Πώς από τον θάνατο του Βασιλείου Β’ Βουλγαροκτόνου(1025) φτάσαμε στο Μαντζικέρτ(1071); – Ήταν όντως η αρχή του τέλους για το Βυζάντιο η ήττα του Ρωμανού Δ’ Διογένη; – Ποιες ήταν οι συνέπειες για τη Βυζαντινή αυτοκρατορία;
Μία από τις πλέον πολυσυζητημένες στιγμές της χιλιόχρονης και πλέον ιστορίας του Βυζαντίου, είναι αναμφίβολα η μάχη του Μαντζικέρτ, που έγινε τον Αύγουστο του 1071 μεταξύ των Βυζαντινών υπό τον Ρωμανό Δ’ Διογένη και των Σελτζούκων Τούρκων με επικεφαλής τον Αλπ-Αρσλάν. Στα γεγονότα της μάχης του Μαντζικέρτ έχουμε αναφερθεί εκτενώς σε άρθρο μας 19/2/2017, στο οποίο μπορείτε να ανατρέξετε για λεπτομέρειες της μάχης. Σήμερα θα ασχοληθούμε κυρίως με το πώς η πανίσχυρη Βυζαντινή αυτοκρατορία των αρχών του 11ου αιώνα έφτασε 46 χρόνια μετά τον θάνατο του Βασιλείου Β’ Βουλγαροκτόνου(1025) να ηττηθεί από τους Σελτζούκους και αν πραγματικά η ήττα του Ρωμανού Δ’ Διογένη ήταν τόσο καθοριστική ώστε να σηματοδοτείται με αυτή, ουσιαστικά η αρχή του τέλους για το Βυζάντιο.
Τα γεγονότα από το 1025 ως το 1071
Όταν το 1025 πέθανε ο Βασίλειος Β’ Βουλγαροκτόνος, η Βυζαντινή αυτοκρατορία βρισκόταν στη μεγαλύτερη ακμή της μετά την εποχή του Ιουστινιανού (527-565). Παράλληλα η ορθολογική διαχείριση των οικονομικών από τον Βασίλειο Β’ είχε σαν αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν στα ταμεία της αυτοκρατορίας 200.000 τάλαντα χρυσού, που αντιστοιχούν περίπου σε 128 δισεκατομμύρια δολάρια!
Παράλληλα ο Βασίλειος είχε θεμελιώσει ένα αυστηρά συγκεντρωτικό καθεστώς που αποθάρρυνε της διασπαστικές επιδιώξεις των ισχυρών αριστοκρατικών οικογενειών. Άλλωστε, όπως είχαμε αναφέρει στο άρθρο μας για τον Βασίλειο Β’, συγκρούστηκε στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του (976-989) με τους εκπροσώπους της μικρασιατικής αριστοκρατίας Βάρδα Σκληρό και Βάρδα Φωκά, οι οποίοι λίγο έλειψαν να του στερήσουν την εξουσία. Καθώς όμως οι συγκρούσεις του Βασιλείου στα Βαλκάνια με τους Βούλγαρους ήταν μακροχρόνιες(976-1018), υποβαθμίστηκε η αριθμητική σύνθεση και η μαχητικότητα τον μικρασιατικών στρατευμάτων. Οι αυτοκράτορες που διαδέχτηκαν τον Βουλγαροκτόνο ήταν ανεπαρκείς. Ασχολήθηκαν κυρίως με δολοπλοκίες για την άνοδό τους στον θρόνο ή την παραμονή τους σε αυτόν. Αναπόφευκτη συνέπεια αυτών ήταν η κατασπατάληση των χρημάτων των δημόσιων ταμείων και η περαιτέρω εξασθένηση της μαχητικής ικανότητας των στρατευμάτων. Τα εκφυλιστικά φαινόμενα στο Βυζάντιο μεταξύ 1025 και 1081, οπότε ανέβηκε στο θρόνο ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός, ήταν ολέθρια για την αυτοκρατορία. Πρωταγωνιστής σε πολλά από αυτά ήταν ο διαπρεπής βυζαντινός λόγιος, ο «ύπατος των φιλοσόφων» Μιχαήλ Ψελλός, με τις ραδιουργίες του, οι οποίες απέβλεπαν στην επιβολή του ίδιου ως παράγοντα εξουσίας σε βάρος όμως της αυτοκρατορίας.
