Στις 9 Οκτωβρίου συμπληρώνονται πενήντα τρία χρόνια από τη δολοφονία του επαναστάτη Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Μετά την τελευταία μάχη στις 8 Οκτώβρη 1967, ο Τσε πληγωμένος στο ένα πόδι και με το όπλο του κατεστραμμένο, συνελήφθη και κατ’ απαίτηση των ΗΠΑ δολοφονήθηκε την επομένη.
Υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία της Κουβανικής Επανάστασης και άσκησε μεγάλη επίδραση στη θεωρία και την τακτική του ανταρτοπόλεμου. Πίστευε στην επικράτηση του σοσιαλισμού μέσα από μια παγκόσμια επανάσταση. Με το πέρασμα των χρόνων ο Τσε έγινε το σύμβολο της αιώνιας επανάστασης και αντικείμενο λατρείας, ένα είδωλο παντός καιρού.
Ο Ερνέστο Γκεβάρα γεννήθηκε στο Ροσάριο της Αργεντινής και ήταν το μεγαλύτερο από τα πέντε παιδιά του αντιπερονιστή αρχιτέκτονα Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς και της Σέλια ντε λα Σέρνα, μίας εξαιρετικά δυναμικής γυναίκας που συμμετείχε δραστήρια σε αριστερά κινήματα. Σύμφωνα με το πιστοποιητικό γέννησής του, γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου 1928. Κατά τον βιογράφο του, Τζον Λι Άντερσον, η πραγματική ημερομηνία γέννησής του τοποθετείται νωρίτερα, στις 14 Μαΐου του ίδιου έτους. Η άποψη αυτή στηρίζεται σε μαρτυρία μίας αστρολόγου, στην οποία φέρεται να εξομολογήθηκε η μητέρα του πως ήταν ήδη τριών μηνών έγκυος όταν παντρεύτηκε τον Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς.
Μια από τις αγαπημένες του συνήθειες ήταν το διάβασμα, ενώ ταυτόχρονα θέλοντας να πολεμήσει όσα η ασθένειά του απαγόρευε να κάνει, ανέπτυξε μεγάλες αθλητικές δραστηριότητες. Ο Τσε σπούδασε Ιατρική το 1947 ενώ το 1950 μαζί με το φίλο του Αλμπέρτο Γρανάδο πάνω σε μια θρυλική μοτοσικλέτα «Νόρτον» ταξιδεύουν στη Χιλή, το Περού, τη Βενεζουέλα, τη Βολιβία, τον Ισημερινό και τον Παναμά.
Ηγετικός ρόλος στην εξέγερση στην Κούβα
Μετά την ανατροπή Άρμπενς, ο Τσε πήγε στο Μεξικό, όπου γνώρισε τους αδελφούς Κάστρο, οι οποίοι προετοίμαζαν εξέγερση στην Κούβα για την ανατροπή του δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα. Προσχώρησε στις δυνάμεις τους και άρχισε να εκπαιδεύεται στον ανταρτοπόλεμο. Στις 25 Νοεμβρίου 1956 εγκατάλειψε το Μεξικό με το σκάφος Γκράνμα και με 82 συντρόφους του αποβιβάστηκε στις ακτές της επαρχίας Οριέντε της Κούβας. Εντοπίστηκαν, όμως, γρήγορα από τις αρχές και εξολοθρεύτηκαν σχεδόν όλοι. Οι λίγοι που επέζησαν μαζί με τον τραυματισμένο Τσε κατόρθωσαν να φτάσουν στον ορεινό όγκο Σιέρα Μαέστρα. Εκεί οργάνωσαν τον πρώτο αντάρτικο, το οποίο στην πορεία του χρόνου θα γιγαντωθεί και με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο θα ανατρέψει στις 2 Ιανουαρίου 1959 τη δικτατορία Μπατίστα και θα εγκαταστήσει ένα προοδευτικό καθεστώς με μαρξιστικό προσανατολισμό.
Ο Τσε έπαιξε ηγετικό ρόλο στο νέο καθεστώς της Κούβας και το εκπροσώπησε σε πολλές αποστολές στο εξωτερικό. Απέκτησε μεγάλη φήμη στη Δύση, λόγω της θαρραλέας στάσης του σε κάθε μορφή ιμπεριαλισμού και νεοαποικιοκρατίας, που εκείνη την περίοδο τις εκπροσωπούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Κατέλαβε διάφορα κυβερνητικά πόστα στη νέα του πατρίδα, ιδίως του οικονομικού τομέα. Στην προσωπική του ζωή χώρισε την περουβιανή σύζυγό του Ίλντα Γκαντέα, με την οποία είχε αποκτήσει μία κόρη, και νυμφεύθηκε την κουβανή Αλέιντα Μαρτς, στέλεχος του στρατού του Φιντέλ Κάστρο, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά.
