Τα κυβερνητικά μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κοροναϊού είναι ανεπαρκή για να κρατηθεί όρθια η κοινωνία και ζωντανή η οικονομία, δήλωσε η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά, στο πλαίσιο συνέντευξης που παραχώρησε στην εφημερίδα «Στο Καρφί».
«Μέχρι τώρα φαίνεται να κερδίζουμε τη μάχη ανεξέλεγκτης διασποράς του ιού στη χώρα μας. Με βάση τις εισηγήσεις των αρμόδιων επιστημονικών επιτροπών πάρθηκαν άμεσα αναγκαία περιοριστικά μέτρα. Η εκδήλωση της επιδημίας στην Ιταλία δίπλα μας, μας κινητοποίησε έγκαιρα. Εμείς προτείναμε εξαρχής να δράσουμε άμεσα και στηρίξαμε χωρίς δισταγμό τα αυστηρά μέτρα για κοινωνική αποστασιοποίηση και κάναμε συγκεκριμένες προτάσεις για την επιτυχία εφαρμογής τους. Με άμεση προτεραιότητα την ενίσχυση του ΕΣΥ, που αποτελεί τη ναυαρχίδα στον πόλεμο. Τα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης αποδίδουν καρπούς βεβαίως χάρη και στην υπευθυνότητα και την πειθαρχία της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών. Συνεχίζουμε χωρίς χαλάρωση και εφησυχασμό, γιατί μόνο έτσι θα διαφυλάξουμε όλοι μαζί αυτό που μέχρι τώρα καταφέραμε. Πιστή εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων μέχρι να μας δώσουν το πράσινο φως από την επιστημονική επιτροπή. Η επιστροφή στην κανονικότητα θα πρέπει να γίνει με σχεδιασμό και όλα τα μέτρα ασφάλειας, για να μην έχουμε ένα δεύτερο κύκλο της πανδημίας» υποστήριξε η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής.
«Δεν μηδενίζουμε τα μέτρα που έχουν ληφθεί, άλλωστε πολλά από αυτά αποτελούν υλοποίηση δικών μας προτάσεων. Είναι όμως ανεπαρκή. Όπως αποδεικνύεται και από την ανάγκη συνεχούς συμπλήρωσής τους. Δεν πρέπει όμως να καθυστερήσουμε ούτε να ολιγωρήσουμε. Τώρα πρέπει να γίνει ό,τι είναι αναγκαίο για να κρατηθεί όρθια η κοινωνία και ζωντανή η οικονομία. Για παράδειγμα, τα μέτρα δεν καλύπτουν κατηγορίες ανέργων αλλά και εργαζομένων σε εποχικές, επισφαλείς και χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, ούτε χιλιάδες συνταξιούχους που περιμένουν χρόνια και δεν έχουν πάρει ακόμα ούτε προσωρινή σύνταξη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δίνουν καθημερινά μάχη επιβίωσης, αθέατοι, στη σκιά των προβολέων δημοσιότητας. Ακόμα και για τους υγειονομικούς που αποτελούν την εμπροσθοφυλακή, η κυβέρνηση αρνείται την έμπρακτη αναγνώριση της προσφοράς τους και την ένταξή τους στα βαρέα και ανθυγιεινά.
»Γι’ αυτό καταθέσαμε επτά στοχευμένες προτάσεις που καλύπτουν κρίσιμα κενά, παραλείψεις και αδικίες που υπάρχουν. Υπάρχει το μετά την κρίση, όπου πρέπει να έχουμε μία ολοκληρωμένη πρόταση, αφού συνεκτιμήσουμε τις συνέπειες της και τις αποφάσεις της Ε.Ε, με διάλογο ανάμεσα στα κόμματα και τους κοινωνικούς εταίρους. Όμως, υπάρχει και το τώρα, να κρατήσουμε την παραγωγική δραστηριότητα, να μην κλείσουν επιχειρήσεις. Είναι αναιμικές οι εξαγγελίες στήριξης των επιχειρήσεων και πρέπει να εξασφαλιστεί ότι δεν θα καταρρεύσουν γιατί το κόστος της ανάταξης θα είναι πολλαπλάσιο. Με προτεραιότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αγρότες, που στα κυβερνητικά μέτρα παραμένουν οι φτωχοί συγγενείς. Και βέβαια είναι αδιανόητη η μη αποδοχή των προτάσεων μας για την παράταση προστασίας της Α’ κατοικίας».
Στο ερώτημα εάν υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι για τα προαναφερθέντα, η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής τοποθετήθηκε ως εξής:
«Εμείς δεν ισχυριζόμαστε ότι υπάρχει δέντρο που κόβεις χρήματα και ούτε δυστυχώς είναι δεδομένο ότι αυτή τη φορά η Ευρωπαϊκή Ένωση θα δείξει τα αντανακλαστικά και την αλληλεγγύη που επιβάλλουν οι συνθήκες. Με τολμηρά και πέρα από τα συμβατικά μέτρα. Δεν έχουμε ακόμα τις οριστικές αποφάσεις. Ξέρουμε όμως τι έχουμε πει, τι πρέπει να γίνει. Χρειάζεται νέο χρήμα. Ένα ευρωπαϊκό σχέδιο Μάρσαλ. Στηρίζουμε τη λύση για ένα κορονο-ομόλογο της Ένωσης, που δεν θα συνοδεύεται από μνημόνια και διόγκωση του δημόσιου χρέους των χωρών.