Μια μικρή αναλαμπή κατά τον 11ο αιώνα υπήρξε κατά τα χρόνια του Ισαάκιου Β’ Κομνηνού (1057-1059), η πολιτική του οποίου κινούνταν προς τη σωστή κατεύθυνση. Τον Νοέμβριο του 1059 όμως αρρώστησε βαριά και παραιτήθηκε μετά από επιτήδεια παρέμβαση του Μιχαήλ Ψελλού υπέρ του συμπολεμιστή του Κωσταντίνου Δούκα. Ο Δούκας περιέκοψε τις στρατιωτικές δαπάνες με αποτέλεσμα την αποχώρηση των καλύτερα αμειβόμενων αξιωματικών και την καταρράκωση του ηθικού των υπόλοιπων, καθώς περικόπηκαν οι μισθοί και ο εξοπλισμός τους. Όταν πέθανε ο Δούκας υπήρξε πρόβλημα με τη διαδοχή του. Ο γιος του Μιχαήλ ήταν ανήλικος και την εξουσία ασκούσαν η σύζυγός του Ευδοκία και ο αδελφός του, Καίσαρας, Ιωάννης Δούκας.
Οι Σελτζούκοι Τούρκοι
Το Βυζάντιο ωστόσο δεν είχε την πολυτέλεια να μείνει ακυβέρνητο, καθώς στα ανατολικά του σύνορα εμφανίστηκε ένας νέος εχθρός, οι Σελτζούκοι Τούρκοι. Το όνομά τους οφείλεται στον γενάρχη τους Σελτζούκ, η δράση του οποίου καλύπτεται από την αχλή του θρύλου. Ως τις αρχές του 11ου αιώνα οι Σελτζούκοι κατοικούσαν στην κεντρική Ασία,στις στέπες ανατολικά της λίμνης Αράλης. Η Αράλη, μια εσωτερική θάλασσα ουσιαστικά, ως τις αρχές της δεκαετίας του 1960 είχε έκταση 68.000 τ. χλμ.(περίπου τη μισή έκταση της Ελλάδας). Ωστόσο η τότε ΕΣΣΔ προχώρησε στην εκτροπή των δύο βασικών ποταμών που την τροφοδοτούν προς την έρημο για να τροφοδοτήσουν έργα άρδευσης.Σήμερα, αφού πρώτα διασπάστηκε σε μικρότερες λίμνες έχει έκταση μόλις 17.000 τ. χλμ. και μοιράζεται μεταξύ Καζακστάν και Ουζμπεκιστάν. Από εκεί λοιπόν ξεκίνησαν οι Σελτζούκοι που όντας νομάδες βρέθηκαν το 1040 στα βόρεια σύνορα του μουσουλμανικού κόσμου. Τη χρονιά αυτή νίκησαν τους Γαζνεβίδες ηγεμόνες του Ιράν και υπό την ηγεσία του Τογρούλ μπέη, εγγονού του Σελτζούκ, ολοκλήρωσαν τα επόμενα 15 χρόνια την κατάκτηση της χώρας αυτής και της Μεσοποταμίας. Το 1055 δέχτηκαν την πρόσκληση του Αββασίδη χαλίφη της Βαγδάτης Αλ Καΐμνα να τον βοηθήσουν εναντίον των σιιτών Μπουιδών και των Φατιμιδών της Αιγύπτου, που έδειχναν επεκτατικές διαθέσεις. Οι Σελτζούκοι, που είχαν ασπαστεί το σουνιτικό Ισλάμ, δέχθηκαν πρόθυμα. Ο Αλ Καΐμ ως ανταπόδοση των υπηρεσιών των Σελτζούκων έχρισε τον Τογρούλ σουλτάνο και του έδωσε το χέρι της κόρης του. Έτσι η πολιτική εξουσία των Αράβων χαλιφών περιήλθε στην ηγεμονική δυναστεία των Σελτζούκων, ενώ οι χαλίφηδες διατήρησαν μόνο τη θρησκευτική ηγεσία του μουσουλμανικού