Μετά από αρκετές διαδοχικές και “πολυδιαφημισμένες” νίκες σε πολλά πεδία μάχης το 2020, τα οπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar TB2 τουρκικής κατασκευής απέκτησαν νέους αγοραστές στο εξωτερικό το τρέχον έτος, με την Άγκυρα να εξάγει για πρώτη φορά drones ακόμη και στην Ευρώπη.
Η Πολωνία έγινε η πρώτη χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ που παρήγγειλε τουρκικά drones: 24 Bayraktar TB2 οπλισμένα με αντιαρματικούς πυραύλους. Ο Πολωνός υπουργός Άμυνας Mariusz Blaszczak δήλωσε ότι τα συγκεκριμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη “έχουν σημειώσει επιτυχίες σε πολεμικές επιχειρήσεις”.
Η Ουκρανία αγόρασε επίσης TB2 για να συνδράμουν τις περιπολίες του Ναυτικού της στη Μαύρη Θάλασσα. Το TB2 είναι “το μόνο σημαντικό νέο πολεμικό αεροσκάφος” που έχει αποκτήσει το Κίεβο εδώ και 30 χρόνια, γεγονός που αναδεικνύει τη σημασία της αγοραπωλησίας για τις δύο χώρες.
Και άλλες ευρωπαϊκές χώρες δείχνουν ενδιαφέρον για πιθανή αγορά του συγκεκριμένου τύπου αεροσκάφους ή άλλων μελλοντικών τύπων drones που κατασκευάζονται στην Τουρκία.
Λίγο μετά την παραγγελία που έκανε η Πολωνία, ένα άλλο μέλος του ΝΑΤΟ, η Λετονία, εκδήλωσε πιθανό ενδιαφέρον για την αγορά τουρκικών drones. Η Αλβανία επίσης έχει προϋπολογίσει κονδύλι περίπου 9,7 εκατ. δολάρια για τον ίδιο σκοπό.
Το αυξημένο ενδιαφέρον για τα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη είναι απόρροια των “διαφημισμένων” επιτυχιών που σημείωσαν σε τουλάχιστον τρεις ενεργές εμπόλεμες ζώνες το 2020.
Τον Φεβρουάριο του 2020, τα τουρκικά μαχητικά TB2 συνέτριψαν τις χερσαίες δυνάμεις του συριακού στρατού και της πολιτοφυλακής στην επαρχία Ιντλίμπ, χρησιμοποιώντας τα “έξυπνα” μικροπυροβόλα ακριβείας που διαθέτουν.
Τα τουρκικά TB2 που αναπτύχθηκαν στη Λιβύη συνέδραμαν καίρια την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας -σύμμαχος της Άγκυρας- ώστε να αποκρούσει την πολιορκία του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA) στην Τρίπολη και να αντεπιτεθεί. Τα τουρκικά drones κατέστρεψαν επίσης τα ρωσικής κατασκευής συστήματα αεράμυνας Pantsir-S1 που είχε στην κατοχή του ο LNA.
Έπειτα, στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, που διεξήχθη από τις 27 Σεπτεμβρίου έως τις 10 Νοεμβρίου, τα TB2 του αζέρικου στρατού διέλυσαν τις αρμενικές χερσαίες δυνάμεις.
Παρόλο που τα TB2 υπέστησαν απώλειες και στις τρεις εμπόλεμες ζώνες, οι κάτοχοί τους μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν το οικονομικό σκέλος των ζημιών, λόγω του σχετικά χαμηλού κόστους σε σύγκριση με άλλα drones της αγοράς.
Την κρίσιμη αυτή παράμετρο επισήμανε και ο υπουργός Άμυνας της Μ. Βρετανίας Μπεν Ουάλας.
“Το TB2 και τα πυρομαχικά του συνδυάζουν τεχνικές ικανότητες και προσιτή τιμή γεγονός που σημαίνει ότι οι στρατιωτικοί διοικητές μπορούν να αντέξουν τις φθορές, ενώ παράλληλα θέτουν πραγματικά δύσκολες καταστάσεις στον εχθρό”, τόνισε.
Αναμφίβολα το κόστος είναι σημαντικός παράγοντας που θα προσελκύσει και άλλους πελάτες για τα τουρκικά drones.
