Ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν έχει καταρτίσει κανέναν σχεδιασμό για τη φιλοξενία συνόδου κορυφής της Ομάδας των Επτά (G7) πιο ανεπτυγμένων οικονομιών, μετά την ακύρωση εκείνης που προγραμματιζόταν να διεξαχθεί τον Ιούνιο εξαιτίας της πανδημίας του νέου κορονοϊού, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.
Ο Ρεπουμπλικάνος Ντόναλντ Τραμπ, που αρνείται να αποδεχθεί τη νίκη του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, δεν έχει λάβει οριστική απόφαση, ενώ ο χρόνος εξαντλείται για την οργάνωση συνόδου προτού παραδώσει τα κλειδιά του Λευκού Οίκου την 20ή Ιανουαρίου.
Η αμερικανική κυβέρνηση, σύμφωνα με τις διπλωματικές πηγές, δεν έχει έρθει σε επαφή με εκείνες των υπολοίπων έξι χωρών της G7 για να εξεταστούν πιθανές ημερομηνίες, ή η ατζέντα της συνόδου. Αν και το ενδεχόμενο η σύνοδος να γίνει ψηφιακά δεν αποκλείεται, δεν έχει υπάρξει προπαρασκευαστική δουλειά για το περιεχόμενο της κοινής ανακοίνωσης, διαδικασία που συνήθως διαρκεί μήνες, τόνισε η μία από τις πηγές στο Reuters.
Ο Λευκός Οίκος απέφυγε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο για το ζήτημα.
Η κυβέρνηση της Βρετανίας, της χώρας η οποία διαδέχεται τις ΗΠΑ στην εναλλασσόμενη προεδρία της G7 τον Ιανουάριο, την περασμένη εβδομάδα συνεχάρη τον Μπάιντεν για τη νίκη του και τον προσκάλεσε στη σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή που θα διεξαχθεί στη Σκοτία την επόμενη χρονιά, όπως και μια σύνοδος κορυφής της G7.
Ο Τραμπ ακύρωσε τον Μάρτιο το σχέδιο η σύνοδος να γίνει διά ζώσης τον Ιούνιο, εξαιτίας της πανδημίας. Αργότερα, προσπάθησε να το επαναφέρει στη ζωή, προτού τελικά εγκαταλείψει την προσπάθεια τον Μάιο, αφού η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ ξεκαθάρισε πως δεν επρόκειτο να ταξιδέψει στις ΗΠΑ και άλλοι ηγέτες εξέφρασαν έντονες επιφυλάξεις.
Τον Αύγουστο, δήλωνε πως έκλινε στο να φιλοξενήσει τη σύνοδο σε «πιο ήρεμη ατμόσφαιρα», μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ, όμως έκτοτε δεν υπήρξε καμιά ενέργεια, σύμφωνα με μία από τις πηγές.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επίσης δηλώσει πως θα ήθελε να επεκτείνει τον κατάλογο των ηγετών που θα προσκαλέσει, να συμπεριληφθούν στις εργασίες η Αυστραλία, η Ρωσία, η Νότια Κορέα και η Ινδία, χαρακτηρίζοντας τη σύνθεση της G7 «πολύ παρωχημένη».
Η προσπάθειά του να συμπεριλάβει τη Ρωσία έτυχε παγερής υποδοχής στη Γερμανία και σε άλλες χώρες-συμμάχους της Ουάσινγκτον.
Η Ρωσία αποβλήθηκε από την μέχρι τότε G8 το 2014, όταν στην εξουσία βρισκόταν ο προκάτοχος του Τραμπ, ο Δημοκρατικός Μπαράκ Ομπάμα, εξαιτίας της προσάρτησης της χερσονήσου της Κριμαίας από την Ουκρανία. Η Μόσχα κρατά ακόμη τη χερσόνησο και αρκετές κυβερνήσεις χωρών της G7 απορρίπτουν την πρόταση του Τραμπ να επανενταχθεί στους κόλπους της.
Την G7 συγκροτούν οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία, η Ιαπωνία, η Γερμανία, η Ιταλία και ο Καναδάς, ενώ στις εργασίες της συμμετέχει και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Άρχισε να συναντάται συστηματικά το 1975, αρχικά χωρίς τον Καναδά.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