Μετά τον Απρίλιο του 1965, ο Τσε αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή και έπειτα εξαφανίστηκε εντελώς. Η εξαφάνισή του αποδόθηκε σε διαφωνίες του με τον Φιντέλ Κάστρο σχετικά με την οικονομική πολιτική και την ιδεολογική γραμμή του καθεστώτος. Πάντως, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου ο Κάστρο έδωσε στη δημοσιότητα μία επιστολή του Τσε, όπου επαναβεβαίωνε την ακλόνητη εμπιστοσύνη του στην Κουβανική Επανάσταση και τόνιζε ότι «άλλα έθνη έχουν ανάγκη από τις ταπεινές υπηρεσίες μου».
Μετά τη φυγή του από την Κούβα, ο Τσε περιπλανήθηκε αρκετά. Το φθινόπωρο του 1966 βρέθηκε στη Βολιβία για να συνεχίσει το επαναστατικό του έργο. Ήταν μία σύγχρονη εκδοχή του Σιμόν Μπολιβάρ, καθώς θεωρούσε τη Λατινική Αμερική όχι ως ένα σύνολο χωριστών εθνών, αλλά ως μία πολιτιστική και οικονομική ενότητα, για την απελευθέρωση της οποίας θα χρειαζόταν μια κοινή στρατηγική.
Την πάμφτωχη Βολιβία κυβερνούσε εκείνη την εποχή η αμερικανοκίνητη χούντα του στρατηγού Ρενέ Μπαριέντος. Ο Τσε με πάσα μυστικότητα οργάνωσε στη ζούγκλα της Σάντα Κρους μία ομάδα από 50 αντάρτες, που αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα του Βολιβιανού Απελευθερωτικού Στρατού. Η πρώτη μάχη με τον στρατό δόθηκε τον Μάρτη του 1967. Ο Τσε ήταν και πάλι στο προσκήνιο, γεγονός που προκάλεσε την οργή του δικτάτορα, ο οποίος ζήτησε από τις δυνάμεις του το κεφάλι του για να το κρεμάσει σε κεντρικό φανοστάτη της Λα Παζ.
Η εκτέλεση του κομαντάντε
Ταυτόχρονα, δραστηριοποιήθηκε και η CIA, που δεν είχε ξεχάσει τη δράση του Γκεβάρα στην Κούβα και την καθοριστική του συνεισφορά στην επικράτηση των «μπαρμπούδος» του Κάστρο, αλλά και την εναντίον των ΗΠΑ ρητορική του. Εξόπλισε τις ειδικές δυνάμεις του βολιβιανού στρατού με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας και την πλαισίωσε με ειδικούς συμβούλους, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Φέλιξ Ροντρίγκεζ, με δράση στην Κούβα. Εκτός από τον στρατό και τους Αμερικανούς, ο Τσε είχε να αντιμετωπίσει και την εχθρική συμπεριφορά του τοπικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που ήταν περισσότερο προσανατολισμένο προς τη Μόσχα, παρά προς στην Αβάνα.
Ο κλοιός έσφιγγε γύρω του και ο Τσε δεν άργησε να πέσει στα χέρια των διωκτών του. Οι βολιβιανές ειδικές δυνάμεις, εκμεταλλευόμενες τις πληροφορίες από ντόπιους χωρικούς, τον συνέλαβαν ύστερα από σύντομη μάχη στις 8 Οκτωβρίου 1967 στην τοποθεσία Κεμπράδα Ντελ Ιούρο. Σύμφωνα με κάποιους στρατιώτες, ο Τσε φώναξε στους στρατιώτες: «Μη με πυροβολείτε. Είμαι ο Τσε Γκεβάρα και αξίζω περισσότερο ζωντανός παρά νεκρός». Πάνω του βρέθηκε το ημερολόγιο που κρατούσε για τη δράση του στη Βολιβία. Η πρώτη εγγραφή ήταν στις 7 Νοεμβρίου 1966 και η τελευταία στις 7 Οκτωβρίου 1967 την παραμονή της σύλληψής του.
