ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΥΓΕΙΑΣ: ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΗΓΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ
Ισχύει ; Αδιαμφισβήτητα ναι ! Τουλάχιστον για δύο λόγους .
Πρώτον , γιατί η Πρωτοβάθμια Υγεία είναι ο βασικός πυλώνας της Υγείας σε κάθε χώρα , άρα και στην Ελλάδα , ελλείψει της οποίας είναι αδύνατο να επιτύχεις ένα βιώσιμο και λειτουργικό σύστημα Υγείας για τους ασφαλισμένους .
Δεύτερον , εξαιτίας της μη ύπαρξης ενός οργανωμένου συστήματος Πρωτοβάθμιας Υγείας στην χώρα μας μέχρι στιγμής, που να καλύπτει με επάρκεια και αξιοπρέπεια τις ανάγκες των πολιτών , οι οποίοι καλούνται συχνά να χρηματοδοτήσουν οι ίδιοι την υγεία τους , αν και ασφαλισμένοι .Δυστυχώς οι μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες της απελθούσας κυβέρνησης δεν είχαν την προαναγγελθείσα επιτυχία και το κενό στην Πρωτοβάθμια Υγεία παρέμεινε ως είχε .
Άρα απαιτείται εκ νέου σχεδιασμός στρατηγικού χαρακτήρα στον τομέα της Πρωτοβάθμιας και αποφασιστικά βήματα από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου υγείας προς την υλοποίηση ενός σύγχρονου συστήματος .Απαιτείται επίσης συνεργασία και συμπόρευση με το σύνολο της υγειονομικής κοινότητας , στο χώρο της οποίας το υπουργείο θα πρέπει να αναζητήσει συμμάχους και συνοδοιπόρους .
Άμεσα το υπουργείο θα πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει με τις δημόσιες δομές που παρέχουν υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας , (ΤΟΜΥ και ΚΥ) , οι οποίες υπολειτουργούν όντας υποστελεχωμένες διοικητικά και επιστημονικά . Ενδεικτικά αναφέρουμε πως από τις 239 μονάδες ΤΟΜΥ που αρχικά σχεδιάζαμε λειτουργούν μόνο 127, ενώ από τους 1195 ιατρούς που έπρεπε να τις στελεχώσουν προσελήφθησαν και υπηρετούν περί τους 550. Ας μην αναφερθούμε στο διοικητικό και νοσηλευτικό προσωπικό . Αν πρόκειται αυτές οι δύο δομές να συνενωθούν σε μία νέα , σκέψη πιθανότατα όχι λανθασμένη , αυτό θα πρέπει να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται, η αξιοποίηση του συνόλου του επιστημονικού δυναμικού που υπηρετεί σε αυτές , ( την εποχή του brain drain δεν περισσεύει κανείς ), η περεταίρω στελέχωσή τους , και η επαρκής – σταθερή χρηματοδότησή τους .
Θα πρέπει επίσης η πολιτική ηγεσία του υπουργείου υγείας να αποφασίσει τι θα κάνει με τον θεσμό του οικογενειακού ιατρού , που αν και θα έπρεπε να αποτελεί δικαίωμα και κατάκτηση κάθε ασφαλισμένου, κατέληξε να λειτουργεί σαν εμπόδιο στην ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών στον ιατρό της επιλογής τους ,όπου λειτούργησε . Οι 3800 ιατροί που απαιτούνταν για την εύρυθμη και επιτυχημένη εφαρμογή του νέου μέτρου δεν βρέθηκαν ποτέ. Προφανώς είναι απαραίτητο, αν θέλουμε να έχουμε οικογενειακούς ιατρούς , να συζητήσουμε από μηδενική βάση , ιατρική κοινότητα και πολιτεία, ( υποχρεώσεις , σχέση εργασίας , μισθολογικό καθεστώς , αριθμό ασθενών ανά οικογενειακό ιατρό), προκειμένου να εξασφαλίσουμε αξιοπρεπείς όρους συνεργασίας και κατά συνέπεια επαρκή αριθμό επιστημόνων υγείας ενταγμένους στο σύστημα της οικογενειακής ιατρικής .
Ακόμη όμως πιο επιτακτική είναι η ανάγκη να έχουμε άμεσα νέες συμβάσεις ιατρών ειδικοτήτων με τον ΕΟΠΥΥ. Τις συμβάσεις αυτές αναμένουμε στωικά από τον 7ο /2018 όπου το υπουργείο υγείας διέκοψε 2500 συμβάσεις που υπήρχαν από το 2012 και κάλυπταν μεγάλο όγκο αναγκών ασθενών στην πρωτοβάθμια υγεία . Οι 800 πρώτες συμβάσεις που αναγγέλθηκαν από τον υπουργό υγείας είναι μία ανακούφιση για τους ασφαλισμένους . Πρέπει να υπάρξει και συνέχεια , ώστε να αξιοποιηθεί όσο το δυνατό μεγαλύτερο ποσοστό από το υπάρχον επιστημονικό δυναμικό .Η ελεύθερη επιλογή ιατρού από τον πολίτη και η δυνατότητα συνεργασίας ( με αξιοπρεπείς συμβάσεις ) του ΕΟΠΥΥ με όλους τους ιδιώτες συναδέλφους που το επιθυμούν με αμοιβές αναλόγως του προσφερομένου έργου , αποτελούν πάγιες θέσεις του ιατρικού κόσμου και σίγουρα μία ασφαλή βάση για διάλογο με την ηγεσία του υπουργείου .
