Μια εξέταση αίματος μπορεί να προβλέψει πόσο καλά θα ανταποκριθούν στην θεραπεία οι ασθενείς με μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, υποστηρίζουν Βρετανοί ερευνητές σε άρθρο που δημοσίευσαν στο επιστημονικό έντυπο Nature Medicine.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου του Μάντσεστερ στο Πανεπιστήμιο της βρετανικής πόλης απομόνωσαν καρκινικά κύτταρα τα οποία είχαν αποσπαστεί από τον κύριο όγκο, τα λεγόμενα και κυκλοφορούντα καρκινικά κύτταρα (CTCs), από το αίμα 31 ασθενών με μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, μια επιθετική μορφή του συγκεκριμένου καρκίνου.
Όταν ανέλυσαν τα CTCs ανακάλυψαν ότι πρότυπα γενετικών λαθών που είχαν αξιολογηθεί πριν την θεραπεία σχετίζονταν με το πόσο καλά και για πόσο διάστημα ο ασθενής θα ανταποκρινόταν στην χημειοθεραπεία.
Κι ενώ οι κλασσικές βιοψίες, με τη λήψη δείγματος από τον όγκο, μπορεί να αποδειχθούν δύσκολες καθώς τα δείγματα είναι μικρά ή τα σημεία του όγκου δυσπρόσιτα, οι υγρής μορφής βιοψίες έρχονται να δώσουν τη λύση μέσω ενός δείγματος αίματος.
Μελετώντας περαιτέρω τις δυνατότητες της νέας αιματολογικής εξέτασης, οι επιστήμονες εστίασαν στις γενετικές αλλαγές που συνέβαιναν στους ασθενείς που αρχικά είχαν καλή ανταπόκριση στη θεραπεία αλλά έπειτα υποτροπίασαν. Το πρότυπο σε αυτά τα κύτταρα ήταν διαφορετικό απ’ αυτό των ασθενών που δεν ανταποκρίνονταν καλά στην χημειοθεραπεία, γεγονός που σημαίνει ότι εμπλέκονται διαφορετικοί μηχανισμοί φαρμακο-αντίστασης.
«Η μελέτη αποκαλύπτει πως δείγματα αίματος μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να προβλέψουμε ποιοι ασθενείς θα ανταποκριθούν στις θεραπείες. Δυστυχώς, υπάρχουν ελάχιστες θεραπευτικές επιλογές για ασθενείς με μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα και καμιά για ασθενείς των οποίων ο καρκίνος έχει ανθεκτικότητα στη χημειοθεραπεία. Αναγνωρίζοντας τις διαφορές στα πρότυπα των γενετικών λαθών μεταξύ των ασθενών, έχουν πλέον ένα σημείο εκκίνησης για την καλύτερη κατανόηση του πως αναπτύσσεται η φαρμακο-αντίσταση σε άτομα με επιθετικό καρκίνο του πνεύμονα» εξηγεί η καθηγήτρια Καρολιν Ντάιβ, από το Ινστιτούτο του Μάντσεστερ.