Τάση επικράτησης και στη Βουλή για τους Ρεπουμπλικάνους – Η νύχτα εξελίχθηκε καλύτερα για τους Δημοκρατικούς, καθώς παραμένουν «ζωντανοί» σε αρκετές πολιτείες
Ανατροπές, εκπλήξεις και απαισιοδοξία για το μέλλον της Αμερικής έκρυβαν οι κάλπες των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ, καθώς η πρώτη εικόνα από τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων, όπως μεταφέρθηκε όλη την νύχτα χθες από τα exit polls, δείχνει μια χώρα βαθιά διαιρεμένη και διχασμένη.
Αυτή η οριακή συνθήκη αποτυπώνεται σε μεγάλο βαθμό στις προβολές των αποτελεσμάτων για τη Γερουσία, καθώς οι διαφορές μεταξύ των υποψηφίων είναι εξαιρετικά μικρές σε κρίσιμες πολιτείες, με τους Ρεπουμπλικάνους να διατηρούν ένα ελαφρύ προβάδισμα, μολονότι δύσκολα κανείς μπορεί να προβλέψει το τελικό αποτέλεσμα στις πολιτείες -βαρόμετρα, όπως η Πενσυλβάνια, η Τζόρτζια και η Νεβάδα, είπε ο Κινγκ.
Μονοψήφιες διαφορές εμφανίζουν και τα ποσοστά των Ραφαέλ Γουόρνοκ (Δ) και Χέρσελ Γουόκερ (Ρ) αντίστοιχα στην πολιτεία της Τζόρτζια, στο νήμα κρίνεται αυτήν την ώρα η κούρσα μεταξύ του Τζον Φέτερμαν και του Μεχμέτ Οζ στην Πενσυλβάνια, ενώ καθαρό προβάδισμα φαίνεται να συντηρεί ο υποψήφιος των Δημοκρατικών στην Νεβάδα.
Για το λόγο αυτό, οι κρατικοί αξιωματούχοι της Πενσυλβάνια συνιστούν υπομονή, αφού οι νίκες σε πολλές πολιτείες θα κριθούν στην διεξοδική καταμέτρηση. Σε κάθε περίπτωση, η χθεσινή νύχτα εξελίχθηκε καλύτερα για τους Δημοκρατικούς από ό,τι αρχικά είχαν εικάσει, καθώς παραμένουν «ζωντανοί» σε αρκετές πολιτείες, παρότι από την αρχή πηγές προσκείμενες στο Λευκό Οίκο «έβλεπαν» τη Βουλή να περνά στα χέρια των Ρεπουμπλικάνων.
Αργά χθες το βράδυ, ο Αμερικανός Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν πραγματοποιούσε «συγχαρητήρια τηλεφωνήματα» σε ορισμένους Δημοκρατικούς υποψηφίους που κέρδισαν τις εκλογές, όπως στους Κυβερνήτες της Μασαχουσέτης, του Rhode Island, του Κολοράντο και αρκετούς άλλους, σε μια βραδιά που μόλις έχει αρχίσει και θα διαρκέσει επί ημέρες.
Από πλευράς του, ο επικεφαλής της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κέβιν Μακάρθι, εκτίμησε ότι τα πράγματα κινήθηκαν κατά το σχεδιασμό τους, υπολογίζοντας από τις πρώτες αναφορές ότι η Βουλή περνά στα χέρια των Ρεπουμπλικάνων.
Ηγείται της κούρσας ο πληθωρισμός
Υπενθυμίζεται ότι το εκλογικό διακύβευμα αφορά 435 έδρες στη Βουλή των Αντιπροσώπων,35 έδρες στη Γερουσία και 36 θέσεις κυβερνητών, παρότι «νικητής» των εκλογών ανακηρύσσεται ο πληθωρισμός. Ο τελευταίος αποτέλεσε το βασικό κριτήριο για την ψήφο των Αμερικανών, σύμφωνα με δημοσκόπηση του CNN, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση με ποσοστό 32%, ενώ ακολουθούν οι αμβλώσεις με ποσοστό 27% και η εγκληματικότητα με ποσοστό 12%.
Κατά την ίδια δημοσκόπηση, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δεν φαίνεται να εγκρίνει τη διακυβέρνηση Μπάιντεν, με τον Αμερικανό Πρόεδρο να συγκεντρώνει ποσοστό αποδοχής 45%, έναντι 54% όσων τον αποδοκιμάζουν. Ο Λευκός Οίκος, άλλωστε, είχε συμβιβαστεί με την ιδέα απώλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων από νωρίς χθες, προσβλέποντας στη διατήρηση της πλειοψηφίας στη Γερουσία, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το ειδησεογραφικό δίκτυο CNN.
