Γιατί όλοι σέβονταν τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο

Lamianow.gr
By Lamianow.gr 1 Comment
9 Min Read

Ενας από τους πιο αξιοσέβαστους ιεράρχες, με διεθνή απήχηση και λόγο ήρεμο, διορατικό και πάντα ενωτικό, ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 95 ετών, μετά από αρκετές ημέρες νοσηλείας στον «Ευαγγελισμό», όπου διεκομίσθη από τα Τίρανα, στις 3 Ιανουαρίου.

Μια προσωπικότητα-πρότυπο που ήταν γνωστή για την πνευματική και κοινωνική δράση της που έχει αναγνωριστεί διεθνώς, και η οποία παρά τις δυσκολίες που συνάντησε, εργάστηκε με ζήλο για την αναβίωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αλβανία, την ενίσχυση της ειρηνικής συνύπαρξης των θρησκευτικών κοινοτήτων και την ανάπτυξη εκπαιδευτικών και κοινωνικών δομών, σε μια ιδιαίτερα ταραχώδη περίοδο για τη γειτονική μας χώρα.

Ο επίσημος τίτλος του ήταν Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, ωστόσο πολλές φορές ο Αναστάσιος αποκαλείτο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και Πάντων. Δεν ήταν ένας τίτλος με τον οποίο ήταν αντίθετος. «Είμαι αρχιεπίσκοπος όλων. Για εμάς, κάθε άνθρωπος είναι αδελφός ή αδελφή. Η Εκκλησία δεν υπάρχει μόνο για τον εαυτό της. Είναι για όλους τους ανθρώπους» έλεγε σε συνέντευξή του στο τμήμα Επικοινωνίας του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών. Και η αλήθεια είναι πως στο πρόσωπό του μπορούσε να βρει οποιοσδήποτε παρηγοριά κι ελπίδα, με την πίστη στον άνθρωπο να αποτελεί πάντα την κινητήριο δύναμη. 

Η αναβίωση της Εκκλησίας στην Αλβανία

Μετά την πτώση του κομμουνισμού, το 1991 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως αποφάσισε να στείλει τον Αναστάσιο στην Αλβανία προκειμένου να υποβάλει έκθεση σχετικά με τη θρησκευτική κατάσταση της χώρας. Εκεί βρήκε 1.600 κατεστραμμένες εκκλησίες και μόνο 22 ηλικιωμένους ιερείς εν ζωή, από τους 440 που υπηρετούσαν στην Αλβανία πριν από τον κομμουνισμό, ενώ η χώρα βάδιζε σε ένα αβέβαιο μέλλον. Οι Αλβανοί ήταν, ωστόσο, διψασμένοι για θρησκευτική ελευθερία και πολλοί συγκεντρώνονταν για τις ακολουθίες στους αγρούς, καθώς δεν είχε απομείνει τίποτα από τις εκκλησίες τους.

- Advertisement -

Ο Αναστάσιος έβλεπε την απελπισία στα πρόσωπά τους«Σκέφτηκα, ποιος θα βοηθήσει αυτούς τους ανθρώπους; Ποιος θα τους δώσει ελπίδα; Είπα στον εαυτό μου: ‘Αν έχεις πίστη, μείνε και αγωνίσου. Αν δεν έχεις, πήγαινε σπίτι’». 

Αρχικά, δεν επρόκειτο για μόνιμη αποστολή, παρά μόνο για να διαπιστώσει αν και πώς η τοπική εκκλησία θα μπορούσε να αναβιώσει. «Όταν πήγα εκεί, βίωνα μια διαρκή έκπληξη. Δεν είναι αυτή τη στιγμή, όπως ήταν τότε, η πόλις των Τυράννων, ήταν το αεροδρόμιο πολύ φτωχικό, θα έλεγα, μου θύμιζε χωριό, και ήταν μία ομάδα ανθρώπων, καμιά εικοσαριά, ηλικιωμένοι, φτωχοί, αδύνατοι, δεν είχαν καν ράσα, οι οποίοι με περίμεναν. Έπρεπε να αρχίσουμε πάλι, μιλώντας για το ποιο είναι το δικό μας το μήνυμα, ότι τολμούμε να ελπίζουμε, ότι υπάρχει ελπίδα, ότι μια καινούργια περιοχή ζωής ανοίγει και νομίζω ότι αυτό ήταν ακριβώς το χαρακτηριστικό» δήλωνε στην εκπομπή «Ιστορίες» του Αλέξη Παπαχελά, επιλέγοντας να πορευτεί με πραότητα, ηρεμία και μετριοπάθεια.

https://lamianow.gr/wp-content/uploads/2024/03/Iamia-Now-01-1-2-1-scaled.jpg

EUROKINISSI

Όπως ο ίδιος εξομολογούνταν: «Οι Ορθόδοξοι με πίεζαν να μείνω. Πώς θα μπορούσα να τους αρνηθώ; Πώς θα μπορούσα να πω ότι είχα ένα διαφορετικό σχέδιο για το υπόλοιπο της ζωής μου; Προσεύχονταν για μένα κάθε μέρα. Το να παραμείνω στην Αλβανία θα σήμαινε ότι θα έβαζα στην άκρη όλες τις σκέψεις που είχα για το τι θα έκανα το υπόλοιπο της ζωής μου. Είχα στο νου μια ειρηνική συνταξιοδότηση στην Ελλάδα, δίνοντας διαλέξεις στο πανεπιστήμιο και γράφοντας βιβλία». 

Ωστόσο, «μετά από μια περίοδο περισυλλογής και προσευχής, ήμουν ανοιχτός (σ.σ. στην προοπτική μόνιμης εγκατάστασης στην Αλβανία) υπό τρεις όρους. Ο πρώτος ήταν ότι θα έπρεπε να είναι σαφές πως αυτή ήταν η επιθυμία των Ορθοδόξων στην Αλβανία. Δεύτερον, ότι αυτή ήταν η επιθυμία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Τρίτον, ότι οι αλβανικές αρχές θα αποδέχονταν αυτή την απόφαση. Διαφορετικά, η κατάσταση της Εκκλησίας θα παρέμενε δύσκολη».

Τελικά, αποφάσισε να μείνει στην Αλβανία και υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες να αναστήσει την Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατά τη δεκαετία που ακολούθησε, πάλεψε για να ξεπεραστούν η εθνική και θρησκευτική εχθρότητα, ώστε να δημιουργηθεί μια νέα εκκλησία για το έθνος, και κέρδισε τους πάντες. Όχι μόνο τους ορθοδόξους αλλά και τους αλλόθρησκους Αλβανούς που, παρά τον φανατισμό, σεβάστηκαν τον Αναστάσιο γιατί τους έφερε κοντά του έχοντας ως εφόδιο τη βαθιά πίστη στο ανθρώπινο πρόσωπο της εκκλησίας. Πάντα πίστευε ότι το κοινωνικό έργο της εκκλησίας απευθύνεται σε όλους, ομόθρησκους, αλλόθρησκους ακόμα και σε άθρησκους.

Τόνιζε, δε, σε κάθε ευκαιρία, ότι η Εκκλησία θα πρέπει να είναι παρούσα σε όλους τους τομείς της ζωής. Γι’ αυτό, άλλωστε, φρόντισε να καταρτιστούν εκπαιδευτικά και αναπτυξιακά προγράμματα, ενώ ανέλαβε πρωτοβουλίες για κοινωνικά, πολιτιστικά και περιβαλλοντικά ζητήματα. Προτεραιότητα, δε, για τον ίδιο ήταν τα παιδιά και οι νέοι«Έχουμε ανοίξει πολλά νηπιαγωγεία, παιδικούς σταθμούς και σχολεία. Το μόνο που με λυπεί είναι ότι δεν μπορούμε να βοηθήσουμε περισσότερους νέους. Κάνουμε ό, τι μπορούμε με το προσωπικό και τον χώρο με τα μέσα που διαθέτουμε» δήλωνε ο ίδιος το 2016.

Το ευρύτατο ιεραποστολικό και κοινωνικό έργο στην Αφρική

Σε περίοπτη θέση στην καρδιά του Αναστάσιου ήταν η Αφρική, για την οποία άφησε μια λαμπρή ακαδημαϊκή καριέρα. Όταν χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, το 1964, έφυγε αμέσως για το πρώτο του ιεραποστολικό ταξίδι στην Αφρικανική Ήπειρο (Κένυα, Τανζανία, Ουγκάντα), όπου βάφτισε τους πρώτους ορθόδοξους.

«Την ίδια ημέρα που χειροτονήθηκα ιερέας τον Μάιο του 1964, πέταξα στην Ουγκάντα, την οποία σκεφτόμουν τόσο συχνά και με τέτοια λαχτάρα. Είχα σκεφτεί ότι η Αφρική θα ήταν το σπίτι μου για το υπόλοιπο της ζωής μου. Αλλά η ελονοσία έβαλε τέλος σε εκείνο το όνειρο εκείνο… », καθώς η υγεία του κλονίστηκε και αναγκάστηκε να αποχωρήσει.