κόσμου. Έτσι οι Σελτζούκοι βρέθηκαν στη βυζαντινή μεθόριο. Υπήρχε όμως και ένα άλλο πρόβλημα. Οι μονοφυσίτες Αρμένιοι βρίσκονταν σε κόντρα με τους ορθόδοξους Βυζαντινούς. Ωστόσο η θέση της ήταν κομβική ανάμεσα στο Βυζάντιο και τους Πέρσες αρχικά και στη συνέχεια τους Άραβες. Οι Αρμένιοι πάντως απευθύνονταν πάντα στο Βυζάντιο για συμπαράσταση στους αγώνες τους εναντίον του Ισλάμ. Σταδιακά στο πρώτο μισό του 11ου αιώνα ένα μεγάλο μέρος της Αρμενίας ενσωματώθηκε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Έτσι το Βυζάντιο βρέθηκε εκτεθειμένο σε επιδρομές από την Ανατολή, καθώς το ανάχωμα σ’ αυτές, η Αρμενία, ήταν πλέον τμήμα του. Παράλληλα πολλά μεθοριακά τμήματα είχαν παροπλιστεί, ενώ λόγω οικονομικών προβλημάτων ο θεσμός των ακριτών είχε ατονήσει. Ο Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος μείωσε τη στρατολογία στη Μικρά Ασία αντικαθιστώντας την με υποχρεωτική φορολογία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την έμμεση εξαγορά της στρατιωτικής θητείας μέσω της καταβολής των σχετικών δαπανών ως φόρων. Την ίδια χρονική περίοδο η πολιτική ειρήνευσης των ιρανικών περιοχών της επικράτειας του Τογρούλ έστρεψε πολλά άτακτα τουρκικά φύλα στις δυτικές περιοχές του Βυζαντίου, δηλαδή στην Αρμενία.
Οι πρώτες συγκρούσεις Βυζαντινών – Σελτζούκων
Από το 1045/1046, ξεκίνησαν οι μάχες μεταξύ Βυζαντινών και Σελτζούκων, με την ήττα και την αιχμαλωσία του πατρίκιου Στέφανου Λειχούδη, που ήταν επιφορτισμένος με τη διοίκηση του παραμεθόριου Βασπουρακάν.
Ακολούθησαν η κατάληψη και η λεηλασία του Άρτζε και της Θεοδοσιούπολης και η μάχη του Καπετρόν (1049), στην οποία αναφερθήκαμε εκτενώς σε άρθρο μας στις 20/6/2020.
Το 1054, νέα επιδρομή των Σελτζούκων, είχε σαν αποτέλεσμα την άλωση του Παϊπέρτ (σήμ. Μπαϊμπούρτ) και του Περκί, στη ΒΑ άκρη της λίμνης Βαν, στη λεηλασία του Καρς και στην πολιορκία του Μαντζικέρτ για 30 ημέρες, που έληξε χάρη στην αποτελεσματική άμυνα του πατρίκιου Αποκάπη.
Η βυζαντινή μεθόριος, έδειχνε αξιοσημείωτη αντοχή. Όταν όμως ανέβηκε στον θρόνο ο Ισαάκιος Κομνηνός, μετακίνησε στρατεύματα στην Κωνσταντινούπολη, κατά την εξέγερση του Μιχαήλ Στρατιωτικού (1057), με αποτέλεσμα οι ανατολικές επαρχίες του Βυζαντίου να μείνουν εκτεθειμένες. Οι Σελτζούκοι βρήκαν την ευκαιρία να λεηλατήσουν τη Μελιτηνή (σήμ. Μαλάτεια) (1057) και τη Σεβάστεια (σήμ. Σιβάς) (1059), που ήταν σπουδαίες πόλεις της Μικράς Ασίας.
