, όσο αυτό μας είναι δυνατόν.
- Και να μην ξεχνούμε να περνούμε χρόνο με τον/την σύντροφο μας ή την οικογένεια μας.
Όλα αυτά έχουν προβλεφθεί και επιτρέπονται, μέσα στο χρόνο του εγκλεισμού, υπό όρους. Πρέπει λοιπόν να φροντίζουμε να εξαντλούμε τα όρια του συστήματος, χωρίς να τα υπερβαίνουμε.
Τι να κάνουμε εάν δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση;
Εάν παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση και αισθανόμαστε ότι χάνουμε έδαφος, τότε ο πλέον κατάλληλος σύμμαχος σε αυτήν την μάχη, είναι ο Ψυχίατρος. Εκείνος αρχικά θα ακούσει προσεκτικά, την περιγραφή του προβλήματος, θα αξιολογήσει το είδος του, την βαρύτητα του και το πόσο εμπλέκεται στην καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου. Στη συνέχεια θα προχωρήσει σε λήψη του Ιατρικού και Ψυχιατρικού ιστορικού και στην κλινική εξέταση. Θα ζητήσει παρακλινικές εξετάσεις εάν το θεωρήσει απαραίτητο. Αφού διενεργηθούν τα προαναφερθέντα, θα θέσει την διάγνωση και θα προχωρήσει στην πρόταση μίας θεραπευτικής αντιμετώπισης.
Εδώ είναι σκόπιμο να αναφερθεί ότι, η συνήθης παρανόηση, που αποδίδεται βέβαια σε νοοτροπίες περασμένων εποχών, αυτής του συνδυασμού της ιδιότητας του Ψυχιάτρου και της παραπομπής σε αυτόν «για βαριά μόνο περιστατικά» ή «για να λάβει κάποιος οπωσδήποτε φάρμακα» πρέπει να εκλείπει. Ο Ψυχίατρος θα προτείνει λύσεις, προσαρμοσμένες στις ανάγκες του ατόμου που θα ζητήσει τη βοήθειά του, πάντα με ενσυναίσθηση και σεβασμό στην προσωπικότητα του. Λύσεις, όπως τις προαναφερόμενες μεθόδους διαχείρισης των συμπτωμάτων και τις στρατηγικές αντιμετώπισης των προβλημάτων που έχουν προαναφερθεί, ή Ψυχοθεραπεία εάν το κρίνει σκόπιμο για το συμφέρον της υγεία του ατόμου. Εάν, πάλι, κρίνει ότι είναι απαραίτητο, μπορεί να προτείνει και φαρμακευτική αγωγή, παράλληλα ή ξεχωριστά με όλα τα προγραφέντα. Έτσι λοιπόν διαφαίνεται η μη αμφιμονοσήμαντη σχέση του Ψυχιάτρου με τα φάρμακα.
Ας προχωρήσουμε λοιπόν, με συμμάχους πρώτα τον εαυτό μας, τους οικείους και τους φίλους μας και – εάν παραστεί ανάγκη – τους Ψυχιάτρους, βαδίζοντας στον δρόμο έξω από αυτήν την πανδημία που μας ταλανίζει εδώ και ένα περίπου έτος, προς μία πιο υγιή ζωή και καθημερινότητα.
ygeiamou.gr – Ανδρέας Ζαχαριάδης είναι Ψυχίατρος, Επιστημονικός Συνεργάτης ΥΓΕΙΑ