Όπως έλεγε «βρισκόμουν για πρώτη φορά κοντά στον θάνατο. Θυμάμαι τη φράση που σχηματίστηκε στο μυαλό μου όταν σκέφτηκα ότι θα πεθάνω: «Κύριέ μου, ξέρεις ότι προσπάθησα να σε αγαπώ». Τότε κοιμήθηκα και την επόμενη μέρα ένιωθα καλά. Υπήρξε μια δεύτερη αντίστοιχη εμπειρία, όταν πήγα στη Γενεύη για να παρακολουθήσω ένα ιεραποστολικό συνέδριο. Ευτυχώς οι γιατροί εκεί ήταν σε θέση να αναγνωρίσουν την ασθένεια και ήξεραν πώς να την αντιμετωπίσουν. Όταν ήμουν αρκετά καλά, ώστε να φύγω από το νοσοκομείο, είπαν ότι πρέπει να ξεχάσω την επιστροφή μου στην Αφρική».

Το 1981, ωστόσο, μετά την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του, αναχώρησε και πάλι για την Αφρική, αυτή τη φορά ως Τοποτηρητής της Ιεράς Μητρόπολης Ανατολικής Αφρικής. Εκεί, περπατώντας σε δύσβατες και απομονωμένες περιοχές, χάραξε στην ουσία καινούργιους δρόμους και τρόπους εξωτερικής ιεραποστολής όχι μόνο για τον ορθόδοξο κόσμο αλλά για τον χριστιανισμό συνολικά.

Στην Κένυα ίδρυσε την πατριαρχική σχολή «Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος ο Γ’», χειροτόνησε 70 Αφρικανούς κληρικούς αποφοίτους της σχολής, ανήγειρε δεκάδες ναούς και δημιούργησε κέντρα ιατρικής φροντίδας. Όντας καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, φρόντισε ώστε η γνώση να φτάσει και σε απομακρυσμένα αφρικανικά χωριά ιδρύοντας σχολεία. Σημειωτέον, δε, ότι στη διάρκεια των ιεραποστολικών του εξορμήσεων, εντρύφησε στις τοπικές διαλέκτους, προκειμένου να έχει άμεση επικοινωνία με το ποίμνιό του.

Έχοντας διαλάμψει απανταχού της Γης, χτίσει γέφυρες με τους ανθρώπους ανεξαρτήτως θρησκείας και δουλέψει ακάματα, επίμονα και με απόλυτη αφοσίωση στο έργο του μια ολόκληρη ζωή, στο βιβλίο «Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος πορευόμενος», όπου ξετυλίγει το νήμα της ζωής του, ρωτήθηκε ποιος θα μπορούσε να είναι ο τίτλος της ζωής του. Και η απάντηση που δίνει -σε έναν κόσμο που διψά για ειρήνη και κατανόηση- αποτελεί φάρο που δείχνει τον δρόμο προς το φως.

«Μια λιτή σύνοψη της μακροχρόνιας εμπειρίας μου θα ήταν: Η αγάπη είναι η συνεκτική δύναμη, η ανακεφαλαίωση όλων των αρετών. Εκφράζεται ως μυστική κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο και του ανθρώπου προς τους συνανθρώπους του και τον αγαπώντα Θεό. Η αγάπη, ζυμωμένη με την ταπεινοφροσύνη, είναι η ωραιότερη και ισχυρότερη δύναμη. Η αγάπη είναι μια ασύλληπτη παγκόσμια δύναμη, θα τολμούσα να πω, κάτι σαν τη βαρύτητα· η αγάπη κρατάει σε μυστική αέναη συνοχή όλα τα λογικά όντα· είναι η ακατάλυτη ενέργεια του Θεού, «Ὅστις ἀγάπη ἐστί».

247news.gr

Share This Article
1 Comment
  • Γιατί ξεχώριζε απ’ τους δικούς μας εδώ.Ο Αναστάσιος ήταν ταπεινός,εδώ οι δικοί μας μέσα στην χλιδή τζιπακι Μερσεντές και δέκα παπαδάκια γύρω γύρω να τους εξυπηρετούν.Εαν τους έβλεπε τώρα ο Χριστός θα τους είχε πλακώσει με κανένα στυλιαρι.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *