Αναστάτωση επικρατεί στην Γηραιά Ήπειρο μετά τις φονικές τρομοκρατικές επιθέσεις με μια νέα πραγματικότητα να είναι τώρα γεγονός. Οι πολίτες των χωρών που επλήγησαν από τους φανατικούς ακολούθους του Ισλαμικού Κράτους — οι οποίοι αδιαφορούν για το εάν θα πεθάνουν — έχουν ως στόχο να πάρουν μαζί τους όσους περισσότερους «άπιστους» μπορούν για να διαδώσουν το όνομα του Αλλάχ.
Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία είναι οι χώρες που τα τελευταία δύο χρόνια έχουν πληγεί περισσότερο από κάθε άλλη στην Ευρώπη, με εκατοντάδες συνολικά νεκρούς και με τις δυνάμεις ασφαλείας να βρίσκονται σε επιφυλακή καθώς η απειλή της τρομοκρατίας παραμένει υπαρκτή.
Τι συμβαίνει, όμως, στην περίπτωση της Ιταλίας και για ποιο λόγο οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους δεν έχουν θέσει σε εφαρμογή τα αιματηρά σχέδιά τους για να χτυπήσουν τους «καφίρ» Καθολικούς; Επίκειται επίθεση στο Βατικανό, όπως κατά καιρούς απειλούν στο πλαίσιο της προπαγάνδας τους ή μήπως η απόφαση της ιταλικής κυβέρνησης να μην αναμειχθεί στη στρατιωτική επέμβαση στη Συρία έχει αποτρέψει τον κίνδυνο προς το παρόν; Η Ιταλία, εντούτοις, στην οποία ζουν περίπου 1,8 εκατ. μουσουλμάνων, διαδραματίζει ενεργό ρόλο στη Λιβύη, όπου οι τζιχαντιστές έχουν απειλήσει να διευρύνουν το ισλαμικό χαλιφάτο τους, επομένως πώς μπορεί η χώρα του Μικελάντζελο, του Δάντη, του Αντόνιο Γκράμσι, του Τζοβάνι Φαλκόνε να έχει «ανοσία» στην ισλαμιστική τρομοκρατία;
Σύμφωνα με αναλυτές που μελετούν την προπαγάνδα του Ισλαμικού Κράτους ο κίνδυνος μίας επίθεσης σε σημαντικές ιταλικές πόλεις παραμένει ζωντανός, αν εξετάσει κανείς τα μηνύματα κατά της «καρδιάς» του καθολικισμού, δηλαδή το Βατικανό. Όλα αυτά τη στιγμή που το ΙΚ επιστρατεύει νέα μέσα προπαγάνδας με ένα καινούριο έντυπο.
Μετά το γνωστό «Dabiq», σειρά έχει ένα νέο περιοδικό των τζιχαντιστών με τίτλο «Rumiyah», που στα αραβικά σημαίνει «Ρώμη», και το οποίο κάνει αναφορά στην ισλαμική προφητεία ότι μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης θα «πέσει» και η ιταλική πρωτεύουσα.
Όπως εξηγεί o Αρτούρο Βαρβέλι, Ιταλός αναλυτής του Ινστιτούτου μελετών της διεθνούς πολιτικής ISPI, το Ισλαμικό Κράτος «είναι κυρίως προπαγάνδα καθώς από τη στιγμή της ίδρυσής του εστιάζει στον μύθο του χαλιφάτου και υπόσχεται σε όσους ενταχθούν στους κόλπους του τη Γη της Επαγγελίας, με αποτέλεσμα να έχει κατορθώσει να προσελκύσει ανθρώπους που είχαν ανάγκη ιδεολογικής κατεύθυνσης».
Σύμφωνα με τον Βαρβέλι, το ριζοσπαστικό Ισλάμ προσφέρει μία ταυτότητα σε όσους την αναζητούν, με αποτέλεσμα να «κερδίζει» νεαρούς κυρίως ανθρώπους που έχουν γεννηθεί στην Ιταλία από μετανάστες γονείς. Δεν είναι τυχαίο ότι Ιταλοί δεύτερης γενιάς έγιναν ξένοι μαχητές και ταξίδεψαν σε Συρία και Ιράκ για να εκπαιδευθούν και να πολεμήσουν στο πλευρό των τζιχαντιστών.
