Πολλά βιβλία εκδίδονται, αλλά λίγα καταφέρνουν να γίνουν τόσο ευπώλητα, ώστε να θεωρηθούν μπεστ-σέλερ.
Ποια βιβλία έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να το πετύχουν αυτό; Όσα είναι μυθιστορήματα (ιδίως θρίλερ ή μυστηρίου), απομνημονεύματα ή βιογραφίες, έχουν μεγάλες αρχικές πωλήσεις και εκδίδονται προς το τέλος του έτους αλλά πριν από την περίοδο των Χριστουγέννων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ουγγρικής καταγωγής καθηγητή Άλμπερτ-Λάζλο Μπαραμπάσι του Πανεπιστημίου Νορθίστερν της Βοστόνης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό επιστήμης των δεδομένων «EPJ Data Science», ανέλυσαν στοιχεία από τις λίστες με τα μπεστ-σέλερ των «Τάιμς της Νέας Υόρκης» για την περίοδο 2008-2016, που περιλάμβαναν συνολικά περίπου 4.500 βιβλία.
Ανέπτυξαν έτσι μια φόρμουλα που προβλέπει αν ένα βιβλίο έχει τα «φόντα» να γίνει μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Αν ένα βιβλίο με το «καλημέρα» εμφανισθεί στη λίστα των ευπώλητων, έχει σαφώς μεγαλύτερες πιθανότητες να μείνει εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δύσκολα γίνεται μπεστ-σέλερ ένα βιβλίο που δεν είναι μυθιστόρημα ή βιογραφία και που δεν έχει κάνει καλή «εκκίνηση» στα βιβλιοπωλεία.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι μολονότι τα βιβλία μυθοπλασίας (μυθιστορήματα και άλλα) πουλάνε περισσότερα αντίτυπα από τα άλλα είδη βιβλίων (δοκίμια, ιστορίας, φιλοσοφίας, επιστημονικά, ταξιδιωτικά κ.ά.), τα τελευταία είναι πιθανότερο να παραμείνουν μπεστ-σέλερ από τη στιγμή που τα καταφέρουν να το πετύχουν αυτό. Δηλαδή, είναι πιο εφήμερα τα μυθιστορήματα στην καταξίωσή τους ως μπεστ-σέλερ, ενώ τα μη λογοτεχνικά βιβλία συχνά παραμένουν περισσότερες εβδομάδες στις λίστες των μπεστ-σέλερ.
Από την άλλη, οι συγγραφείς λογοτεχνικών βιβλίων, οι οποίοι είναι συνήθως και πιο παραγωγικοί, κάνουν περισσότερες διαδοχικές εμπορικές επιτυχίες, δηλαδή αν ένας μυθιστοριογράφος κάνει ένα μπεστ-σέλερ, έχει αυξημένες πιθανότητες να κάνει και άλλα στη συνέχεια.
Αυτό συνεπικουρείται και από το γεγονός ότι συχνά τα λογοτεχνικά βιβλία εντάσσονται σε κάποια σειρά. Κάτι τέτοιο δεν είναι το ίδιο εύκολο για τους μη λογοτεχνικούς συγγραφείς (ιστορικούς, φιλοσόφους, οικονομολόγους κ.α.), που συνήθως ούτε τόσο παραγωγικοί είναι, ούτε τόσο πιστό αναγνωστικό κοινό έχουν, ούτε βιβλία σε σειρές γράφουν.
Το χάσμα των δύο φύλων δεν υπάρχει στα μυθιστορήματα.
Γυναίκες και άνδρες συγγραφείς έχουν ίδιες πιθανότητες να κάνουν μπεστ-σέλερ με ένα λογοτεχνικό βιβλίο τους. Αν και οι γυναίκες συγγραφείς έχουν περισσότερα μπεστ-σέλερ στον χώρο των μυθιστορημάτων με ιστορίες αγάπης και έρωτα, ενώ οι άνδρες κάνουν περισσότερα μπεστ-σέλερ σε αστυνομικά βιβλία και μυστηρίου.
Από την άλλη, υπάρχει χάσμα στα μη λογοτεχνικά βιβλία, καθώς σε αυτή την κατηγορία οι άνδρες έχουν σαφώς περισσότερα μπεστ-σέλερ σε σχέση με τις γυναίκες συγγραφείς.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι άνθρωποι θέλουν να διαβάζουν για διασημότητες και ιστορικές προσωπικότητες, καθώς και για γεγονότα με τα οποία έχουν κάποια εξοικείωση, πράγμα που βοηθά τα σχετικά βιβλία να αναρριχηθούν στις λίστες των μπεστ-σέλερ.
Όσο περισσότερα αντίτυπα πουλήσει ένα βιβλίο μόλις εκδοθεί, σύμφωνα με τους ερευνητές, τόσο περισσότερα αναμένεται να πουλήσει συνολικά στην πορεία του χρόνου.
Βιβλία που βγαίνουν μέσα στις γιορτές, όταν οι πωλήσεις βιβλίων είναι αυξημένες γενικά αλλά και ο ανταγωνισμός μεγαλύτερος, συχνά «χάνονται» και γίνονται πιο δύσκολα μπεστ-σέλερ.
Γενικότερα, οι πωλήσεις των βιβλίων ακολουθούν μια τυπική πορεία: αυξάνονται πολύ γρήγορα μετά την έκδοσή τους, φθάνουν στο αποκορύφωμά τους μέσα στις πρώτες περίπου δέκα εβδομάδες και μετά πέφτουν δραματικά.
Όπως είπε ο Μπαραμπάσι, το πιο εντυπωσιακό εύρημα είναι ότι βρήκαμε ένα καθολικό μοτίβο για όλες τις πωλήσεις των βιβλίων. Όλες, ανεξαρτήτως λογοτεχνικού είδους, ακολουθούν την ίδια πορεία πωλήσεων, η οποία εξαρτάται από τους ίδιους παράγοντες.
Αυτό μας επέτρεψε να δημιουργήσουμε ένα στατιστικό μοντέλο, που προβλέπει τις πωλήσεις ενός βιβλίου τους επόμενους μήνες με βάση τις αρχικές πωλήσεις του.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