Μέχρι το 2030 το κενό ετησίως μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στην Πληροφορική εκτιμάται ότι θα ανέρχεται σε 7.000 έως 7.500 εργαζομένους. Τι αναφέρουν στην «Κ» τρεις διευθύνοντες σύμβουλοι εταιρειών Πληροφορικής.
Ευθέως απειλεί η έλλειψη εργαζομένων την ομαλή πρόοδο υλοποίησης των έργων στα οποία θα στηριχθεί ο περαιτέρω τεχνολογικός εκσυγχρονισμός του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, αλλά και η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Με χρονική αφετηρία το 2023 και μέχρι το 2030, η συμβουλευτική εταιρεία Deloitte τοποθετεί, ετησίως, το κενό μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης στην Πληροφορική σε 7.000 έως 7.500 εργαζομένους. Τα ψηφιακά έργα που πρόκειται να δημοπρατηθούν την επόμενη επταετία –μόνο φέτος σε εξέλιξη βρίσκονται διαγωνισμοί αξίας άνω του 1,1 δισ. ευρώ– εκτιμάται ότι απαιτούν κάθε χρόνο 15.000-16.000 ειδικούς, ενώ η προσφορά δεν ξεπερνάει τα 8.000 έως 8.500 άτομα.
Στο Δημόσιο αποτελεί κοινό μυστικό ότι κρίσιμες διευθύνσεις και υπηρεσίες που καλούνται να λειτουργήσουν ως «ραχοκοκαλιά» του ψηφιακού κράτους πάσχουν από υποστελέχωση, δεδομένου ότι το δέλεαρ της μονιμότητας δεν επαρκεί για να προσελκύσει τα ταλέντα.
Στον ιδιωτικό τομέα, λόγω της έναρξης δραστηριοποίησης ξένων παικτών στην Ελλάδα, του κύματος μετανάστευσης νέων εργαζομένων που είχε γιγαντωθεί ιδίως τα χρόνια της κρίσης και της ενίσχυσης της παρουσίας των υφιστάμενων εταιρειών, υπάρχει ένας άτυπος διαγκωνισμός για την προσέλκυση των εργαζομένων. «Εργαζόμενοι με μικρή εμπειρία, που ενδεχομένως να μην ξεπερνάει τα δύο χρόνια, δέχονται προτάσεις για εργασία με αποδοχές υψηλότερες, σε σύγκριση με αυτές που λαμβάνουν σήμερα, ακόμη και κατά 50%.
Πρόκειται για πλειοδοσία που δεν έχει νόημα, διότι δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές συνθήκες της αγοράς», αναφέρει στην «Κ» στέλεχος εταιρείας Πληροφορικής. Το φαινόμενο της έλλειψης χεριών είναι παγκόσμιο. Στη Μεγάλη Βρετανία, σύμφωνα με έρευνα, μία στις τέσσερις εταιρείες τεχνολογίας αναζητά ταλέντα σε άλλες χώρες. Στη Γαλλία, για το 59% των εταιρειών αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή η ένδεια εργαζομένων, ενώ στην Κολομβία ο υπουργός Τεχνολογιών, Πληροφορικής και Επικοινωνίας δήλωσε πρόσφατα ότι μέχρι το 2025 η χώρα θα αδυνατεί να καλύψει 112.000 θέσεις προγραμματιστών. Πώς αντιμετωπίζουν το φαινόμενο οι ελληνικές επιχειρήσεις;
Οπως αναφέρει στην «Κ» ο Αλέξανδρος Μάνος, διευθύνων σύμβουλος της Intrasoft-Netcompany, που δραστηριοποιείται, εκτός από την Ελλάδα, σε σημαντικό αριθμό ευρωπαϊκών χωρών, η αύξηση των απολαβών αφορά ως επί το πλείστον στελέχη με προϋπηρεσία άνω των πέντε ετών. «Είναι απαραίτητο να υπάρχει αξιοκρατία κατά την αναπροσαρμογή προς τα πάνω των αποδοχών. Οι εταιρείες, δηλαδή, δεν θα πρέπει να διαθέτουν ως αποκλειστικό κριτήριο το γεγονός ότι ένας εργαζόμενός τους δέχτηκε μία πιο ανταγωνιστική προσφορά», σημειώνει.
