Εν μέσω πανδημίας, το Υπουργείο Παιδείας επέλεξε να αναβαθμίσει την ποιότητα της παρεχόμενης προσχολικής εκπαίδευσης με μεταρρυθμίσεις, οι οποίες δε στηρίζονται, ούτε λαμβάνουν υπόψη τα νέα επιστημονικά δεδομένα, σύμφωνα με τα οποία λειτουργούν τα νηπιαγωγεία στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες.
Η εφαρμογή, αρχικά, προαιρετικά της ασύγχρονης εκπαίδευσης και στη συνέχεια με αποστολή εγκυκλίου και της σύγχρονης εκπαίδευσης, είτε συνδυαστικά και των δύο, στα νηπιαγωγεία, αποτελεί ένα βήμα καταστρατήγησης των παιδαγωγικών αρχών, που διέπουν την εξ Αποστάσεως εκπαίδευση, αλλά και την εκπαίδευση ενηλίκων. Η εισαγωγή της, δε, στο νηπιαγωγείο διαφοροποιείται σε σχέση με το δημοτικό, το γυμνάσιο και το λύκειο, διότι η συμμετοχή των γονέων είναι αναγκαία – υποχρεωτική και δίχως αυτή δεν μπορεί να υπάρξει εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε καμία μορφή της. Επιπλέον, στερούνται επιστημονικής τεκμηρίωσης ως προς τον τρόπο εφαρμογής τους, καθώς, τόσο το ΠΔ 79, όσο και το ΔΕΠΠΣ-ΑΠΣ για το νηπιαγωγείο, δεν προτρέπουν στη μετωπική διδασκαλία, αλλά στη διδασκαλία μέσω θεματικών προσεγγίσεων, θεμελιωδών εννοιών και διαθεματικών δραστηριοτήτων. Και επ’ ουδενί δεν αναφέρεται σ’ αυτά ότι επιτρέπεται συνδιδασκαλία με τους γονείς ή παρουσία αυτών στη φυσική τάξη.
Αναλογιζόμαστε, λοιπόν, με θλίψη πόσο υπερβολικά, τολμούμε να πούμε κι επικίνδυνα, αδαής μπορεί να είναι κάποιος, που πιστεύει ότι μπορεί να προσφέρει έργο με σύγχρονη εξ αποστάσεως τηλεκπαίδευση σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. Παιδιά, τα οποία στο πλαίσιο της αληθινής τάξης συνδυάζουν τη γνώση και τη μάθηση με παιχνίδι, μαθαίνουν σ’ ένα πολυαισθητηριακό περιβάλλον, λατρεύουν τη δασκάλα τους, που στα μάτια τους μπορεί να είναι κάτι σαν ταχυδακτυλουργός, που με μαγικό τρόπο τα καταφέρνει όλα και είναι σε κάθε συνθήκη εκεί γι’ αυτά και για το καθένα ξεχωριστά, αφομοιώνουν και συγκροτούν τη γνώση ως απόρροια διαθεματικότητας και πολλαπλών ερεθισμάτων, αγαπούν το σχολείο, γιατί δε συνδέεται στεγνά μ’ ένα φύλλο εργασίας ή μ’ ένα διδακτικό εγχειρίδιο, αποκτούν δεξιότητες ζωής μέσα απ’ την αλληλεπίδραση και τη δια ζώσης επικοινωνία.
Προφανώς και είναι αυτονόητο ότι όλο αυτό το πλαίσιο όχι μόνο δε δύναται να υποστηριχθεί ηλεκτρονικά και στο ψυχρό τηλεμάθημα, αλλά πρωτίστως θέτει σε κίνδυνο να γκρεμιστούν όσα κάποιος επί μήνες έχει κτίσει στις ψυχές των παιδιών και τη δική του.
