Συνθήκες ταχείας –κατά το δυνατόν– διπλωματικής κινητοποίησης επιθυμεί η Αθήνα, προκειμένου να εγκατασταθεί απευθείας δίαυλος ανάμεσα στις ηγεσίες Ελλάδας και Τουρκίας, εφόσον βέβαια επιβεβαιωθούν τα διαφαινόμενα αποτελέσματα
Συνθήκες ταχείας –κατά το δυνατόν– διπλωματικής κινητοποίησης επιθυμεί η Αθήνα, προκειμένου να εγκατασταθεί απευθείας δίαυλος ανάμεσα στις ηγεσίες Ελλάδας και Τουρκίας, εφόσον βέβαια επιβεβαιωθούν τα διαφαινόμενα αποτελέσματα. Η επανεκλογή του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την Κυριακή θεωρείται δεδομένη, ενώ μετά τις 25 Ιουνίου αναμένεται ότι και στην Αθήνα θα υπάρχει μια σταθερή κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ο προσωρινά απερχόμενος –λόγω υπηρεσιακής κυβέρνησης– πρωθυπουργός επανέλαβε ότι επιθυμεί να συναντηθεί ταχύτατα με τον κ. Ερντογάν, αναφερόμενος μάλιστα και σε πιθανό τόπο και συγκεκριμένα στο Βίλνιους της Λιθουανίας, όπου στις 11-12 Ιουλίου είναι προγραμματισμένη να πραγματοποιηθεί η επόμενη Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, με προφανή κύρια θεματολογία τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τον συνεχιζόμενο πόλεμο.
Βασική στόχευση της Αθήνας σε αυτή τη φάση είναι να προλάβει τη δημιουργία απευθείας διμερών διαύλων με την Αγκυρα, προκειμένου να αποφευχθούν διαμεσολαβήσεις που θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα «πιεστικές», δεδομένης της σπουδής που υπάρχει στην Ουάσιγκτον αλλά και στο Βερολίνο, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το νατοϊκό μέτωπο παραμένει αρραγές, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία επιμηκύνεται με ασαφή ορίζοντα.
Στην Αθήνα θεωρούν ότι παρά τις τελευταίες δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων και τη ρητορική έξαρση των τελευταίων εβδομάδων (η οποία αποδίδεται στη μάχη για τους εθνικιστές ψηφοφόρους, που αγγίζουν σχεδόν το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος στη γειτονική χώρα), μετά τις εκλογές και στην Αγκυρα θα ξεκινήσει μια συζήτηση για το πώς μπορεί να προχωρήσει μια διαδικασία επαναπροσέγγισης με την Ελλάδα, αυτή τη φορά όχι στη βάση της αναγκαστικής ανακωχής μετά τους σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου, αλλά σε μια δομημένη κατεύθυνση.
Προκρίνεται η απευθείας επικοινωνία με Ερντογάν, προκειμένου να αποφευχθούν διαμεσολαβήσεις από Ουάσιγκτον ή Βερολίνο.
Για την Αθήνα, μια συνάντηση ανάμεσα στους δύο ηγέτες αποτελεί σημαντικό προαπαιτούμενο, καθώς θα έστελνε ένα σήμα επανεκκίνησης σε μια προσωπική σχέση η οποία –από τη στιγμή ανάδειξης του κ. Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία τον Ιούλιο του 2019 μέχρι και πρόσφατα– χώλαινε.
Η έλλειψη προσωπικής επαφής με έναν ηγέτη, όπως ο Ερντογάν, ο οποίος δεν είναι κάποιος απόμακρος τεχνοκράτης, αποτελεί πρόβλημα για την ελληνική πλευρά και στο επιτελείο του πρωθυπουργού το γνωρίζουν πολύ καλά. Εφόσον επιτευχθεί αυτός ο στόχος, στη συνέχεια μπορεί να δρομολογηθούν και τα επόμενα βήματα (διερευνητικές επαφές, πολιτικός διάλογος, θετική ατζέντα κ.ά.).
Εως τότε από την Αθήνα παρακολουθούνται οι –προαναγγελθείσες διά του επισήμου διαύλου– ασκήσεις της Τουρκίας, όπως ο «Θαλασσόλυκος ’23», που πάντως θα ολοκληρωθεί πριν από τις 15 Ιουνίου, όταν και ξεκινάει το θερινό μορατόριουμ μεγάλων ασκήσεων στο Αιγαίο, σε εφαρμογή του μνημονίου Παπούλια – Γιλμάζ, το οποίο τα προηγούμενα χρόνια δεν εφαρμόστηκε ακόμη και όταν υπήρχε –θεωρητικά– δηλωμένη πρόθεση να συμβεί κάτι τέτοιο. Χθες καταγράφηκε μια παράβαση κανόνων εναέριας κυκλοφορίας από τουρκικό UAV, η οποία έχει περισσότερο συμβολικό παρά ουσιαστικό χαρακτήρα, καθώς συνέβη την ημέρα μνήμης του σμηναγού Κωνσταντίνου Ηλιάκη.
Φυσικά στην Αθήνα υπάρχει πάντα στο τραπέζι και το ανοιχτό ενδεχόμενο τα πράγματα να λάβουν άλλη τροπή. Η επιλογή ενός έμπειρου διπλωμάτη, του Βασίλη Κασκαρέλη, στη θέση του υπηρεσιακού υπουργού Εξωτερικών αλλά και του Αλκιβιάδη Στεφανή (πρώην υφυπουργός Εθνικής Αμυνας και πρώην αρχηγός ΓΕΣ) στη θέση του υπηρεσιακού υπουργού Εθνικής Αμυνας, στοχεύει ακριβώς στην ανάγκη να υπάρχουν σε αυτές τις δύο θέσεις πρόσωπα με απόλυτη γνώση μηχανισμών, διαδικασιών, αλλά και της φύσης των προκλήσεων, σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη περίοδο.
kathimerini.gr