Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών και το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών παρουσίασαν – εν πολλοίς ήδη υπάρχοντα, πλην όμως σταχυολογημένα – ερευνητικά ευρήματα σχετικά με τους κοινωνικούς και οικονομικούς δείκτες κάθε Περιφέρειας της χώρας.
Ανάμεσα σε πολλά σημαντικά επισημαίνεται ότι, η πληθυσμιακή γήρανση αποτελεί ένα σημαντικό ζήτημα για την Στερεά Ελλάδα, καθώς ο λόγος της γηραιότερης ηλικιακά ομάδας ως προς τα άτομα παραγωγικής ηλικίας (15 έως 64 ετών) είναι σχεδόν 42%. Δηλαδή, ο 3ος κατά σειρά μεγαλύτερος στη χώρα.
Επιπροσθέτως, η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας κατατάσσεται στην τελευταία θέση στην κατάταξη, κατά φθίνουσα σειρά με βάση το Δείκτη Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας το 2022, ενώ φαίνεται να μη μπορεί να καλύψει την υστέρησή της, παρουσιάζοντας αρνητικό ρυθμό μεταβολής του ως άνω δείκτη ανάμεσα στα έτη 2019 και 2022.
Επιπλέον, παρουσιάζει το 3ο υψηλότερο μέσο ποσοστό ανεργίας κατά την περίοδο 1999-2022 στα άτομα με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και το 2ο υψηλότερο στα άτομα με μέσο επίπεδο εκπαίδευσης και με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Σε ότι αφορά τον τομέα της απασχόλησης, οι γυναίκες απασχολούνται λιγότερο από τους άνδρες, με τη σχετική απόκλιση να κυμαίνεται στο 31,4% επί του συνόλου.
Επίσης, καταγράφεται το 3ο χαμηλότερο κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, το 4ο υψηλότερο ποσοστό φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού ανάμεσα στις περιφέρειες και ο χαμηλότερος λόγος τραπεζικών καταθέσεων ως προς το ΑΕΠ.
Τέλος, σε ότι αφορά τον υγειονομικό τομέα και το επίπεδο φροντίδας υγείας, η δυναμικότητα του συνολικού υγειονομικού συστήματος όπως καταγράφεται μέσα από την συγκέντρωση κλινών νοσηλείας και ιατρών αναφορικά με τον πληθυσμό της περιφέρειας είναι ιδιαίτερα χαμηλή, 1η και 2η χαμηλότερη θέση στη σχετική κατάταξη αντίστοιχα.
Αυτό αναφέρεται ότι, έχει ως συνέπεια, οι αυτοαναφερόμενες μη εξυπηρετούμενες ανάγκες για ιατρική φροντίδα να βρίσκονται σε αρκετά υψηλά επίπεδα, με τη Στερεά Ελλάδα να βρίσκεται στην 4η υψηλότερη θέση στη σχετική περιφερειακή κατάταξη.
Αυτά είναι μόνο ορισμένα από τα οποία, η δημόσια συζήτηση και οι επιμέρους εξαγγελίες περί έμφασης στην περιφερειακή ανάπτυξη, οφείλουν να αποκτήσουν μεγαλύτερη πειστικότητα.
Τα διάφορα δημόσια βήματα που παρέχονται, απαιτείται να επικεντρωθούν στην ανάγκη για ουσιαστική συλλογική προσπάθεια, στη μακροχρόνια δέσμευση και συμφωνία του πολιτικού προσωπικού απέναντι στις μείζονες αναπτυξιακές προτεραιότητες της περιοχής, καθώς και στην απαραίτητη στρατηγική ενόραση που πρέπει να διακατέχει τις επιμέρους ενέργειες του.