Η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι ζήτησε την διεξαγωγή πρόωρων βουλευτικών εκλογών στις 8 Ιουνίου με μια αιφνιδιαστική κίνηση, τρεις εβδομάδες μετά την επίκληση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισσαβώνας για την έξοδο της χώρας της από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η Τερέζα Μέι ανέλαβε την πρωθυπουργία, χωρίς να έχει εκλεγεί, λίγες μέρες μετά το δημοψήφισμα για το Brexit, αντικαθιστώντας τον ηττημένο Ντέιβιντ Κάμερον. Υπολογίζει να εκμεταλλευθεί την αδύναμη θέση των Εργατικών στις δημοσκοπήσεις για να ενισχύσει την θέση της ίδιας και της κοινοβουλευτικής της πλειοψηφίας μέσω της λαϊκής ψήφου πριν από τις δύσκολες διαπραγματεύσεις για το διαζύγιο με την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οι επόμενες εκλογές ήταν προγραμματισμένες για το 2020. Ομως, η Μέι, επιδιώκοντας να αξιοποιήσει την δημοτικότητά της, που βρίσκεται στο ζενίθ, θεώρησε ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να επιχειρήσει να ενισχύσει την νομιμοποίησή της και να έχει ελευθερία δράσης στην δύσκολη περίοδο των συνομιλιών με την Ευρωπαϊκή Ενωση για τους όρους ενός διαζυγίου που προδιαγράφεται επώδυνο.
Σήμερα, το Συντηρητικό Κόμμα δεν διαθέτει παρά πλειοψηφία 17 εδρών στο Ουεστμίνστερ και μία ανταρσία στους κόλπους της κυβερνητικής πλειοψηφίας θα μπορούσε να απειλήσει εν μέσω κρίσιμων διαπραγματεύσεων την κυβέρνηση.
Αρα, ο πειρασμός για την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών ήταν μεγάλος για την κυβερνητική πλειοψηφία, την στιγμή που οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν έναν περίπατο για τους Τόρις απέναντι στους Εργατικούς του Τζέρεμι Κόρμπιν.
Δύο δημοσκοπήσεις που δημοσιεύτηκαν το σαββατοκύριακο από τα ινστιτούτα You Gov και ComRes έδωσαν 21 εκατοστιαίες μονάδες προβάδισμα στους συντηρητικούς, το οποίο και αποφάσισε να εκμεταλλευθεί η βρετανή πρωθυπουργός.
Η σημερινή ανακοίνωση αιφνιδίασε τους πολιτικούς παρατηρητές, τη στιγμή που τις τελευταίες εβδομάδες το πρωθυπουργικό γραφείο επέμενε να αποκλείει το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών.