Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν ανέλυσαν με τη βοήθεια ενός app τον ύπνο χιλιάδων χρηστών από 20 χώρες παγκοσμίως. Κάτω από τον μέσο όρο οι Γερμανοί, πρωταθλητές του ύπνου οι Ολλανδοί.
Οι άνθρωποι στην Ιαπωνία και τη Σιγκαπούρη κοιμούνται λιγότερο όλων: μόλις 7 ώρες και 24 λεπτά ημερησίως.
Περισσότερο χρόνο μεταξύ των βιομηχανικών χωρών «επενδύουν» στον ύπνο οι Ολλανδοί με 8 ώρες και 12 λεπτά.
Οι Γερμανοί βρίσκονται με 7 ώρες και 45 λεπτά κάτω από τον μέσο όρο διάρκειας ύπνου στις 20 χώρες που μελέτησαν ερευνητές του αμερικανικού Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν με τη βοήθεια -για πρώτη φορά- μιας διαδικτυακής εφαρμογής (app) που προγραμμάτισαν οι ίδιοι. Με τη βοήθεια του Entertain, όπως ονομάζεται, οι επιστήμονες ανέλυσαν τις συνήθειες του ύπνου χιλιάδων χρηστών του app.
Το αποτέλεσμα των αναλύσεών τους δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικόSciences Advances. Παρά το γεγονός ότι δεν καταγράφηκαν ιδιαίτερα αισθητές διαφοροποιήσεις μεταξύ των διαφόρων χωρών, η επιστημονική ομάδα υπό τηνΑμερικανίδα Ολίβια Ουόλχ, επισήμανε ότι κάθε μισή ώρα επιπλέον ύπνου οδηγεί σε σημαντική βελτίωση των επιδόσεων του ανθρώπινου εγκεφάλου και της μακροπρόθεσμης εξέλιξης της ανθρώπινης υγείας.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τη συμπεριφορά 5.500 ατόμων κατά τη διάρκεια του ύπνου.Κάτι που ξεχώρισε ήταν το στοιχείο ότι η ώρα του ύπνου δεν εξαρτάται στις περισσότερες περιπτώσεις από τη νύστα ή την κόπωση, αλλά κυρίως από το περιβάλλον και τις εκάστοτε κοινωνικές νόρμες που το ορίζουν. «Όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι η κοινωνία καθορίζει την ώρα που πέφτει κανείς για ύπνο, το εσωτερικό ρολόι του καθενός και την ώρα του ξυπνήματος και επίσης φαίνεται ότι το να κοιμάται κανείς αργότερα οδηγεί σε απώλεια ύπνου», επισήμανε ο μαθηματικός Ντάνιελ Φόρτζερ, που συμμετείχε στην έρευνα.
Η υπερβολική έλλειψη ύπνου μοιάζει με… μεθύσι
Όπως υπογράμμισε ο ίδιος, υποχρεώσεις όπως η εργασία, η μέριμνα των παιδιών ή το σχολείο τις πρωινές ώρες είναι μεν βασικοί αλλά όχι οι μόνοι παράγοντες που ρυθμίζουν το ξύπνημα των ατόμων. Το βιολογικό ρολόι όσων συμμετείχαν στην έρευνα είχε μεγάλη επίδραση στην ώρα που ξυπνούσαν –όχι μόνο το ξυπνητήρι τους, τόνισαν οι ερευνητές.
Οι αποκλίσεις στη διάρκεια του ύπνου μπορεί να οφείλονται επίσης σε γενετικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, ορισμένοι άνθρωποι έχουν μικρότερες ανάγκες ύπνου. Επίσης, σημαντικό ρόλο παίζει ο λεγόμενος χρονότυπος κάθε ανθρώπου. Με απλά λόγια, αν είναι πρωινός τύπος ή… ξενύχτης.
Η έρευνα του Πανεπιστημίου Μίσιγκαν κατέδειξε επίσης ότι λιγότερο όλων κοιμούνται μεσήλικοι άνδρες. Συχνά μάλιστα λιγότερο από τις συνιστώμενες επτά έως οκτώ ώρες κάθε νύχτα. Οι γυναίκες μεταξύ 30 και 60 ετών κοιμούνται κατά μέσο όρο περίπου μισή ώρα περισσότερο από τους άνδρες.
Η επικεφαλής της έρευνας Ολίβια Ουόλχ τόνισε ότι ο υπερβολικά λίγος ύπνος μπορεί να περιορίσει αισθητά την απόδοση του οργανισμού. Όπως σχολίασε χαρακτηριστικά, «χρειάζεται μόνο μερικές ημέρες έλλειψης ύπνου για να νιώσει κανείς σαν μεθυσμένος». Επιπλέον, άνθρωποι με σημαντική έλλειψη ύπνου δεν έχουν πλήρη αντίληψη της κατάστασής τους και τείνουν να υπερεκτιμούν τις δυνατότητές τους.
ΠΗΓΗ DW