Οι επιδρομές των Πατσινακών (Πετσεγένων) στον Δούναβη, η ανάληψη της ηγεσίας των Σελτζούκων το 1063 από τον δυναμικό σουλτάνο Αλπ Αρσλάν και η έξυπνη τακτική των Τούρκων, έφεραν σε πολύ δύσκολη θέση τους Βυζαντινούς. Ο Μάικλ Άνγκολντ, γράφει σχετικά:
«Ολόκληρη η βυζαντινή αμυντική στρατηγική ήταν επισφαλής, γιατί ήταν πολύ στατική. Βασιζόταν σε ορισμένες θέσεις – κλειδιά που διατηρούσαν την ισχύ τους χάρη σε επαγγελματίες στρατιώτες. Οι τουρκικές συμμορίες γρήγορα έμαθαν πώς να χρησιμοποιούν την ανώτερη κινητικότητά τους: είχαν τη δυνατότητα να κυκλώνουν αυτά τα εμπόδια και να χτυπούν τους πιο ευπαθείς στόχους πιο βαθιά στο εσωτερικό».
Η αρχαία πρωτεύουσα της Αρμενίας Ανί, περιήλθε σε βυζαντινή κυριαρχία το 1045, όταν ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Μονομάχος έδωσε πλούσια ανταλλάγματα στον Αρμένιο διοικητή της πόλης. Ωστόσο το 1064 η πόλη έπεσε στα χέρια των Σελτζούκων, καθώς ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δούκας αντικατέστησε τον στρατιωτικό διοικητή της με κάποιον ντόπιο που δέχθηκε να κυβερνά χωρίς μισθό. Ο νέος διοικητής, όχι μόνο δεν φρόντισε για την άμυνα της πόλης, αλλά επιτέθηκε χωρίς λόγο σε ένα τουρκικό στρατιωτικό τμήμα που περνούσε από το Ανί. Οι Σελτζούκοι επιτέθηκαν στην πόλη και την κατέλαβαν, αποκομίζοντας πλούσια λάφυρα, ανάμεσα στα οποία και έναν μεγάλο ασημένιο σταυρό του καθεδρικού ναού, τον οποίο ο σουλτάνος τοποθέτησε στο κατώφλι του τεμένους στο Ναχιτσεβάν. Παράλληλα, κύματα Αρμενίων προσφύγων κινήθηκαν προς τις ανατολικές επαρχίες του Βυζαντίου. Την ίδια περίοδο, ο αυτοκράτορας και ο Πατριάρχης, προσπάθησαν να επιβάλουν δια της βίας την ορθοδοξία στους Αρμένιους, οι οποίοι εξοργίστηκαν. Ο παλιότερος ηγεμόνας του Ανί, ο Γκαγίκ Μπαγκρατούνι, διαμαρτυρήθηκε, χωρίς αποτέλεσμα και στη συνέχεια, συνασπίστηκε με τους Σελτζούκους και κατέλαβε την Καισάρεια (1067). Στη συνέχεια, σκότωσε τον ορθόδοξο αρχιεπίσκοπο και παρέδωσε τις γυναίκες των αιχμάλωτων Βυζαντινών αρχόντων στους στρατιώτες του «για να τις γλεντήσουν!», όπως γράφει ο Α.Γ.Κ. Σαββίδης. Οι Βυζαντινοί με δόλο, σκότωσαν τον Γκαγίκ. Όμως οι Αρμένιοι στρατιώτες του έξαλλοι επέδραμαν στη Σεβάστεια, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές.
Προκάλεσαν μάλιστα τόσες καταστροφές, ώστε οι κάτοικοί της είπαν αργότερα στον Ρωμανό Δ’ που πέρασε από εκεί, ότι υπέφεραν λιγότερο απ’ τους Σελτζούκους απ’ ότι από τους Αρμένιους…
Ρωμανός Δ΄Διογένης
Στο άρθρο μας για την μάχη του Μαντζικέρτ, είχαμε αναφερθεί με αρκετές λεπτομέρειες στον Ρωμανό Δ’ Διογένη.