Εν μία νυκτί, λοιπόν, καλούνται οι νηπιαγωγοί να δημιουργήσουν «τηλετάξη», όπου θα κάνουν το μάθημά τους με τα παιδιά παρουσία των γονέων και φυσικά μέσα στα σπίτια τους. Και πότε; Το απόγευμα στην καλύτερη περίπτωση ή ακόμα και το βράδυ. Περιμένοντας με υπομονή (;) πότε θα ολοκληρώσουν τα μεγαλύτερα παιδιά τις δικές τους τηλεδιασκέψεις, έτσι ώστε να πάρουν θέση στον ένα, πιθανόν, υπολογιστή που υπάρχει στο σπίτι (αν υπάρχει!!!) Γιατί; Γιατί, ενδεχομένως, οι γονείς το πρωί εργάζονται!!! Είτε απ’ τα σπίτια τους, είτε στο φυσικό τους χώρο εργασίας.
Να πιστέψουμε ότι υποχρεωνόμαστε, όλοι ανεξαιρέτως, γονείς και εκπαιδευτικοί, σε καταστρατήγηση των διδακτικών και εργασιακών μας δικαιωμάτων, αντίστοιχα; Ότι καλούμαστε να μην έχουμε δικαίωμα σε προσωπικό χρόνο και ήρεμες οικογενειακές στιγμές;
Κι αφού ξεπεραστεί όλος αυτός ο εκνευρισμός, οι εντάσεις και ξεκινήσει η κοινωνικοποίηση, όπως είπε η Υπουργός στην τελεδιάσκεψη, σύμφωνα με την οποία τα παιδιά με ανοιχτές κάμερες θα έρχονται σε επαφή με τους φίλους τους και θα συνομιλούν μεταξύ τους, αρχίζουν να φαίνονται ξεκάθαρα σ’ όλους πλέον τους γονείς, πιθανά προβλήματα, όπως άρθρωσης και εκφοράς λόγου, ειδικές ανάγκες, κ.λ.π., που έχουν τα παιδιά τους, φέρνοντας τόσο τους ίδιους, όσο και αυτά σε δύσκολη θέση. Κάτι που δε συμβαίνει, όταν τα παιδιά βρίσκονται στη φυσική τους τάξη και τα διαχειρίζονται οι νηπιαγωγοί τους και μόνο!!! Θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον να υπάρξει ανατροφοδότηση ή και υποδειγματική εξ αποστάσεως διδασκαλία εκ μέρους των υπέρμαχων της τηλεκπαίδευσης σε παιδιά με αυτισμό, αρκετά απ’ τα οποία φοιτούν σε τάξεις νηπιαγωγείων γενικής παιδείας ή και σε Τμήματα Ένταξης και που καλούνται να συμμετέχουν με τον γονέα τους και φυσικά να εκτίθενται σε όλους τους υπόλοιπους γονείς.
Κι εδώ γεννάται ένα επιπλέον ερώτημα: Το Υπουργείο έχει διασφαλίσει την ισότιμη πρόσβαση όλων ανεξαιρέτως των παιδιών στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση; Καθότι, απ’ όσο εμείς τουλάχιστον γνωρίζουμε, σημαντικά προβλήματα έχουν προκύψει εκ μέρους των γονέων, αναφορικά με τη χρήση και την εγκατάσταση της όποιας πλατφόρμας, την ύπαρξη ή όχι σύνδεσης στο διαδίκτυο, καθώς, επίσης και τη διάθεση ή μη ηλεκτρονικών υπολογιστών, tablet, smartphones.
Επίσης, καμία μέριμνα δεν έχει ληφθεί για την καταλληλότητα ή μη χρήσης των εργαλείων ασύγχρονης και σύγχρονης εκπαίδευσης και ιδιαίτερα αν ανταποκρίνονται στις εκπαιδευτικές ανάγκες των προνηπίων και των νηπίων, ενώ παράλληλα καμία επιμόρφωση δεν έχει πραγματοποιηθεί στις νηπιαγωγούς.