«Αυτοί οι άνθρωποι δεν νιώθουν αρκετά Ιταλοί, αλλά παράλληλα δεν νιώθουν πια Μαροκινοί, Τυνήσιοι. Δεν νιώθουν όπως οι γονείς τους. Αναζητούν, λοιπόν, μία νέα ταυτότητα και το ΙΚ τους την παρέχει. Αν εσύ δεν ξέρεις ποιος είσαι και δεν ξέρεις να αυτοπροσδιοριστείς αναζητάς μία νέα ταυτότητα», συμπληρώνει ο αναλυτής.
Η κρίση ταυτότητας στους νεαρούς μουσουλμάνους που έχουν γεννηθεί σε μία ευρωπαϊκή χώρα στην οποία απαιτείται η κοινωνική ενσωμάτωση, αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες που οδηγούν στη ριζοσπαστικοποίηση. Την εποχή του Διαδικτύου που οι πληροφορίες είναι στη διάθεση του καθενός και κυρίως στα χέρια των νέων, η πρόσβαση σε φόρα που στέλνουν το μήνυμα μίας διχασμένης κοινωνίας σε λευκό και μαύρο όπου οι μουσουλμάνοι απεικονίζονται ως οι αδικημένοι από τους Δυτικούς μπορεί να «μαγέψει» έναν νέο προερχόμενο από δυσλειτουργική οικογένεια, που είναι άνεργος και έχει προβλήματα συμπεριφοράς. Σε αυτά τα στοιχεία στοχεύουν οι στρατολόγοι του ΙΚ για να πείσουν τους νέους να πολεμήσουν στο πλευρό των τζιχαντιστών.
Βέβαια, όπως επισημαίνει ο Βαρβέλι, ενώ ο μύθος του χαλιφάτου αρχίζει να αποδυναμώνεται και τη στιγμή που οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν τη ροή των ξένων μαχητών, ανάμεσα στους οποίους 98 από την Ιταλία, η τρομοκρατική οργάνωση τροποποιεί την προπαγάνδα και τη στρατηγική της, μετατοπίζοντας το βάρος του «ιερού αγώνα» από το Ιράκ και τη Συρία στις χώρες των επίδοξων τρομοκρατών.
«Πλέον λιγότεροι μαχητές ταξιδεύουν για να πολεμήσουν, επομένως η προπαγάνδα εστιάζει στο παρακάτω: Δεν είναι απαραίτητο να μεταβείς στη Συρία ή το Ιράκ για να πολεμήσεις, μπορείς να το κάνεις εκεί που βρίσκεσαι», προσθέτει ο αναλυτής.
Στην ίδια εκτίμηση καταλήγει και υψηλόβαθμος αξιωματούχος των ιταλικών αρχών, ο οποίος εξηγεί πως καθώς το ΙΚ αντιμετωπίζει κρίση και προβλήματα στα εδάφη του, προσκαλεί τους μαχητές να παραμείνουν στις χώρες της Δύσης για να συνεχίσουν εκεί την τζιχάντ.
Όπως επισημαίνει ο αξιωματούχος, το πρόβλημα μεταπηδά από τους ξένους μαχητές στους μοναχικούς λύκους και παραθέτει ως παράδειγμα την περίπτωση του 32χρονου Μαροκινού Μοχάμεντ Κοραίτσι, ο οποίος έφυγε για τη Συρία μαζί με την Ιταλίδα σύζυγό του. Από εκεί ο Κοραίτσι έστελνε μηνύματα στους ανθρώπους του περιβάλλοντός του στο Λέκκο, καλώντας τους να εξαπολύσουν επίθεση. Στόχος τους ήταν ένας: Η τζιχάντ στην Ιταλία και συγκεκριμένα στη Ρώμη.
«Αγαπητέ αδελφέ, σου στέλνω ένα ποίημα-βόμβα, άκου τον σεΐχη και χτύπα στη χώρα που βρίσκεσαι», έγραφε στον Μαροκινό πρωταθλητή kickboxing, Αμπντεραχίμ Μουταρχαρίκ, ο 32χρονος. Το μήνυμα, όμως, έγινε αντιληπτό από την αντιτρομοκρατική υπηρεσία της Ιταλίας και ο αθλητής συνελήφθη και αναμένεται σύντομα να δικαστεί, ενώ ο Κοραίτσι με τη γυναίκα του παραμένουν στη Συρία.
