Μέτρα θεραπείας στο μείζον θέμα που έχει προκύψει με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για ακύρωση διατάξεων του νόμου Κατρούγκαλου Κατρούγκαλου που αφορούν στους ελεύθερους επαγγελματίες εξετάζει το υπουργείο Εργασίας σε μια προσπάθεια να μην τιναχθεί στον αέρα το νέο σύστημα.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, το υπουργείο Εργασίας εξετάζει διάφορες λύσεις, όπως η επιβολή χαμηλότερου συντελεστή για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών με ταυτόχρονη θεσμοθέτηση ενός μειωμένου συντελεστή και για τα εισοδήματα που υπερβαίνουν τα 70.000 ευρώ. Η κλίμακα μειούμενων συντελεστών θα ξεκινά από το ποσό των 25.000 ευρώ και θα αυξάνεται προς τα υψηλότερα εισοδήματα.
Εναλλακτικά εξετάζεται η επιβολή ενός ανώτατου συνολικού πλαφόν ασφαλιστικών εισφορών και φόρων που δεν θα υπερβαίνει ένα ποσοστό περί το 55% του ετήσιου εισοδήματος.
Σημειώνεται πως στις αιτήσεις ακύρωσης που υποβλήθηκαν από φορείς και απλούς πολίτες και εξέτασε και δέχθηκε το ΣτΕ σε διάσκεψή του αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
Δεν θα έπρεπε να ενταχθούν στον ίδιο ασφαλιστικό φορέα με τους μισθωτούς οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι αυτοαπασχολούμενοι (γιατροί, δικηγόροι και μηχανικοί) και οι αγρότες, καθώς είναι εξαιρετικά ανόμοιες περιπτώσεις, τις οποίες το ασφαλιστικό σύστημα θα πρέπει να αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο.
Με το νέο σύστημα οι εισφορές σε ορισμένες περιπτώσεις καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση της επαγγελματικής δραστηριότητας και τη συνεπή τήρηση των ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ένας των αιτούντων ελευθέρων επαγγελματιών που ενώ πλήρωνε με το παλαιό σύστημα 351 ευρώ, με το νέο σύστημα του νόμου Κατρούγκαλου πληρώνει 1.590 ευρώ.
Ο νόμος Κατρούγκαλου προσβάλλει την αρχή της ισότητας με κάθε τρόπο στη σχέση μισθωτών – ελεύθερων επαγγελματιών, όπου οι ελεύθεροι επαγγελματίες πληρώνουν για τη σύνταξή τους τριπλάσια εισφορά από την εισφορά των μισθωτών, ενώ και μεταξύ των ίδιων των ελεύθερων επαγγελματιών όπου κάποιος καλείται να πληρώσει την ίδια εισφορά αν έχει εισόδημα 70.320 ευρώ με αυτόν που βγάζει 150.000, 300.000, 1.000.000 ευρώ, για τους οποίους η αναλογία της εισφοράς προς το εισόδημα είναι πολύ πιο χαμηλή.
Με το νομο θεσπίζεται ένα ελάχιστο όριο εισφοράς το οποίο επιβάλλεται επί τεκμαιρόμενου δήθεν εισοδήματος 7.032 ευρώ τον χρόνο ακόμη και εις βάρος εκείνων που έχουν μηδενικό εισόδημα ή ζημίες, ενώ για τις ίδιες παροχές υγειονομικής κάλυψης ένας ασφαλισμένος πληρώνει περί τα 488 ευρώ τον χρόνο, ενώ ένας άλλος πληρώνει έως και 4.880 ευρώ τον χρόνο κ.λπ..