Την επομένη μέρα, ο Τσε Γκεβάρα εκτελέστηκε σε μία αίθουσα ενός εγκαταλελειμμένου σχολείου στο χωριό Λα Χιγκέρα. Ο εκτελεστής του ήταν ο λοχίας Μάριο Τεράν, που έδωσε μάχη με τους συναδέλφους για το ποιος θα έχει την τιμή να σκοτώσει τον διακεκριμένο αιχμάλωτο. Με διαταγή του δικτάτορα Μπαριέντος, τον πυροβόλησε με τέτοιο τρόπο, ώστε να φανεί ότι σκοτώθηκε σε μάχη. Η σορός του 39χρονου επαναστάτη μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Βαγιεγκράντε για να επιδειχθεί στους εκπροσώπους του Τύπου. Ακολούθως, ένας στρατιωτικός γιατρός τού ακρωτηρίασε τα δύο χέρια ως αποδεικτικό στοιχείο και στη συνέχεια το υπόλοιπο της σορού του τάφηκε σε άγνωστο σημείο. Ο τάφος του αποκαλύφθηκε το 1997 κοντά στο αεροδρόμιο του Βαγιεγκράντε από μια ομάδα κουβανών ιατροδικαστών. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Κούβα και τάφηκαν στο Μαυσωλείο της Σάντα Κλάρα, όπου δόθηκε η καθοριστική μάχη της Κουβανικής Επανάστασης.
Ο θρύλος
Ο θάνατος του Τσε Γκεβάρα αποτέλεσε ένα σοβαρό πλήγμα για το επαναστατικό κίνημα στη Λατινική Αμερική και οι διάφορες χούντες της περιοχής βρήκαν την ευκαιρία να σκληρύνουν τη στάση τους. Σε αυτό το σημείο εστιάζεται και η κριτική που ασκήθηκε στον Τσε Γκεβάρα, ότι, δηλαδή, η δική του δράση και όσων τον μιμήθηκαν αργότερα συνέβαλε στη διατήρηση ενός σκληρού και αμερικανοκίνητου μιλιταρισμού στη Λατινική Αμερική για πολλά χρόνια ακόμα.
Σχεδόν αμέσως με τον θάνατό του άρχισε να καλλιεργείται ο μύθος του. Ο γιατρός από την Αργεντινή έγινε το σύμβολο της εξέγερσης και της επανάστασης για το φοιτητικό κίνημα της δεκαετίας του ’60. Πολλά νεαρά άτομα στη Δύση τον ξεχώρισαν ανάμεσα σε άλλους επαναστάτες, επειδή απαρνήθηκε τις ανέσεις μιας άνετης μεσοαστικής ζωής για να αγωνισθεί για τους φτωχούς και απόκληρους του πλανήτη και για μία δίκαιη κοινωνία. Ακόμη και όσοι διαφωνούσαν με τις κομμουνιστικές του ιδέες αναγνώρισαν τη ακεραιότητα και το πνεύμα αυτοθυσίας που τον διέκρινε.
Ο Τσε Γκεβάρα είχε και πολλούς επικριτές. Πολλοί πιστεύουν ότι ο ηρωικός του θάνατος, το νεαρό της ηλικίας του και η αποτυχία των οραμάτων του συνεισέφεραν καθοριστικά στη δημιουργία του μύθου του. Οι συντηρητικοί τον κατηγόρησαν ότι δημιούργησε τα πρώτα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην Κούβα, ενώ οι αναρχικοί ως ένα σταλινικό γραφειοκράτη, αν και η σχέσεις του με τη Μόσχα δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές. Για την επίσημη Αμερική, ο Τσε Γκεβάρα θεωρείται και σήμερα ένας επικίνδυνος τρομοκράτης, του μεγέθους του Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Με το πέρασμα των χρόνων, ο Τσε έγινε αντικείμενο λατρείας, ένα ποπ είδωλο παντός καιρού. Μπλουζάκια, καπελάκια, κονκάρδες, πόστερ και κούπες με παραλλαγές της περίφημης φωτογραφίας του Άλμπερτ Κόρντα, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 53 χρόνων από τη δολοφονία του Τσε, η Κούβα αναμένεται να τιμήσει, όπως κάθε χρόνο, τη μνήμη του σπουδαίου κομμουνιστή επαναστάτη με πληθώρα εκδηλώσεων σε όλη τη χώρα, επίκεντρο των οποίων θα είναι η πόλη της Σάντα Κλάρα όπου βρίσκεται το Μαυσωλείο του Τσε
Με πληροφορίες από wikipedia, Σαν Σήμερα