Δύο οικογένειες, δύο διαφορετικές επιχειρηματικές διαδρομές που έπειτα από δεκαετίες συναντιώνται. Η συμφωνία διάσωσης της Μαρινόπουλος περνά πλέον από τον όμιλο Σκαβενίτης, με την τελευταία να έχει ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία του οικονομικού, φορολογικού και νομικού ελέγχου (due diligence), ως πρώτο βήμα – αλλά και προϋπόθεση – για την έναρξη των συζητήσεων μεταξύ των δύο πλευρών.
Ο χρόνος λειτουργεί πιεστικά, όχι μόνον για τη Μαρινόπουλος, προκειμένου να αποφευχθεί ένα “συστημικό σοκ” στην οικονομία από το ενδεχόμενο κατάρρευσής της, αλλά και για την ίδια την οικογένεια Σκλαβενίτης. Οι επικεφλής της φερώνυμης αλυσίδας θα πρέπει να αποφασίσουν, το πιθανότερο χωρίς άνεση χρόνου, κατά πόσον υπάρχει αξία στην απόκτηση μέρους ή του συνόλου, και εάν ναι, υπό ποίους όρους, του άλλοτε ισχυρότερου δικτύου καταστημάτων σουπερμάρκετ.
Μια τέτοια κίνηση, που σαφέστατα ενέχει επιχειρηματικό ρίσκο, θα οδηγούσε σε διαφορετικό επίπεδο τη Σκλαβενίτης, ενός ισχυρού σήμερα παίκτη, ο οποίος έφθασε εδώ που βρίσκεται εξαιτίας ενός καταστροφικού γεγονότος.
Η δύσκολη αρχή
Ήταν 1936 στη Λευκάδα, όταν ο Γεράσιμος Σκλαβενίτης (φωτογραφία), πατέρας της Θεοδώρας, του Γιάννη, του Σπύρου και του Νάσου, διατηρούσε μία επιτυχημένη εταιρεία εισαγωγών ξυλείας και εξαγωγών κρασιών. Τη χρονιά εκείνη, η επιχείρησή του καταστράφηκε οικονομικά, έπειτα από την απώλεια μιας μεγάλης παρτίδας εμπορευμάτων που αποστέλλονταν στο εξωτερικό.
Μαζί με την οικογένειά του βρέθηκαν στην Αθήνα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Δυστυχώς όμως εκείνος και η σύζυγός του θα χάσουν τη ζωή τους, καταβεβλημένοι από τις κακουχίες της Κατοχής. Οι δύο μεγάλοι γιοι του, ο Γιάννης και ο Σπύρος, θα συνεχίσουν τη δραστηριότητά του στο εμπόριο και στα τέλη της δεκαετίας του ’40 ξεκίνησαν να διαθέτουν κεχρί, κανναβούρι, καθώς και είδη πρώτης ανάγκης στην Κεντρική Αγορά. Ο τρίτος γιος του, ο Νάσος, ακολούθησε καριέρα στρατιωτικού και προσχώρησε στην επιχείρηση αρκετά χρόνια αργότερα.
Τα δύο αδέλφια Σκλαβενίτη στρέφονται στο εμπόριο ειδών μπακαλικής και μπαχαρικών, ενώ το 1950 γνωρίζονται με τον μικρασιατικής καταγωγής Μιλτιάδη Παπαδόπουλο. Το 1954 οι Σπύρος και Γιάννης Σκλαβενίτης μαζί με το Μιλτιάδη Παπαδόπουλο δημιουργούν την εταιρεία «Σ. Σκλαβενίτης και Σία Ο.Ε.», που δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της συσκευασίας μπαχαρικών σε καρτέλες και στη χονδρική πώληση τροφίμων σε παντοπωλεία. Ακολούθησε τον Ιούνιο του 1967 η «ΤΗΛΕΞΥΠ», μια εταιρεία που δεχόταν τηλεφωνικές παραγγελίες και παρέδιδε τρόφιμα κατ’ οίκον σε τιμές χονδρικής.
Έπειτα από 11 χρόνια αφού είδαν τις δουλειές τους να μεγαλώνουν, αποφάσισαν να προχωρήσουν στην αγορά οικοπέδου στον Κηφισό για να στεγάσουν τα γραφεία της επιχείρησης και να δημιουργήσουν αποθήκη έκτασης 500 τ.μ. για την κάλυψη των αυξανόμενων αναγκών τους.
Στη λεωφόρο Κηφισού
Η σημερινή αλυσίδα έκανε τα πρώτα της βήματα σε αυτό το χώρο, στις αρχές του 1969. Στο ισόγειο του κτιρίου επί της λεωφόρου Κηφισού στον αριθμό 80, όπου δημιουργήθηκε το πρώτο σούπερ μάρκετ τη γνωστής αλυσίδας. Σε ένα μικρό γραφειάκι στον ίδιο χώρο, βρισκόταν το.. στρατηγείο της εταιρείας, όπου οι τρεις μέτοχοι λάμβαναν καθημερινά τις αποφάσεις τους και έκαναν σχέδια για το μέλλον της εταιρείας.