Γεννημένος το 1025 (άλλες πηγές αναφέρουν ότι γεννήθηκε το 1030), από τη Σαρδική (Σόφια), όπου ήταν στρατιωτικός διοικητής, προσπάθησε να οργανώσει, χωρίς επιτυχία, επαναστατικό κίνημα για να καταλάβει την εξουσία. Αρχικά, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο, η ποινή του όμως μετατράπηκε σε εξορία.
Γοητευμένη από τον Ρωμανό, η χήρα του Κωνσταντίνου Δούκα, Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, τον απελευθέρωσε, τον παντρεύτηκε, πατώντας τον όρκο που είχε δώσει στον σύζυγό της, με τις ευλογίες του Πατριάρχη Ιωάννη Ξιφιλίνου και τον έκανε αυτοκράτορα. Η Ευδοκία είχε ήδη τρία ανήλικα παιδιά (Μιχαήλ, Ανδρόνικο και Κωνστάντιο) και απέκτησε άλλα δύο (Νικηφόρο και Λεόντα), με τον Ρωμανό. Έτσι η δυναστεία των Δουκών (Δουκάδων) κινδύνευε. Ο καίσαρας Ιωάννης, αδελφός του Κωνσταντίνου Δούκα, προσπάθησε να αντιδράσει, αλλά έπεσε σε δυσμένεια και εξορίστηκε στη Βιθυνία.
Ο στρατός που παρέλαβε, ο Ρωμανός, ήταν ένα ετερόκλητο, πλήθος από μισθοφόρους (Ρώσους, Σλάβους, Αρμένιους, Φράγκους, Βάραγγους, Ούζους ,Πατσινάκες, Βούλγαρους κλπ.) και η εικόνα του ήταν αποκαρδιωτική. Παραστατική είναι η περιγραφή του Μιχαήλ Ατταλειάτη, που πήρε μέρος ως στρατοδίκης, στις εκστρατείες του Ρωμανού στη Μικρά Ασία: «Τα περίφημα ρωμαϊκά τάγματα απαρτίζονταν πια από ελάχιστους άνδρες, καταπονημένους από τις στερήσεις, χωρίς πανοπλίες και πολεμικά άλογα, αφού χρόνια ήταν παραμελημένοι, μια και για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν είχε εκστρατεύσει βασιλιάς στην Ανατολή. Επίσης δεν τους αποδιδόταν ο συμφωνημένος μισθός και σιγά σιγά οι απροσδόκητες επιθέσεις των εχθρών, που ήσαν πολύ επώδυνες, τους κατέβαλλαν και τους υποχρέωναν να τρέπονται σε φυγή… Οι νέοι επίσης ήταν απειροπόλεμοι, εν αντιθέσει με τους εχθρούς που ήταν συνηθισμένοι στη μάχη και στον κίνδυνο». Οι πιο αξιόμαχοι πολεμιστές του Βυζαντινού στρατού, προέρχονταν από την Καππαδοκία, ενώ από τους μισθοφόρους, ξεχώριζαν οι Φράγκοι. Για τις δύο πρώτες εκστρατείες του Ρωμανού Δ’ στη Μικρά Ασία (1068-1069), η Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, γράφει: «Προσωπικώς γενναίος και με στρατιωτική πείρα ο Ρωμανός δεν είχε την απαραίτητη σχετική πείρα και τις επιτελικές γνώσεις για τη σύλληψη του κατάλληλου σχεδίου και την οργάνωση ευρείας φάσεως επιχειρήσεων σε ποικίλης διαμορφώσεως εδάφη… Τα αποτελέσματα από τις δύο πολεμικές εκστρατείες… ήταν εντελώς πενιχρά… Γιατί η τόση σπουδή του Ρωμανού να εκστρατεύσει όταν οι Τούρκοι περιορίζονταν σε αιφνιδιαστικές επιθέσεις και λεηλασία πλούσιων πόλεων; Νομίζω ότι ο αυτοκράτωρ έδωκε αυτή την προτεραιότητα με την πεποίθηση και ελπίδα ότι στρατιωτική επιτυχία θα είχε ευνοϊκόν αντίκτυπο στην εδραίωση της προσωπικής του αρχής»
Η μάχη του Μαντζικέρτ (26/8/1071)
Το Μαντζικέρτ, που σήμερα λέγεται Malazgirt, είναι πόλη κοντά στη λίμνη Βαν και βρίσκεται στην Ανατολική Τουρκία. Λεπτομέρειες για τη μάχη μεταξύ Βυζαντινών υπό τον Ρωμανό Δ’ Διογένη και των Σελτζούκων, υπό τον Αλπ Αρσλάν, που έγινε εκεί στις 26 Αυγούστου 1071, θα βρείτε στο άρθρο μας της 19/2/2017.