Ανεξάρτητα όμως από αυτό, με τα σημερινά δεδομένα, υπάρχουν δυνατότητες για την ελληνική οικονομία. Δεν υπάρχουν δημοσιονομικοί στόχοι για το 2020 και λόγω της κρίσης συμμετέχουμε στο QE, που σημαίνει ότι μπορούμε να εξασφαλίσουμε ρευστότητα με χαμηλά επιτόκια και μπορεί η κυβέρνηση να αξιοποιήσει τα χρηματοδοτικά εργαλεία που προσφέρουν το ΕΣΠΑ και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Με βάση λοιπόν αυτές τις πραγματικές δυνατότητες και τη συνεχόμενη ισχυρή και τεκμηριωμένη πίεση προς την Ευρώπη πρέπει με κοινωνικά δίκαιο και οικονομικά αποτελεσματικό τρόπο να κινηθεί η κυβέρνηση. Για συγκεκριμένες τακτοποιήσεις άλλωστε η κυβέρνηση μια χαρά βρήκε χρήματα. Στην πολιτική όλα είναι θέμα προτεραιοτήτων».
Η Φώφη Γεννηματά, στο πλαίσιο της ίδιας συνέντευξης, εξέφρασε την άποψή της και για το ποια θα είναι η επόμενη ημέρα της πρωτοφανούς κρίσης του κοροναϊού, σε σχέση με νέα μέτρα αλλά και πιθανές απολύσεις:
«Σε μια χώρα που οι πολίτες της και ιδιαίτερα η μεσαία τάξη και οι οικονομικά πιο ευάλωτοι έχουν υποστεί ήδη τεράστια μείωση εισοδημάτων από την πολυετή οικονομική κρίση δεν υπάρχουν περιθώρια για νέες περικοπές. Δεν πρέπει οι εργαζόμενοι και οι αδύναμοι να πληρώσουν ξανά το μάρμαρο, να μετατραπούν σε εξιλαστήρια θύματα και αυτής της κρίσης. Κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε απόλυτη κοινωνική και οικονομική κατάρρευση. Ούτε να το σκεφτεί κανείς. Είναι επικίνδυνη ακόμα και η διακίνηση τέτοιων σεναρίων, που εντείνουν το φόβο και επιδεινώνουν την ανασφάλεια. Η επόμενη μέρα θα είναι τελείως διαφορετική. Απαιτεί ένα ολοκληρωμένο, συνεκτικό σχέδιο επανάκαμψης της οικονομίας και διατήρησης της κοινωνικής συνοχής. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται διάλογος, συνεννόηση και κοινωνική συμφωνία. Γι’ αυτό δεν πρέπει τώρα, στη σκιά της πανδημίας, να επιχειρούνται από εργοδότες και την κυβέρνηση λύσεις που υπονομεύουν μια τέτοια προοπτική».
Όσον αφορά τις επιπτώσεις της κρίσης στον εκπαιδευτικό τομέα και την την αβεβαιότητα που κυριαρχεί για τις πανελλήνιες εξετάσεις, η Φώφη Γεννηματά υποστήριξε τα ακόλουθα:
«Πράγματι, το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας βιώνει την ανάγκη προσαρμογής σε εντελώς νέα δεδομένα. Εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων αλλά και οι μαθητές και οι γονείς καλούνται να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, χωρίς προετοιμασία και χωρίς επαρκή βοήθεια. Και μάλιστα την ώρα που και αυτοί καλούνται να διαχειριστούν το αίσθημα περιορισμού και την προσωπική αγωνία και ανασφάλεια για την υγεία τους. Καταβάλλουν, παρ’ όλα αυτά, μεγάλη προσπάθεια και πρέπει να το αναγνωρίσουμε. Οι πανελλήνιες εξετάσεις είναι πρόβλημα που καίει παιδιά και γονείς, και γι’ αυτό έχω ζητήσει εδώ και μέρες από την κυβέρνηση να οριστεί άμεσα η ύλη που θα εξεταστούν, που θα πρέπει να είναι προφανώς μειωμένη, αφού δεν κατάφεραν τα παιδιά να διδαχθούν το σύνολό της. Καμιά περαιτέρω καθυστέρηση δεν δικαιολογείται».