Στην ίδια δημοσκόπηση, οι Ρεπουμπλικάνοι φέρονται ως οι πλέον κατάλληλοι για τη διαχείριση του πληθωρισμού, σε ποσοστό 54% έναντι 42% των Δημοκρατικών, οι οποίοι προηγούνται σε όλη την επικράτεια στη διαχείριση του ζητήματος των αμβλώσεων.
Νίκησε το «αντίβαρο Τραμπ»
Σε ένα κύμα αποτελεσμάτων, την επανεκλογή του εξασφάλισε ο γνωστός, ρεπουμπλικανός Γερουσιαστής, Μάρκο Ρούμπιο, με το κόμμα του να χρειάζεται μόλις μια έδρα για την πλειοψηφία της Γερουσίας.
Ο Ρεπουμπλικάνος Ρον ΝτεΣάντις, δυνητικός αντίπαλος του Ντόναλντ Τραμπ στην κούρσα για το χρίσμα του GOP ώστε να είναι ο υποψήφιός του στις προεδρικές εκλογές του 2024, επανεξελέγη κυβερνήτης στη Φλόριντα.
Ανερχόμενο αστέρι της αμερικανικής σκληρής δεξιάς, επιβλήθηκε όπως αναμενόταν σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση με αντίπαλο τον Τσάρλι Κράιστ, πρώην Ρεπουμπλικάνο που άλλαξε κόμμα, σύμφωνα με τα τηλεοπτικά δίκτυα ABC και CNN.
Ο κ. ΝτεΣάντις έχει βρεθεί στην πρώτη γραμμή πολλών από τις κοινωνικοπολιτικές μάχες στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, αψηφώντας περιορισμούς για την αποτροπή της πανδημίας του νέου κορονοϊού, τασσόμενος υπέρ νόμου που περιόριζε τη συζήτηση για ζητήματα της κοινότητας ΛΟΑΤ+ κ.λπ..
Η επόμενη μέρα
Τα πράγματα, ωστόσο, στις ΗΠΑ είναι εξόχως διχαστικά την επομένη των εκλογών, όταν «πολλές από τις δημοκρατίες που κάποτε έβλεπαν τις ΗΠΑ ως πρότυπο ανησυχούν ότι έχουν χάσει το δρόμο τους», όπως επισημαίνουν οι New York Times, αφού για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες οι Αμερικανοί πολίτες φαίνονται αδύναμοι απέναντι στην προστασία της Δημοκρατίας και των θεσμών, αλλά και οι Δημοκρατικοί «κατεστημένοι» μπροστά στις καινοφανείς εκδηλώσεις πολιτικού εξτρεμισμού και την ροπή σε μια ακραία και συνωμοσιολογική ρητορική.
Τα αίτια της πολιτικής, αυτής, μεταστροφής στις ΗΠΑ συνιστούν ένα άθροισμα διαδοχικών κρίσεων, αφού τα οικονομικά πλήγματα της πανδημίας Covid-19, η κραυγαλέα άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου και των τροφίμων και κατά συνέπεια ο καλπάζων πληθωρισμός συμπίεσαν δραματικά την εργατική τάξη, η οποία επένδυσε στην ατζέντα των Ρεπουμπλικάνων, δηλαδή: πληθωρισμός – εγκληματικότητα – μεταναστευτικό. Στον αντίποδα, ζητήματα Δημοκρατίας και οι αμβλώσεις δεν κατάφεραν να προσελκύσουν μαζικά ψηφοφόρους προς το κόμμα των Δημοκρατικών, αφού για μια μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων, ιδίως αναποφάσιστων, φάνταζαν σχεδόν ελιτίστικα, υπό την πίεση της κάλυψης των καθημερινών αναγκών.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι Δημοκρατικοί απώλεσαν χθες ακόμη και παραδοσιακά τους προπύργια, ενώ εν μέρει νικητές αποδείχθηκαν και μια σειρά από «αρνητές των εκλογών», όσοι δηλαδή διατείνονται ότι υπήρξε νοθεία στις Προεδρικές εκλογές του 2020. Οι αναβαπτισμένοι Ρεπουμπλικάνοι αναμένεται να δώσουν εκ νέου το βάπτισμα του πυρός στον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος πρόκειται να προβεί σε βαρυσήμαντες ανακοινώσεις στις 15 του μήνα, ανακοινώνοντας, κατά πληροφορίες, την υποψηφιότητά του για τις Προεδρικές εκλογές του 2024.
Την ίδια ώρα, η αδυναμία των Δημοκρατικών να θέσουν την προάσπιση της Δημοκρατίας ως ύψιστη προτεραιότητα προς το εκλογικό σώμα, τους οδηγεί σε έναν κύκλο εσωστρέφειας, ανοίγοντας τη συζήτηση για το ρόλο του Τζο Μπάιντεν και την επανεκλογή του 2024, σενάριο που απομακρύνεται, όσο τα ποσοστά των Δημοκρατικών υποχωρούν.
protothema.gr