Παρά το ότι ο Ρωμανός πολέμησε με μεγάλη γενναιότητα, αιχμαλωτίστηκε από τον Αλπ Αρσλάν, ο οποίος αρχικά τον έριξε στο έδαφος και τον πάτησε στον σβέρκο, ωστόσο σύντομα μετάνιωσε για την υπεροψία του, τον έβαλε να καθίσει δίπλα του και του φέρθηκε με τις δέουσες τιμές.
Τα αίτια της ήττας στο Μαντζικέρτ
Όποιος διαβάσει προσεκτικά τα γεγονότα της μάχης του Μαντζικέρτ, από διάφορες πηγές, θα διαπιστώσει ότι εκτός από όσα αναφέραμε παραπάνω, για τα λάθη του Ρωμανού και τον ετερόκλητο, μισθοφορικό, βυζαντινό στρατό, υπήρξαν παράγοντες που λειτούργησαν καταλυτικά σε βάρος του αυτοκράτορα.
Οι λανθασμένες πληροφορίες που του έδωσε ο Λέων Διαβατηνός για την πορεία των Σελτζούκων, η φυγή των ευγενών, με τους οποίους ο Ρωμανός είχε κακές σχέσεις από το πεδίο της μάχης, όπως γράφει ο Μιχαήλ ο Σύρος, η λιποταξία του Ούζων μισθοφόρων του Ταμίς στους Τούρκους, η φυγή των Φράγκων και των Ούζων που είχαν σταλεί στο Χλιάτ, η επίθεση των Γερμανών εναντίον των Βυζαντινών στην Κρυαπηγή, οι εχθρικές σχέσεις Βυζαντινών και Αρμενίων και η διάδοση ψευδών ειδήσεων από τον Ανδρόνικο Δούκα, ήταν μερικές από τις αιτίες της ήττας των Βυζαντινών.
Οι συνέπειες της ήττας των Βυζαντινών
Ο Αλπ Αρσλάν, μετά την αρχική άθλια συμπεριφορά του προς τον Ρωμανό, όπως αναφέραμε, συμπεριφέρθηκε στον Βυζαντινό αυτοκράτορα με σεβασμό. Του πρόσφερε μεγαλοπρεπές γεύμα, ιδιαίτερη σκηνή και υπηρέτες για οκτώ ημέρες και τον έκανε ιδιαίτερα ευνοϊκές προτάσεις ειρήνης: Βυζαντινοί και Σελτζούκοι θα υπέγραφαν συνθήκη φιλίας και συμμαχίας, τα σύνορα μεταξύ τους θα παρέμεναν αμετάβλητα, οι Σελτζούκοι θα απείχαν από λεηλασίες της βυζαντινής επικράτειας, θα γινόταν ανταλλαγή αιχμαλώτων ο Ρωμανός θα κατέβαλλε λύτρα για την απελευθέρωσή του και οι δύο ηγεμόνες θα πάντρευαν τα παιδιά τους. Ο Ρωμανός συμφώνησε και αφέθηκε ελεύθερος να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη με συνοδεία Τούρκων Πρέσβεων.