Γιατί, όμως, η Ιταλία δεν έχει ακόμα «χτυπηθεί»; Ο Βαρβέλι δεν αποκλείει μία επίθεση στο μέλλον, καθώς το Βατικανό ως κέντρο του καθολικισμού αποτελεί εν δυνάμει στόχο των τζιχαντιστών. Το γεγονός δε, ότι η χώρα δεν έχει πληγεί στο παρελθόν κινητοποιεί ακόμα περισσότερο τους τζιχαντιστές ώστε, όπως επισημαίνει ο αναλυτής «να αποδείξουν ότι μπορούν να το κάνουν».
Βέβαια, την ίδια στιγμή, ο Βαρβέλι επισημαίνει πως η Ιταλία έχει «παράδοση» στην εσωτερική τρομοκρατία, εξαιτίας της μαφίας και των Ερυθρών Ταξιαρχιών, με αποτέλεσμα οι αρμόδιες υπηρεσίες να έχουν εκπαιδευθεί περισσότερο συγκριτικά με τους Βέλγους, για παράδειγμα.
«Η αστυνομία, οι καραμπινιέροι, οι ειδικές δυνάμεις, οι μυστικές υπηρεσίες εκπαιδεύονται διαρκώς. Έχει αλλάξει η νοοτροπία τους, συνεργάζονται με think tanks, προσπαθούν να έχουν στο προσωπικό τους ανθρώπους που μιλάνε αραβικά, ώστε να είναι έτοιμοι. Υπάρχει διαφορετική παράδοση αλλά κανείς δε μπορεί να πει ότι έχουμε ανοσία. Πρώτοι εκείνοι εκπλήσσονται που δεν έχει γίνει κάποια σημαντική επίθεση στην Ιταλία», συμπληρώνει ο αναλυτής.
Παράλληλα, ο σχετικά μικρότερος αριθμός μεταναστών καθώς και η απουσία πολιτικής ενσωμάτωσης ευνοεί ώστε να μην καλλιεργείται το συγκρουσιακό κλίμα που παρατηρείται στο Βέλγιο ή τη Γαλλία. Επιπλέον, στην Ιταλία δε θα συναντήσει κανείς κοινότητες μεταναστών, όπως το Μόλενμπεκ, γεγονός που αποτρέπει τη ριζοσπαστικοποίηση.
Βέβαια, «αγκάθι» στις έρευνες της αντιτρομοκρατικής αποτελούν τα παράνομα τζαμιά. «Στην Ιταλία», λέει ο αναλυτής, «δεν θέλουμε τεμένη και αυτό είναι ανοησία γιατί με αυτό τον τρόπο καλλιεργούμε το έδαφος για τα παράνομα τζαμιά. Πώς θα ελέγξουμε τα κέντρα ριζοσπαστικοποίησης; Πώς θα μάθουμε ποιος είναι μέσα σε αυτά;».
Ο κίνδυνος, λοιπόν, που ελλοχεύει είναι η δημιουργία μικρών πυρήνων συμπαθούντων του Ισλαμικού Κράτους, ενώ όπως εξηγεί ο Βαρβέλι, δεν είναι δύσκολο κάποιος να πάρει ένα πιστόλι και να πάει στην πλατεία του Ντουόμο για να σκοτώσει.
Τη στιγμή που οι επιθέσεις σκορπούν το θάνατο και τον πανικό, γιγαντώνεται και το μίσος πολιτικών ομάδων που απομονώνουν τη θρησκεία των τρομοκρατών για να στοχοποιήσουν ολόκληρες θρησκευτικές μειονότητες στη Δύση. Παραδόξως, αυτό επιθυμούν οι ίδιοι οι τζιχαντιστές, οι οποίοι επιχειρούν να αποδείξουν στους μουσουλμάνους της Ευρώπης ότι οι Δυτικοί επιδιώκουν την εξόντωσή τους ώστε να αιτιολογήσουν τα «χτυπήματά» τους.
Σύμφωνα με τον αναλυτή, πρόκειται για ένα νέο φαινόμενο με το ΙΚ να στοχεύει σε μία διπλή ριζοσπαστικοποίηση, από τη μία στόχος είναι η ριζοσπαστικοποίηση των μουσουλμάνων και από την άλλη εκείνη των δυτικών.