Δύο χρόνια αργότερα ιδρύεται νέο κατάστημα στο Περιστέρι στην περιοχή της Κολοκυνθούς. Την ίδια χρονιά οι δύο εταιρείες συγχωνεύονται και έτσι δημιουργείται η «Ι. & Σ. Σκλαβενίτης Α.Ε.». Το 1975 η επωνυμία αποφασίζει να επεκταθεί σε νέες περιοχές εντός της Αθήνας,
Όμως αυτό απαιτούσε κεφάλαια που δεν διέθετε η εταιρεία. Αποφασίζεται να δημιουργηθεί μια νέα εταιρεία, η «Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτης Α.Ε.Ε.», στην οποία ποσοστό 49% αποκτά ο γνωστός εφοπλιστής της εποχής, Ανδρέας Ποταμιάνος, ιδιοκτήτης της “Ηπειρωτική”. Έκτοτε και μέχρι το 1993 ιδρύονται 23 καταστήματα, όλα στην περιοχή της Αττικής.
Από το 1993 ήταν μια δύσκολη χρονιά για την αλυσίδα. Τον Αύγουστο φεύγει από τη ζωή ο Γιάννης Σκλαβενίτης και ένα μήνα μετά καταστρέφονται ολοσχερώς από πυρκαγιά οι κεντρικές αποθήκες στο Ρέντη. Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα, το 1994 γίνεται η εξαγορά του εργοστασίου «Βόμβυξ», που βρίσκεται στη λεωφόρο Κηφισού 136, στο οποίο στεγάζονται αποθήκες και μονάδες παραγωγής της εταιρείας. Τέσσερα χρόνια αργότερα εγκαινιάζεται στη Ν. Χαλκηδόνα το πρώτο hyper market της εταιρείας το οποίο διαθέτει εκθεσιακούς χώρους 12.000 τ.μ., αποθήκη 9.600 τ.μ. και θέσεις στάθμευσης 1.500 περίπου οχημάτων. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 η εταιρεία δέχεται συχνά προτάσεις για εξαγορά από πολυεθνικούς ομίλους αλλά ο Σπύρος Σκλαβενίτης αρνείται να πωλήσει την επιχείρηση. Το 1999 είχε φύγει από τη ζωή και ο δεύτερος εκ των ιδρυτών της εταιρείας, Μιλτιάδης Παπαδόπουλος.
Το “όχι” στις προτάσεις
Η αλυσίδα μεγαλώνει διαρκώς και σταθερά δέχεται κρούσεις εξαγοράς. Μια από αυτές, σύμφωνα με τις πληροφορίες της εποχής, ήθελε το 2005, το τίμημα για την πώληση της εταιρείας να ανεβαίνει στα 400 εκατ.ευρώ.
Όμως, το Μάρτιο του 2006 φεύγει από τη ζωή ο Σπύρος Σκλαβενίτης και λίγους μήνες αργότερα τα ηνία της εταιρείας αναλαμβάνουν ο Γεράσιμος, η Μαρία, ο Στέλιος και η Βίκυ Σκλαβενίτη, απορρίπτοντας συγχρόνως την πρόταση που είχε γίνει από τον πολυεθνικό όμιλο. Αποκτούν τον έλεγχο της αλυσίδας και εξαγοράζουν το σύνολο των μετοχών των οικογενειών του Γιάννη και του Νάσου Σκλαβενίτη, καθώς και τις μετοχές της οικογένειας του Μιλτιάδη Παπαδόπουλου, βάζοντας στο μετοχικό κεφάλαιο νέους επενδυτές. Τα ρεπορτάζ της εποχής αναφέρουν πως στο μετοχικό κεφάλαιο η οικογένεια Σκλαβενίτη ελέγχει το 80%, ο Νίκος Μαμιδάκης της Jetoil το 14% και ο Ανδρέας Ποταμιάνος το 6%.
Νέα καταστήματα ανοίγουν, το 2007 εξαγοράζεται η αλυσίδα “Παπαγεωργίου”, ενώ αποκτώνται καταστήματα αλυσίδων που έκλεισαν, όπως της Ατλάντικ. Αν και η Σκλαβενίτης πέρυσι το καλοκαίρι βρέθηκε κοντά στην απόκτηση της Βερόπουλος, τελικώς η συμφωνία δεν προχώρησε, αντίθετα απέκτησε τη Makro Cash & Carry και τη Χαλκιαδάκης. Σήμερα η αλυσίδα διαθέτει περισσότερα από 100 καταστήματα (από 36 το 2006) στην Αττική και απασχολεί πάνω από 8.000 εργαζομένους.