Ο Ισμαήλ Ντεμίρ, επικεφαλής της Αμυντικής Βιομηχανίας της Τουρκικής Προεδρίας (SSB), τόνισε επίσης το χαμηλό κόστος του TB2.
“Εάν ένα drone -από οποιαδήποτε άλλη χώρα- είχε τις ίδιες δυνατότητες με το δικό μας, η (τιμή του) θα ήταν διπλάσια”, δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ο Ντεμίρ μάλλον δεν υπερβάλλει. Όπως επισήμανε ο βρετανικός “Guardian” τον περασμένο Δεκέμβριο, ένα TB2 κοστίζει κατά μέσο όρο μεταξύ 1 και 2 εκατ. δολαρίων, ποσό “πολύ μικρότερο από τα περίπου 20 εκατ. δολάρια που κατέβαλε ο βρετανικός στρατός για το καθένα από τα 16 νέας γενιάς drone Protector, υψηλής τεχνολογίας, που κατασκευάζει η αμερικανική εταιρεία General Atomics.
Μπορεί η Τουρκία να ευελπιστεί πως οι σημαντικές επιτυχίες των μη επανδρωμένων αεροσκαφών της στο πεδίο της μάχης σε συνδυασμό με το χαμηλό κόστος θα την καταστήσουν “κορυφαία εξαγωγική δύναμη” στον τομέα των εν λόγω οπλικών συστημάτων, ωστόσο έχει ακόμη να διανύσει αρκετό δρόμο για να επιτύχει αυτόν τον σκοπό, αφού ο ανταγωνισμός είναι σκληρός. Σύμφωνα με το Bloomberg, η Άγκυρα παραμένει ένας “μικρός παίκτης” στη διεθνή αγορά των μαχητικών drones σε σύγκριση με χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα και το Ισραήλ, με το τελευταίο να είναι αυτήν τη στιγμή ο Νο1 εξαγωγέας μη επανδρωμένων αεροσκαφών παγκοσμίως, τα οποία είναι και πιο εξελιγμένα από εκείνα της Τουρκίας.
Μέχρι πρόσφατα, οι ΗΠΑ επέλεγαν να μην πωλούν τα οπλισμένα drones τους στο εξωτερικό, παρά μόνο σε μερικούς στενούς συμμάχους τους. Αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει. Κατά τη διακυβέρνηση Τραμπ, η Ουάσινγκτον επανερμήνευσε το καθεστώς ελέγχου της πυραυλικής τεχνολογίας (MTCR), το οποίο επιδιώκει να περιορίσει τη διάδοση των οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Το έπραξε εν μέρει από απογοήτευση για το γεγονός ότι αντίπαλοι εξαγωγείς όπλων, όπως η Κίνα, κατάφεραν να διαμορφώσουν μια σημαντική εξαγωγική αγορά για τα οπλισμένα drones τους, πουλώντας ακόμη και σε συμμάχους των ΗΠΑ, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έχει ανατρέψει αυτή την απόφαση. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη υπογράψει μια επικερδή συμφωνία για την πώληση 18 μη επανδρωμένων αεροσκαφών MQ-9 Reaper στα ΗΑΕ ως μέρος ενός μεγαλύτερου πακέτου εξοπλισμών αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στο εγγύς μέλλον, η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να πουλήσει τα εξελιγμένα drones της σε ακόμα περισσότερες χώρες.
Παρ’ όλα αυτά, είναι πολύ πιθανόν η Τουρκία να μπορέσει να διαμορφώσει μια σημαντική εξαγωγική αγορά για τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη της, “διαφημίζοντας” επανειλημμένα την προσιτή τιμή τους και τις επιτυχίες τους σε πολεμικές επιχειρήσεις και απευθυνόμενη -ως επί το πλείστον- σε χώρες οι οποίες δεν μπορούν να υποστηρίξουν οικονομικά την αγορά drones υψηλής τεχνολογίας, ωστόσο έχουν συνειδητοποιήσει την ολοένα αυξανόμενη σημασία αυτών των οπλικών συστημάτων στις σύγχρονες μορφές πολέμου.
πηγη-capital.gr