«Όσο περισσότερο ριζοσπαστικοποιούνται οι ισλαμιστές, άλλο τόσο ριζοσπαστικοποιείται η ακροδεξιά. Το ένα έχει ανάγκη το άλλο για να επιβιώσει, να συνεχίσει να τρέφεται και να μεγαλώνει», εξηγεί ο Βαρβέλι και προσθέτει πως οι μεγάλες ακροδεξιές δυνάμεις στην ηγεσία των χωρών, επιτρέπουν στο ΙΚ να συνεχίσει το αντιευρωπαϊκό αφήγημα στέλνοντας το μήνυμα πως «οι απαίσιοι δυτικοί θέλουν να μας σκοτώσουν όλους. Μας διώχνουν από τις χώρες τους και μας κυνηγούν».
Το παραπάνω μήνυμα ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο μετά την επιβολή του νόμου απαγόρευσης του μπουρκίνι στη Γαλλία, μέτρο το οποίο τελικά ανακλήθηκε. Η απόφαση αυτή θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν αφορμή για ένα νέο «χτύπημα», καθώς η απαγόρευση του μπουρκίνι γιγαντώνει την παραποιημένη εικόνα που παρουσιάζουν οι μαχητές του ΙΚ στους επίδοξους τζιχαντιστές περί περιφρόνησης των μουσουλμάνων και επιχείρησης εκδίωξής τους, αλλά και αφανισμού της κουλτούρας τους.
«Δεν μπορούν να ντυθούν όπως θέλουν γιατί είναι μουσουλμάνοι. Αυτή ακριβώς είναι η προπαγάνδα του ΙΚ», εξηγεί ο αναλυτής και επισημαίνει πως αυτό εξυπηρετεί την ακροδεξιά, η οποία δεν ενδιαφέρεται να κατανοήσει σε βάθος το φαινόμενο, αλλά να αποσπάσει ψήφους και καταλήγει: «Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο Σαλβίνι (σ.σ. επικεφαλής της Λέγκας του Βορρά) ή ότι η Χρυσή Αυγή βοηθούν σε αυτό».
Ερωτηθείς για την απειλή της τρομοκρατίας και κατά πόσο θα συνεχίσει να απασχολεί στο μέλλον τη Δύση, ο Βαρβέλι δεν κρύβει την απαισιοδοξία του και εκτιμά πως η τρομοκρατία θα αποτελέσει μέρος της ζωή μας. Η ιδέα ότι μπορεί κάποιος να χάσει τη ζωή του σε μία επίθεση θα «φωλιάσει» στις σκέψεις των ανθρώπων, ενώ η συχνότητα τέτοιων περιστατικών θα ωθήσει τη νέα γενιά να εκτιμά πως η απειλή είναι τμήμα της καθημερινότητας.
Εντούτοις, ο Βαρβέλι τονίζει: «Πρέπει να παλέψουμε ενάντια σε αυτή την αντίληψη με κάθε τρόπο. Αυτό επιτυγχάνεται με την παιδεία. Να μάθουν οι άνθρωποι τη διαφορετικότητα ώστε να υπάρχει ειρηνική συμβίωση, στοιχείο που θα αποδειχθεί θετικό για τους μουσουλμάνους και τους χριστιανούς».
Αν ένας «μοναχικός λύκος» μπορεί να χτυπήσει την Ιταλία, δε θα μπορούσε να πλήξει το ίδιο εύκολα και την Ελλάδα; Ο Βαρβέλι εξηγεί πως η Ελλάδα και η Ιταλία αποτέλεσαν χώρες μετάβασης, για κάποιους από τους τρομοκράτες των Βρυξελλών.
«Πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι ένα παράδειγμα πολύ κοντινό με την Ιταλία. Η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία έχουν μετανάστες αλλά η ροή τους ξεκίνησε σχετικά πρόσφατα. Βέβαια, πλέον δε μπορούν να θεωρηθούν μόνο χώρες μετάβασης, διότι σύμφωνα με την προπαγάνδα (του ΙΚ) η Ευρώπη πρέπει να πληγεί στο σύνολό της και εμείς εκτιμούμε ότι είναι αξιόπιστη η προπαγάνδα. Όταν το ΙΚ προπαγανδίζει κάτι, έχει την τάση να το εκπληρώσει. Κάνει τα πάντα για να θέσει σε εφαρμογή την προπαγάνδα γιατί αυτό κάνει την οργάνωση να φαίνεται αξιόπιστη», προσθέτει ο αναλυτής καταλήγοντας: «Δε μπορούμε να σκεφτούμε ότι η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα έχουν “ανοσία” στην απειλή της τρομοκρατίας».
Πηγή: www.defencenet.gr