Τέλος , άμεση θα πρέπει να είναι η ανάληψη πρωτοβουλιών και η εξεύρεση λύσεων από πλευράς υπουργείου, για την σταδιακή μείωση και την οριστική κατάργηση του άδικου και καταδικαστικού για τους εργαστηριακούς ιατρούς, μέτρου του clawback , εντός του 2019. Θυμίζουμε πως το συγκεκριμένο μέτρο εφαρμόστηκε αρχικά προσωρινά το 2012 , παρά τις αντιρρήσεις των δανειστών μας , προκειμένου να ελαφρύνει δημοσιονομικά τη χώρα μειώνοντας τις δαπάνες στην υγεία . Έκτοτε όχι μόνο έχει παγιωθεί , αλλά ενισχύθηκε επιπλέον οδηγώντας στην απόγνωση πολλά διαγνωστικά εργαστήρια . Στις πρόσφατες απεργιακές κινητοποιήσεις τον 5ο / 2019 η μαζική συμμετοχή έθεσε επιτακτικά το θέμα στο τραπέζι του διαλόγου και αυτό ήταν μία νίκη για την ιατρική κοινότητα . Πετύχαμε όμως Καδμεία νίκη , με σοβαρές συνέπειες και σωρεία προβλημάτων να δημιουργούνται τόσο στα εργαστήρια όσο κυρίως στους ασφαλισμένους . Το υπουργείο δεν πρέπει να αφήσει να ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο . Η αύξηση των κονδυλίων στον κλειστό προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ στο ύψος των πραγματικών αναγκών ,οι στοχευμένοι έλεγχοι , η αυστηρή εφαρμογή σύγχρονων διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων στη συνταγογράφηση , καθώς και η δημιουργία ηλεκτρονικής κάρτας υγείας ασφαλισμένου , θα συμβάλουν στην επίλυσ
η του προβλήματος και είναι προτάσεις που έχουμε καταθέσει επίσημα στην πολιτεία .
Αν και το θέμα της παρέμβασης του Ιατρικού Συλλόγου Φθιώτιδας είναι η ΠΦΥ και τα μέτρα που πρέπει να παρθούν άμεσα από το υπουργείο υγείας , ας μας επιτραπεί μία αναφορά και στη Δευτεροβάθμια Υγεία και κυρίως στο Εθνικό Σύστημα Υγείας .
Τα νοσοκομεία μας σύντομα θα αντιμετωπίσουν τρία σημαντικά προβλήματα . Την υποστελέχωση σε ιατρικό δυναμικό , λόγω των αναμενόμενων αποχωρήσεων – συνταξιοδοτήσεων , την αδυναμία διοικητικής υποστήριξης , ειδικά αν εφαρμοστούν νέες τεχνολογίες , και την εξάντληση –φθορά των υλικοτεχνικών τους υποδομών . Θυμίζουμε ότι έως τα τέλη του 2019 λήγουν 1100 συμβάσεις επικουρικών ιατρών που καλύπτουν βασικές ανάγκες και στελεχώνουν νευραλγικά τμήματα και μονάδες του ΕΣΥ. Προφανώς θα πρέπει να ξεκινήσει σήμερα και όχι αύριο, ένας ακριβής υπολογισμός αυτών των αναγκών και να προχωρήσουν το συντομότερο οι προκηρύξεις για ιατρό-νοσηλευτικό προσωπικό , καθώς και οι διαδικασίες αντικατάστασης του υλικό-τεχνολογικού εξοπλισμού των νοσηλευτικών ιδρυμάτων .
Είναι ξεκάθαρο πως όλα τα παραπάνω προβλήματα , τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια υγεία , έχουν μία κοινή αφετηρία στην πορεία επίλυσής τους .Την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων στην υγεία . Πικρή αλήθεια , γνωστή ωστόσο από την εποχή του Δημοσθένη , ο οποίος εκφωνώντας τον Α΄ Ολυνθιακό του λόγο διετύπωσε το αυτονόητο : δει δη χρημάτων , ω Άνδρες Αθηναίοι , και άνευ τούτων ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων ! Τι πιο επίκαιρο από αυτό . Δεδομένης όμως της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας , θα πρέπει, τους όποιους πόρους έχουμε να τους διαχειριστούμε λελογισμένα και αποτελεσματικά . Η συνεργασία και ο διάλογος με την επιστημονική κοινότητα , η σωστή αξιολόγηση των αναγκών , ο έγκαιρος προγραμματισμός και η αναγνώριση προτεραιοτήτων θα βοηθήσουν σε αυτό.
Δύσκολο το έργο των Υπουργών Υγείας και δυστυχώς δεν υπάρχει περίοδος χάριτος . Οι ιατρικοί σύλλογοι θα είναι αρωγοί στο έργο τους ως οφείλουν θεσμικά , καταθέτοντας προτάσεις τεκμηριωμένες και κοστολογημένες . Θα ασκούν όμως και κριτική όταν θα είναι απαραίτητο. Τους ευχόμαστε καλή επιτυχία στα νέα τους καθήκοντα και αναμένουμε σύντομα θετικές εξελίξεις στην Υγεία .
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ – ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΝΤΟΥΖΓΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