Σύμφωνα με έρευνα της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας, το 15,4% θα πραγματοποιήσει επενδύσεις το επόμενο διάστημα – Τρεις στις 10 επιχειρήσεις αναμένουν βελτίωση στον τζίρο τους – Η έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία MARC ΑΕ
Στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 ετών βρίσκονται οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο, σύμφωνα με τα ευρήματα της εξαμηνιαίας έρευνας οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ).
Παράλληλα, ως προς τις επενδυτικές προβλέψεις για το επόμενο εξάμηνο η έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ που πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία MARC ΑΕ, καταγράφει το μεγαλύτερο ποσοστό πρόθεσης αύξησης των επενδύσεων, καθώς το 15,4% των επιχειρήσεων δηλώνει πως θα πραγματοποιήσει επενδύσεις το επόμενο διάστημα.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς, σύμφωνα με την έρευνα, υπήρξε μικρή επιβράδυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας το πρώτο εξάμηνο του 2019 αλλά είναι υψηλές προσδοκίες για το μέλλον. Η υπερφορολόγηση και η έλλειψη χρηματοδότησης είναι ανασχετικοί παράγοντες για τη ζήτηση και τις επενδύσεις ενώ και σε αυτήν την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τα προβλήματα και οι προοπτικές των επιχειρήσεων δεν χαρακτηρίζονται από ομοιογένεια. Διατηρείται ο ιδιότυπος οικονομικός δυισμός μεταξύ των επιχειρήσεων ανάλογα με το μέγεθος και την ηλικία τους.
«Η βελτίωση της μεταποιητικής δραστηριότητας αναμφίβολα αποτελεί ένα από τα θετικά στοιχεία της έρευνας κλίματος. Το επόμενο ωστόσο διάστημα θα φανεί εάν τα στοιχεία αυτά είναι συγκυριακά ή αποτελούν τα πρώτα σημάδια μετασχηματισμού των επιχειρήσεων του μεταποιητικού κλάδου και αναγωγής του σε ατμομηχανή της ανάπτυξης» όπως σημειώνεται στην έρευνα.
Όπως υπογράμμισε ο κ. Καββαθάς, εάν τα στοιχεία επιβεβαιωθούν και σε συνδυασμό με την θετική ψυχολογία που έχει δημιουργηθεί από την μείωση της φορολογίας και τις πρόσφατες ασφαλιστικές και φορολογικές ρυθμίσεις, πιθανόν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις επίτευξης του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019. Ωστόσο αυτό εξαρτάται από την πορεία του τουρισμού, όσο και από τις εξελίξεις στο πεδίο των διεθνών οικονομικών ανταγωνισμών και των γεωπολιτικών κινδύνων.
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, που πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία MARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 806 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό) στο διάστημα 15-23 Ιουλίου 2019, έχουν ως εξής:
– Εξακολουθεί να παρατηρείται πτώση των αρνητικών δεικτών και εδραίωση τηςσταθεροποίησης στις ελληνικές μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Ωστόσο μετά από τις προηγούμενες 4 έρευνες όπου καταγράφηκε κυρίως άνοδος των δεικτών σταθεροποίησης και βελτίωσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, σε αυτήν την έρευνα παρατηρείται μια επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας για το Α εξάμηνο του 2019 με ενίσχυση κυρίως των δεικτών σταθεροποίησης και πτώση των δεικτών βελτίωσης.
– Οι μεταποιητικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν τις καλύτερες επιδόσεις, σε σχέση με το εμπόριο και τις υπηρεσίες, όπου καταγράφεται μια υστέρηση της τάξεως περίπου των 10 μονάδων σε σύγκριση με την μεταποίηση στον κύκλο εργασιών, την ζήτηση, τις παραγγελίες και την ρευστότητα. Ανάλογη είναι και η εικόνα σε σχέση με την ηλικία και το μέγεθος των επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις που δημιουργήθηκαν μέσα στην κρίση αλλά και οι μεγαλύτερες με βάση τον τζίρο και τον αριθμό εργαζομένων παρουσιάζουν καλύτερες επιδόσεις σε σύγκριση με τις παλαιότερες επιχειρήσεις, τις επιχειρήσεις με τζίρο έως 50.000 Euro και εκείνες χωρίς προσωπικό.
– Οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο καταγράφουν ιστορικό υψηλό δεκαετίας. Μάλιστα για πρώτη φορά στις έρευνες κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ οι δείκτες βελτίωσης τόσο για την γενική οικονομική κατάσταση του επόμενου εξαμήνου, όσο και οι επιμέρους του κύκλου εργασιών, της ζήτησης, της ρευστότητας, των παραγγελιών και της απασχόλησης υπερτερούν των δεικτών επιδείνωσης.