Εκεί όμως, ο καίσαρας Ιωάννης Δούκας, ο γιος του Ανδρόνικος, ο Μιχαήλ Ψελλός και μια ομάδα συγκλητικών, οργάνωσαν πραξικόπημα εναντίον της Ευδοκίας και του πρωτότοκου γιου της Μιχαήλ. Έκλεισαν την αυτοκράτειρα στη μονή Πιπερούδη, στον Βόσπορο και ανέβασαν στον θρόνο τον Μιχαήλ Ζ’ τον «Παραπινάκη», που κατά τον κορυφαίο βυζαντινολόγο Οστρογκόρσκι, ήταν «κακομοίρης μαθητής του Ψελλού, ένας απόκοσμος βιβλιοφάγος, φθαρμένος πρόωρα τόσο σωματικά όσο και διανοητικά». Ο Ρωμανός συγκρούστηκε με τους συνωμότες και τελικά αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει, με τον όρο ότι θα παραιτηθεί από τις αυτοκρατορικές του φιλοδοξίες και θα γίνει μοναχός. Στη διαδρομή για το Κοτυάειο (σήμ. Κιουτάχεια), οι αντίπαλοί του επιχείρησαν, ανεπιτυχώς, να τον δηλητηριάσουν. Τελικά, ο Ιωάννης Δούκας, κατά τον Ι. Ζωναρά, έδωσε εντολή στον ανιψιό του Ανδρόνικο να τον τυφλώσει. Ο Ανδρόνικος δεν πίστευε στ’ αφτιά του και ζήτησε επιβεβαίωση της απάνθρωπης και απαράδεκτης ποινής. Την εκτέλεσή της ανέθεσε σε έναν αδαή Εβραίο, ο οποίος μετά από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες κατάφερε να τυφλώσει τον Ρωμανό. Αιμόφυρτος, με πρησμένο κεφάλι και με τις πληγές ανοιχτές, ο Διογένης μεταφέρθηκε στις 29 Ιουνίου 1072 σ’ ένα κελί στο Κοτυάκειο, στο οποίο και ξεψύχησε στις 4 Αυγούστου 1072. Ο Μιχαήλ Ψελλός έγραψε ότι ο Θεός είχε αποφασίσει να του στερήσει το φως του, γιατί τον είχε κρίνει άξιο για άλλο, υψηλότερο φως!
Οι συνέπειες της ήττας του Μαντζικέρτ
Η Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, γράφει ότι η σύνεση και η μετριοπάθεια του Αλπ Αρσλάν, που έδινε μεγαλύτερο βάρος στην ενοποίηση του μουσουλμανικού κόσμου υπό την ηγεσία του, παρά την κατάληψη βυζαντινών εδαφών και η διάσωση μεγάλου μέρους των βυζαντινών στρατευμάτων, δεν δίνουν στη ήττα στο Μαντζικέρτ τον χαρακτήρα εθνικής καταστροφής. Σημαντικότερα γεγονότα ήταν η αιχμαλωσία του αυτοκράτορα και οι εμφύλιοι πόλεμοι που ακολούθησαν.
Ο Μάικλ Άνγκολντ, γράφει: «Από μόνη της η ήττα αυτή δεν εξηγεί ικανοποιητικά την πτώση ολόκληρης της Μικράς Ασίας. Ίσως ο καλύτερος τρόπος να το θέσουμε, είναι αυτός: με τη νίκη τους στο Μαντζικέρτ, οι Τούρκοι είχαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τις πολιτικές αδυναμίες της βυζαντινής αυτοκρατορίας». Ο Αλέξιος Γ.Κ. Σαββίδης, αναφέρει ότι ο Αλπ Αρσλάν, σκόπευε να στραφεί προς τις κοιλάδες του Νείλου, παραπέμποντας στον Τούρκο ιστορικό Faruk Sumer. Ωστόσο, η συνωμοσία σε βάρος του Ρωμανού, ο θάνατός του και η μη τήρηση των συμφωνιών από τον Μιχαήλ Δ’, άλλαξαν τα δεδομένα. Οι Τούρκοι τα επόμενα χρόνια, άρχισαν να εγκαθίστανται μόνιμα στα ανατολικά εδάφη του Βυζαντίου. Απελπισμένοι Αρμένιοι, έφευγαν προς τα δυτικά και οι Σελτζούκοι λεηλατούσαν τις περιοχές της κεντρικής Μικράς Ασίας. Το χτύπημα ήταν καίριο και για τη βυζαντινή οικονομία, καθώς πλέον δεν μπορούσαν οι βιοτεχνίες πλεκτών της αυτοκρατορίας, να προμηθευτούν πλέον το εκλεκτής ποιότητας μαλλί από τα ανατολικά υψίπεδα της Μ. Ασίας.
Ο αείμνηστος Σπύρος Βρυώνης, συμφωνεί ότι ο Αλπ Αρσλάν, δεν σκόπευε να στραφεί στη Μικρά Ασία. Ωστόσο, γράφει, οι διαμάχες στρατιωτικών και γραφειοκρατών στην Κων/πολη, οδήγησαν τους Σελτζούκους σε βυζαντινά εδάφη. «Με λίγα λόγια, η διοικητική εξουσία του Βυζαντίου κατέρρευσε στη Μικρά Ασία αμέσως μετά το Μαντζικέρτ, και στο χάσμα που δημιουργήθηκε Τούρκοι, Αρμένιοι και Νορμανδοί προσπαθούσαν να ιδρύσουν τα δικά τους κράτη».
Επίλογος
Οι Τούρκοι γιορτάζουν σήμερα με λαμπρότητα την επέτειο της μάχης του Μαντζικέρτ, με τις γνωστές κιτς εκδηλώσεις.
Ο Αλπ Αρσλάν, δολοφονήθηκε από τον Τούρκο τοπάρχη Χωρέσμιο Γιουσούφ, τον οποίο είχε συλλάβει αιχμάλωτο (τέλη του 1072).
Ο Γιουσούφ, ξέφυγε από τους φρουρούς και μαχαίρωσε τον Αλπ Αρσλάν, που ξεψυχώντας είπε ότι η τιμωρία του ήταν δίκαιη, γιατί στον παροξυσμό της αλαζονείας, δεν έδειξε γενναιόφρονα στάση. Τάφηκε στη Μερβ (την αρχαία Μερβιανή Αντιόχεια των ελληνιστικών χρόνων), με την εξής επιγραφή:
«Εσείς ω άνθρωποι που είδατε την δόξα του Αλπ Αρσλάν πάνω σ’ αυτή τη γη να έχει φτάσει μέχρι τα ουράνια, ελάτε εδώ στη Μερβ για να τον δείτε θαμμένο κάτω από το χώμα…».
Βασική πηγή μας για το άρθρο ήταν το Κεφάλαιο 6, «Η μάχη του Μαντζικέρτ και η κατάρρευση της βυζαντινής Μικράς Ασίας», του Νικόλαου Γ. Νικολούδη, στο βιβλίο Αλέξιος Γ. Κ. Σαββίδης- Νικόλαος Γ. Νικολούδης, «Ο ΥΣΤΕΡΟΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» (11ος– 16ος ΑΙΩΝΕΣ)», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΟΔΟΤΟΣ 2007.
Άλλες πηγές μας: ΑΛΕΞΗΣ Γ. Κ. ΣΑΒΒΙΔΗΣ «ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΣΕΛΤΖΟΥΚΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΤΟΝ ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΑΙΩΝΑ», Β’ ΕΚΔΟΣΗ, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΩΝ, 1988.
Ευχαριστούμε για μία ακόμα φορά τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κύριο Αλέξιο Γ.Κ. Σαββίδη για την πολύτιμη βοήθειά του.
ΣΠΥΡΟΥ ΒΡΥΩΝΗ, «Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΟΥ (11ος – 15ος ΑΙΩΝΑΣ), ΜΙΕΤ, 2008.
«ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, ΤΟΜΟΣ Η’
πηγή: protothema.gr