Ίσως αυτοί είναι μερικοί απ’ τους λόγους, που η λέξη ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ σύγχρονη τηλεκπαίδευση τρομάζει να εμφανιστεί με σαφήνεια σε εγκυκλίους και κρυβεται πίσω από διαζευκτικά «ή». Ίσως γι’ αυτό και όλη η «πρωτοποριακή» αυτή εφαρμογή, τείνει να δικαιολογήσει την ύπαρξή της ως ανάγκη ν’ αποδείξουν οι εκπαιδευτικοί, που επί χρόνια έχουν περίτρανα δείξει την υπέρμετρη αγάπη τους για το λειτούργημα, το οποίο επιτελούν, ότι αξίζουν τα χρήματα, που κάθε μήνα «μπαίνουν» στο λογαριασμό τους!!!!
Σαφώς δεν τολμάμε να περιφρονήσουμε τη σημασία των χρημάτων, που είναι απολύτως σημαντικά για τον κάθε άνθρωπο. Θλιβόμαστε όμως και συμμεριζόμαστε απόλυτα την αντικειμενική δυσκολία των όλων μας, οι οποίοι καλούμαστε να πρωτοστατήσουμε σ’ ένα θέατρο του παραλόγου, προσπαθώντας παράλληλα να διατηρήσουμε την επαγγελματική μας συνείδηση, το διδακτικό μας ήθος και τη βαθιά επίγνωση ότι όλο αυτό, που μας ζητείται να υλοποιήσουμε, ανήκει στη σφαίρα του ανεφάρμοστου και αντιπαιδαγωγικού.
Στη συνέχεια, το Υπουργείο με το Πολυνομοσχέδιο, προέβη στη γενναία αύξηση του αριθμού των μαθητών στα νηπιαγωγεία από την αναλογία 1 προς 22 σε 1 προς 24, με δυνατότητα προσαύξησης 10%, η οποία θα αποφασίζεται από τον διευθυντή της σχολικής μονάδας. Η ενέργεια αυτή, εν μέσω κορονοϊού, μόνο προκλητική, ανεύθυνη και επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Τα Νηπιαγωγεία χρειάζονται βοηθητικό προσωπικό και καθαρίστριες καθ’ όλη τη διάρκεια του ωραρίου, προκειμένου να διασφαλίζεται πρωταρχικά η υγιεινή και η ασφάλεια των 4χρονων και 5χρονων μαθητών. Αντί γι’ αυτό, μέσα σε μία νύχτα διατέθηκαν εκατομμύρια ευρώ για χορηγίες τάμπλετ, τα οποία, εδώ και χρόνια, θα μπορούσαν να είχαν επενδυθεί στη δημόσια εκπαίδευση για την αναβάθμιση των κτηρίων, αλλά και στο ανθρώπινο δυναμικό.
Τέλος, θα λέγαμε ότι η αναβάθμιση της Προσχολικής Εκπαίδευσης σε καμία περίπτωση δεν πραγματοποιείται με την εισαγωγή θεματικών ενοτήτων όπως Αγγλικά, Πληροφορική και Φυσική αγωγή, η οποία καταργεί ουσιαστικά την διαθεματικότητα και την ολιστική προσέγγιση των γνωστικών περιοχών με δραστηριότητες, οι οποίες πραγματοποιούνται με βάση τις εκπαιδευτικές ανάγκες των προνηπίων και των νηπίων, την επιστημονική δηλαδή προσέγγιση και τεκμηρίωση. Απορίας άξιον, πώς εξαιρέθηκαν η Μουσική και Θεατρική Αγωγή; Τουλάχιστον αυτές είναι γνωστικές περιοχές, που άπτονται άμεσα του αναλυτικού προγράμματος του νηπιαγωγείου, αλλά και των ενδιαφερόντων των παιδιών αυτής της ηλικίας!!!
«Αν νομίζεις ότι η μόρφωση είναι ακριβή, δοκίμασε την άγνοια. Derek Curtis Bock, Πρόεδρος του Χάρβαρντ (1930)»
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ Ν.ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ
https://ekpaideytikoi-en-drasei-fthiotidas.blogspot.com/