Συγκεκριμένα το 31% των επιχειρήσεων αναμένει βελτίωση (έναντι 26,4% τον Ιανουάριο 2019 και 17,5% τον Ιούλιο 2018), το 38,5% καμία μεταβολή (έναντι 38,2% τον Ιανουάριο 2019 και 36,8% τον Ιούλιο 2018), ενώ μόλις το 16,6% των επιχειρήσεων αναμένει επιδείνωση (έναντι 29,3% τον Ιανουάριο του 2019 και 37,6% τον Ιούλιο του 2018). Περισσότερο απαισιόδοξες είναι οι μικρότερες με βάση τον κύκλο εργασιών και τον αριθμό εργαζομένων επιχειρήσεις.
– Οι προβλέψεις των επιχειρηματιών σχετικά με την μελλοντική πορεία του κύκλου εργασιών, της ζήτησης και των παραγγελιών παρουσιάζουν αξιοσημείωτη βελτίωση καθώς είναι η πρώτη φορά σε έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που οι θετικές προσδοκίες υπερτερούν των αρνητικών.
Ειδικότερα για τον κύκλο εργασιών 3 στις 10 επιχειρήσεις αναμένουν βελτίωση (30,8%), το 41,6% των ερωτηθέντων δεν αναμένει κάποια μεταβολή, ενώ μόλις το 17,4% αναμένει επιδείνωση. Αντίστοιχες είναι οι προσδοκίες που καταγράφονται για την ζήτηση και τις παραγγελίες. Το 30,8% και 27% αντίστοιχα αναμένει βελτίωση, το 40,7% και 43,8% αντίστοιχα καμία μεταβολή ενώ μόλις το 17,7% και 17,6% αντίστοιχα αναμένει μείωση.
Επενδύσεις
– Εξετάζοντας τις επενδύσεις που πραγματοποίησαν οι ΜμΕ την τελευταία τριετία τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν ότι σχεδόν 4 στις 10 επιχειρήσεις (36,6%) πραγματοποίησαν κάποια μορφής επένδυση. Αν και το ποσοστό αυτό φαίνεται αρκετά υψηλό θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, δηλαδή το 63%, δήλωσε πως δεν πραγματοποίησε καμία επένδυση την τελευταία τριετία.
– Στα επιμέρους στοιχεία οι επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν τις περισσότερες επενδύσεις ήταν οι μεγαλύτερες με βάση τον τζίρο (61,2%) και τον αριθμό εργαζομένων (63,8%).
– Ως προς το είδος της επένδυσης από τις επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν επενδύσεις το 37,2% πραγματοποίησε επενδύσεις για τεχνολογικό- ψηφιακό εξοπλισμό, το 37,2% για μηχανολογικό εξοπλισμό και το 25,6% για κτιριακές εγκαταστάσεις. Από τα ευρήματα φαίνεται ότι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις καταβάλλουν προσπάθειες προσαρμογής στα νέα δεδομένα που δημιουργούν οι τεχνολογικές εξελίξεις. Ωστόσο η απουσία χρηματοδότησης σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση και την απουσία κινήτρων καθιστούν τις επενδύσεις αυτές περιορισμένης κλίμακας.
Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από το εύρημα ότι οι 9 στις 10 επιχειρήσεις (88,5%) που πραγματοποίησαν επενδύσεις χρηματοδότησαν τις επενδύσεις αυτές με ίδια κεφάλαια. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι επιχειρήσεις που χρηματοδότησαν τις επενδύσεις τους μέσω τραπεζικού δανεισμού είναι λιγότερες από εκείνες που βρήκαν χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ (4,1% και 5,4% αντίστοιχα).
– Ως προς τις επενδυτικές προβλέψεις για το επόμενο εξάμηνο η έρευνα καταγράφει το μεγαλύτερο ποσοστό πρόθεσης αύξησης των επενδύσεων των ερευνών οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ καθώς το 15,4% των επιχειρήσεων δηλώνει πως θα πραγματοποιήσει επενδύσεις το επόμενο διάστημα.
– Σημειώνεται ότι μειωμένο καταγράφεται το ποσοστό επί του τζίρου των ηλεκτρονικών συναλλαγών που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα κατά μέσο όρο το ποσοστό επί του τζίρου των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που γίνονται μέσω ηλεκτρονικών συναλλαγών είναι στο 28,3%, έναντι 36,1% που είχε καταγραφεί στην περυσινή έρευνα. Η αδυναμία του κράτους να παρέχει ένα ελάχιστο βαθμό προστασίας από κατασχέσεις δημιουργεί αντικίνητρο τακτικής χρησιμοποίησης των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής. Η θεσμοθέτηση του ηλεκτρονικού ακατάσχετου επαγγελματικού λογαριασμού, που θα εξασφαλίζει προστασία για τις πληρωμές εργαζομένων, προμηθευτών, ενοικίων και λοιπών λειτουργικών εξόδων, θα δημιουργήσει το κατάλληλο περιβάλλον για την εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης και τη βελτίωση των επιχειρηματικών πρακτικών στο πεδίο αυτό.