Στο ερώτημα εάν ο κοροναϊός έφερε πιο κοντά τις πολιτικές δυνάμεις η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής απάντησε ως εξής:
«Το αντίθετο, ο τρόπος που κάθε πολιτική δύναμη επέλεξε να πορευτεί κατέστησε ακόμα πιο εμφανείς τις διαφορές μας στις πολιτικές επιλογές, αλλά και σε θέματα αντίληψης ακόμα και νοοτροπίας. Όμως, προφανώς δεν είναι ώρα για κορόνες, αλαζονεία και μικροπολιτική. Σε ό,τι μας αφορά, δεν κάνουμε αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση, συμβάλλουμε θετικά στην προσπάθεια με συγκεκριμένες, εναλλακτικές προτάσεις. Επισημάναμε ταυτόχρονα λάθη, παραλείψεις και καθυστερήσεις. Κάναμε πάνω από 100 παρεμβάσεις με την ΚΟ και τους τομείς του κινήματος. Αναδείξαμε μεταξύ άλλων προβλήματα και δώσαμε προτάσεις για την προστασία των υγειονομικών, των νησιών, της Δυτικής Ελλάδας και της Δυτικής Μακεδονίας, τη συμμετοχή της πρωτοβάθμιας φροντίδας με κινητές ομάδες και επισκέψεις στα σπίτια, την συμμετοχή όλων των εργαστηρίων και των ιδιωτικών για την αύξηση των τεστ κι αυτά πέρα από τις προτάσεις για την οικονομία. Πολλές από τις προτάσεις μας υιοθετήθηκαν από την κυβέρνηση. Τις αποδέχονται έστω κι αν δεν το παραδέχονται. Δυστυχώς δεν βρίσκουν και τον χώρο που αξίζουν σε ορισμένα ΜΜΕ. Δεν είναι όμως αυτό τώρα το πρωτεύον. Δεν είμαστε χθεσινοί. Όλα αυτά τα τελευταία χρόνια αντέξαμε παρά τις αντιγραφές και τους αποκλεισμούς και όλα αυτά δεν μας πτοούν. Η παράταξή μας έχει αποδείξει ότι ξέρει και μπορεί να συνεισφέρει στο λαό και την πατρίδα. Δύο από τους βασικούς θεσμούς που στηρίζουν τη μάχη κατά του ιού και των επιπτώσεών του, το ΕΣΥ και η Βοήθεια στο σπίτι, είναι η μεγάλη διαχρονική προσφορά του ΠΑΣΟΚ».
Αναφορικά με το ζήτημα ενδεχόμενων προϋποθέσεων σύγκλισης μεταξύ Κινήματος Αλλαγής και ΣΥΡΙΖΑ, η Φώφη Γεννηματά δήλωσε τα εξής:
«Εμείς ποτέ -και προφανώς ούτε τώρα-δεν ενδώσαμε στο λαϊκισμό, δεν πλειοδοτήσαμε σε παροχές, δεν ενθαρρύναμε τη λογική τού δεν πληρώνω, που την πλήρωσε πολύ ακριβά ο ελληνικός λαός. Δε μιλάμε πολλές γλώσσες για να τους ικανοποιήσουμε όλους. Αντίθετα, ο Σύριζα πατάει σε δύο βάρκες. Παρουσιάζεται με δύο πρόσωπα, ένα του αρχηγού και ένα των στελεχών για να κερδίζει πολλά ακροατήρια. Το πρωί ζηλεύουν το ΠΑΜΕ, το μεσημέρι παρουσιάζουν νέα προγράμματα Θεσσαλονίκης, το απόγευμα τους φταίει ο κ. Τσιόδρας και το βράδυ ο κ. Τσίπρας φοράει το κοστούμι του συστημικού και θεσμικού παράγοντα. Σε κάθε περίπτωση τα πράγματα έχουν αλλάξει και την επόμενη μέρα ο λαϊκισμός και ο κυνισμός θα έχουν ηττηθεί».
Τέλος, για έναν πιθανό εκλογικό αιφνιδιασμό από πλευράς Μητσοτάκη, η Φώφη Γεννηματά είπε τα εξής:
«Είναι αδιανόητο τούτες τις ώρες που δίνουμε τη μάχη για να σωθούν ζωές, να μιλάνε από το Μαξίμου με τους παπαγάλους τους για εκλογές. Αρνούμαι πραγματικά να συμμετέχω σε μια τέτοια συζήτηση. Αποτελεί θεσμική ύβρη στην αγωνία και την ανασφάλεια που βιώνουν οι έλληνες πολίτες, αυτές τις δύσκολες ώρες για τη ζωή τους, την υγεία τους, τη δουλειά τους, το σχολείο των παιδιών τους, τις σπουδές τους, την επιχείρησή τους. Στην κυβέρνηση, αντί για εκλογικούς σχεδιασμούς και μικροκομματικούς τακτικισμούς, οφείλουν να κάνουν χρήση της νωπής εντολής που τους έδωσε ο λαός πριν από λίγους μήνες, για να κερδίσουμε τον πόλεμο κατά του κορονοϊού και να βγούμε χώρα και πολίτες με ασφάλεια μακριά από την κρίση».
(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)