Με έμμεσο τρόπο ο Έλληνας πρωθυπουργός, αναφέρθηκε στο θέμα του πάντα ανοιχτού για την Ελλάδα ζητήματος των γερμανικών αποζημιώσεων στον καθιερωμένο διάλογο μπροστά στις κάμερες με τον πρόεδρο της Γερμανικής Δημοκρατίας στο Μαξίμου.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην ανάγκη να αφήσουμε πίσω μας «εκατέρωθεν στερεότυπα που δηλητηριάζουν τις σχέσεις μας» (αντιγερμανισμός στην ημεδαπή και αποικιοκρατική αντίληψη στη Γερμανία), προσθέτοντας με νόημα πως «Αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να ξεχάσουμε ή να κρύψουμε κάτω από το χαλί τις διαφορές από το μακρινό παρελθόν, αλλά πρέπει να ορίσουμε από κοινού με αλληλοσεβασμό το πεδίο της επίλυσης τους με βάση το διεθνές δίκαιο».
Η αναφορά του πρωθυπουργού στο Διεθνές δίκαιο μόνο τυχαία δεν είναι καθώς κύκλοι στην Αθήνα εκτιμούν ότι η μοναδική λύση για να «ξεκολλήσει» με προσήκοντα τρόπο το θέμα είναι η προσφυγή στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης.
Οι ίδιοι κύκλοι εκτιμούν ότι η Αθήνα σαφώς και διατηρεί το δικαίωμα να προχωρήσει σε αυτήν την κίνηση ωστόσο δεν υπάρχει αυτήν τη στιγμή κάποια απόφαση προφανώς λόγω του momentum στην οικονομία.
Αναγνωρίζουν ενοχή και όχι ευθύνη
Από την πλευρά του ο Γερμανός πρόεδρος, Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ, στην επίσκεψη του νωρίτερα το πρωί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Χαϊδάρι και στις φρικαλεότητες που διέπραξαν εκεί τα ναζιστικά στρατεύματα και οι συνεργάτες τους ζήτησε συγχώρεση «για αυτό που συνέβη στην Ελλάδα», προσθέτοντας με νόημα ότι «Δεν θέλουμε να ξεχάσουμε το παρελθόν ούτε να παραβλέψουμε την ηθική και πολιτική ενοχή που μας βαραίνει».
Η τελευταία αναφορά του Γερμανού Προέδρου σε «ηθική και πολιτική ενοχή» και όχι ευθύνη φωτογραφίζει την οπτική του γερμανικού κράτους την οποία περιέγραψε ακροθιγώς χθες κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ, λέγοντας αφενός ότι «δεν υπάρχει καμία επίσημη κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης» αφετέρου ότι νομικά και πολιτικά το θέμα είναι «οριστικά ρυθμισμένο».
Βεβαίως μόνο ρυθμισμένο δεν είναι το θέμα αφού ούτε δεν υπήρξε ποτέ κάποια συμφωνία μεταξύ των κρατών παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα απαίτησε από την Γερμανία την πληρωμή του κατοχικού δανείου το 1945, 1946, 1947, 1964, 1965, 1966, 1974, 1987, και το 1995 χωρίς αποτέλεσμα ενώ από τον Νοέμβριο του 2000 ο Άρειος Πάγος με τελεσίδικη και άμεσα εκτελεστέα απόφασή του δικαίωσε τους συγγενείς των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου επιδικάζοντάς τους 28 εκατομμύρια ευρώ. Απόφαση που απαιτεί μόνο μια υπογραφή από τον υπουργό Δικαιοσύνης στην ημεδαπή για να εκτελεστεί.
Γι αυτό και οι συγγενείς προσέφυγαν στην Ιταλική δικαιοσύνη προκειμένου να κινηθεί η διαδικασία και το Νοέμβριο του 2008 (μετά από τετράχρονο αγώνα και στην Ιταλία) κηρύσσεται εκτελεστή η απόφαση της Λιβαδειάς που επικύρωσε ο Άρειος Πάγος.
Το σημαντικό στην υπόθεση είναι ότι το δικαστήριο της Χάγης, μετά από προσφυγή της Γερμανίας, δεν έκρινε την ουσία της υπόθεσης αλλά το ζήτημα της ετεροδικίας, αν δηλαδή η Ιταλία έπραξε νόμιμα αναγνωρίζοντας στους κατοίκους του Διστόμου το δικαίωμα να αποζημιωθούν από τα περιουσιακά στοιχεία της Γερμανίας στην Ιταλία.
Κατά τα λοιπά, στη συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου ο Πρωθυπουργός και ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας αντάλλαξαν σκέψεις για την πορεία της Ευρώπης και τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει απέναντι στην απειλή του ακροδεξιού λαϊκισμού, που αποτελεί απειλή για την ίδια τη συνοχή της.
Επιπλέον, συζήτησαν για την αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές που ανοίγονται πλέον, μετά και την καθαρή έξοδο από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής.
Πέραν αυτών, τόνισαν τη σημασία της Συμφωνίας των Πρεσπών για τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισαν τη σημασία της πρωτοβουλίας της κυβέρνησης της πΓΔΜ να προχωρήσει στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες για την ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης, καθώς αποτελεί απαράβατο όρο για να τεθεί σε ισχύ η συμφωνία των Πρεσπών.
πηγή documento