Πάντως, όπως προσθέτει ο κ. Μάνος, στις ΗΠΑ οι τεχνολογικές εταιρείες συρρικνώνονται, πραγματοποιώντας απολύσεις τους τελευταίους μήνες. «Ως αποτέλεσμα απελευθερώνονται περισσότεροι πόροι στην Ευρώπη, κάτι που παρατηρούμε ήδη στο Βέλγιο, στη Δανία και την Ελλάδα. Επίσης, οι συμβάσεις εργαζομένων που απασχολούνται από απόσταση δεν ανανεώνονται κατά προτεραιότητα, όταν οι εταιρείες προχωρούν σε περικοπές θέσεων εργασίας. Ετσι αυξάνονται οι περιπτώσεις Ελλήνων υπαλλήλων που έπαψαν να απασχολούνται, μέσω τηλεργασίας, σε ξένες εταιρείες και επιστρέφουν στα παλιά πόστα τους», καταλήγει ο CEO της Intrasoft-Netcompany.
Μέχρι το 2030 το κενό ετησίως μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στην Πληροφορική ανέρχεται σε 7.000 έως 7.500 εργαζομένους.
Από την πλευρά του ο Νώντας Πασχαλίδης, διευθύνων σύμβουλος της Neurosoft, σημειώνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με αρκετά χαμηλή κατάταξη στην ψηφιακή ωριμότητα των επιχειρήσεων. «Τοποθετείται στην 26η θέση, ενώ οι επιχειρήσεις δεν έχουν καταφέρει να εντάξουν επαρκώς τις ψηφιακές τεχνολογίες στις εσωτερικές λειτουργίες τους. Βασικός ανασταλτικός παράγοντας στον ψηφιακό μετασχηματισμό κράτους και επιχειρήσεων είναι η έλλειψη τεχνικών δεξιοτήτων και ψηφιακών υποδομών. Με βάση τη σημερινή κατάσταση, ακόμη κι αν ληφθούν άμεσα μέτρα θα αποφέρουν αποτέλεσμα για το κενό που υπάρχει από το 2029 και μετά», σημειώνει.
Οπως προσθέτει ο κ. Πασχαλίδης, η πρόκληση για την αγορά σήμερα σχετίζεται με την ανάγκη για δημιουργία ευέλικτων, πολυσυλλεκτικών και πολυλειτουργικών ομάδων που συνδυάζουν πληθώρα δεξιοτήτων και πρωτίστως ψηφιακών. Αποτελεί μονόδρομο προκειμένου η ψηφιοποίηση κράτους και επιχειρήσεων να στεφθεί με επιτυχία, να κερδηθεί και η συμμετοχή του τελικού χρήστη, εργαζομένου ή πολίτη, στο άρμα του ψηφιακού μετασχηματισμού. Είναι λοιπόν επιτακτική η ανάγκη ανάπτυξης ψηφιακών δεξιοτήτων μέσα από συντονισμένο πλάνο εκπαίδευσης αλλά και η διαρκής ενημέρωση όλων των εμπλεκομένων για τα οφέλη του ψηφιακού μετασχηματισμού», σχολιάζει ο κ. Πασχαλίδης.
Οπως παρατηρεί ο διευθύνων σύμβουλος της Space Hellas Γιάννης Μερτζάνης, το έλλειμμα είναι έντονο σε εργαζομένους με εξειδίκευση στην Πληροφορική, τις τηλεπικοινωνίες και την κυβερνοασφάλεια. «Με πολλά ταλέντα να έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, απαιτείται ιδιαίτερη προσπάθεια προσέλκυσης του ανθρώπινου δυναμικού. Η αύξηση του ύψους των μισθών πρέπει να γίνεται προσεκτικά, δεδομένου ότι λόγω των κονδυλίων του RRF και της πανδημίας έχει δημιουργηθεί μια κινητικότητα στην Πληροφορική, που ενδεχομένως είναι τεχνητή. Μπορεί, δηλαδή, η τεχνολογία και η Πληροφορική να αναμένεται ότι θα παραμείνουν κύριος πόλος εξωστρέφειας των εταιρειών, όμως δεν υπάρχει η βεβαιότητα ότι την επόμενη δεκαετία θα είναι διαθέσιμος ο ίδιος με σήμερα όγκος κονδυλίων», τονίζει ο κ. Μερτζάνης.
Κατά τον ίδιο απαιτείται αποτελεσματικότερη διασύνδεση της αγοράς εργασίας με την εκπαίδευση, ώστε οι απόφοιτοι να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι για το αντικείμενο της εργασίας που καλούνται να αντιμετωπίσουν.
kathimerini.gr