Απασχόληση – αγορά εργασίας
– Η σταδιακή αποκλιμάκωση της ανεργίας που αποτυπώνονται στα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (17,2% – Μάιος 2019) καταγράφεται και στην αποτίμηση της έρευνας κλίματος της ΓΣΕΒΕΕ για την απασχόληση όπου οι επιχειρήσεις που προσέλαβαν προσωπικό είναι περισσότερες από εκείνες που απέλυσαν (9,9% έναντι 5,8%).
– Οι προοπτικές για το επόμενο εξάμηνο καταγράφουν για πρώτη φορά σε σχετικό εξάμηνο έρευνας κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ θετικό ισοζύγιο καθώς οι επιχειρήσεις που δηλώνουν ότι θα προσλάβουν προσωπικό είναι περισσότερες από εκείνες που δηλώνουν πως θα απολύσουν (7,9% έναντι 7,7%).
– Και σε αυτή την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ επαληθεύονται τα ευρήματα των προηγούμενων ερευνών αλλά και επίσημων στοιχείων (Μηνιαία Δελτία ΕΡΓΑΝΗ) για την ύπαρξη υψηλού ποσοστού ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Περίπου 4 στις 10 επιχειρήσεις που απασχολούν προσωπικό (38,5%) είναι με ευέλικτες μορφές απασχόλησης, ενώ περίπου 3 στις 10 από τις επιχειρήσεις που προτίθενται να προσλάβουν προσωπικό το επόμενο διάστημα δηλώνουν πως θα είναι με καθεστώς μερικής απασχόλησης.
Υποχρεώσεις επιχειρήσεων
– Υψηλό παραμένει το ποσοστό των επιχειρήσεων (35,2%) που έχει κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή προς το Δημόσιο και τις τράπεζες.
– Σταθερά υψηλότερο είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές προς το πρώην ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών (22,1%). Το 21% των ερωτηθέντων έχει καθυστερημένες οφειλές προς την εφορία (21%), το 11,4% προς το πρώην ΙΚΑ και το 14,9% προς τις τράπεζες. Το 33,1% των επιχειρήσεων που έχουν κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή προς το Δημόσιο δήλωσε πως έχει ενταχθεί στις νέες ρυθμίσεις, το 27,9% δήλωσε πως έχει υπαχθεί σε άλλη ρύθμιση (πάγια), ενώ το 35,3% δήλωσε πως δεν έχει ρυθμίσει ακόμα τις οφειλές του.
Γενικά τα ευρήματα της έρευνας και ως προς τις οφειλές των επιχειρήσεων παρουσιάζουν τα καλύτερα στοιχεία από τότε που ξεκίνησε το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ να μετρά συστηματικά τις οφειλές των επιχειρήσεων. Όπως σημειώνεται είναι προφανές πως οι πρόσφατες ασφαλιστικές και φορολογικές ρυθμίσεις που θεσμοθετήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση και βελτιώθηκαν κυρίως ως προς τα φορολογικά από την υφιστάμενη έχουν σημαντική συμβολή στην βελτίωση που καταγράφεται. Αυτό γίνεται περισσότερο εμφανές από τις προβλέψεις των επιχειρήσεων ως προς τις υποχρεώσεις τους.
– Συγκεκριμένα το 80,4% των ερωτηθέντων δηλώνει πως θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές του υποχρεώσεις , έναντι μόλις 12,5% που δηλώνει πως δεν θα μπορέσει. Αντίστοιχα είναι και τα ποσοστά των επιχειρήσεων σχετικά με την πρόβλεψη ανταπόκρισης στις ασφαλιστικές υποχρεώσεις (80,4% και 12,9% αντίστοιχα).
– Ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 14,4% των επιχειρήσεων έχει ταυτόχρονα και ασφαλιστικές και φορολογικές οφειλές. Δεδομένου ότι όπως τουλάχιστον έχει τονίσει η κυβέρνηση οι υφιστάμενες ευνοϊκές ασφαλιστικές και φορολογικές ρυθμίσεις θα είναι οι τελευταίες θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν οι πάγιες ρυθμίσεις ώστε να ανταποκρίνονται περισσότερο στην πραγματικότητα. Αλλωστε τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες που υπερβαίνουν τα 230 δισ. Euro (104 δισ. στην εφορία, 32 δισ. στο ΚΕΑΟ και 96 δισ. ευρώ στις τράπεζες), και παραμένουν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, είναι αποτέλεσμα κυρίως της πολιτικής εσωτερικής υποτίμησης, δηλαδή της μείωσης των εισοδημάτων χωρίς αντίστοιχη μείωση των φορολογικών ή/και δανειακών υποχρεώσεων και θα πρέπει να αντιμετωπίστούν στην βάση αυτής της παραδοχής. Ότι δηλαδή η εκτίναξη του ιδιωτικού χρέους ήταν αποτέλεσμα κυρίως αδυναμίας πληρωμής μέσα σε ένα ιδιαίτερα περιοριστικό οικονομικό περιβάλλον.
– Περίπου 3 στις 10 επιχειρήσεις (28,7%) έχουν δάνεια προς τράπεζες. Από αυτές 1 στις 2 περίπου (51,1%) έχει καθυστερημένες οφειλές, ένας δηλαδή σταθερά υψηλός αριθμός επιχειρήσεων.
– To 8.9% των ερωτηθέντων ή περίπου 74.000 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί αντιμέτωπες το προηγούμενο εξάμηνο με κατάσχεση/ ή δέσμευση λογαριασμών για οφειλές.
– Μειωμένες καταγράφονται οι οφειλές των επιχειρήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, καθώς εκείνοι που δηλώνουν ότι καθυστερούν να καταβάλλουν οφειλές σε προμηθευτές, σε ενοίκια και στις πρώην ΔΕΚΟ είναι αντίστοιχα στο 16,1%, 12% και 17%. Παρόλο που τα ποσοστά είναι μειωμένα σε σχέση με όλες τις προηγούμενες έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ παραμένουν σημαντικά υψηλά που σε ένα βαθμό αντανακλά την περιορισμένη πρόσβαση ιδίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων σε κεφάλαια και πιστώσεις.
– Τα μεγαλύτερα προβλήματα υπερχρέωσης αντιμετωπίζουν κυρίως οι επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό και εκείνες με τζίρο έως 50.000 ευρώ, δηλαδή οι μικρότερες επιχειρήσεις.
Επιχειρηματική δραστηριότητα
– Παρά την επιβράδυνση στην οικονομική δραστηριότητα που καταγράφεται για το Α εξάμηνο του 2019 το θετικό ισοζύγιο εγγραφών – διαγραφών επιχειρήσεων συνεχίζεται για πέμπτο συνεχόμενο εξάμηνο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ το ισοζύγιο εγγραφών – διαγραφών επιχειρήσεων για το Α’ εξάμηνο του 2019 ήταν θετικό κατά 11.126 επιχειρήσεις.
– Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνονται και από τα ευρήματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ όπου ο δείκτης βιωσιμότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων βρίσκεται στις 91 μονάδες, αυξημένος κατά 3 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2009 (88) και αυξημένος κατά 25 μονάδες σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2012 (66) όπου οι επιχειρήσεις που έκλειναν ήταν πολλαπλάσιες σε σχέση με εκείνες που άνοιγαν. Ωστόσο, αν και αρκετά μειωμένος, βρισκόμενος μάλιστα στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 9 ετών , ο δείκτης ανασφάλειας και φόβου για την πορεία της επιχείρησης διατηρεί υψηλές τιμές. Το 24,1% των επιχειρήσεων θεωρεί αρκετά και πολύ πιθανό να κλείσει το επόμενο διάστημα (έναντι 34 % του προηγούμενου εξαμήνου και 31,4% της αντίστοιχης έρευνας του Ιουλίου του 2018).
– Οι υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις, η χαμηλή ζήτηση, η έλλειψη ρευστότητας και χρηματοδότησης θεωρούνται ως τα σημαντικότερα εμπόδια για την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας.
– Η μείωση της φορολογίας και του ΦΠΑ αποτελούν κατά συντριπτικό ποσοστό (73,8%) το σημαντικότερο εμπόδιο στην επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
Ειδικό θέμα – διακοπές
Ελαφρά αυξημένος είναι ο αριθμός των επαγγελματιών σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή έρευνα που δήλωσαν ότι θα κάνουν διακοπές. Συγκεκριμένα το 42,2% (34,9% το 2018) δήλωσε ότι θα κάνει διακοπές για τον ίδιο ή και μεγαλύτερο αριθμό ημερών σε σχέση με πέρυσι, ενώ αν και μειωμένο ένα σταθερά υψηλό ποσοστό, συγκεκριμένα το 43,9% (56,3% το 2017), δήλωσε ότι δεν θα κάνει διακοπές.