Αποκαρδιωτική έρευνα ΑΠΘ: Ο κορονοϊός επιδείνωσε στρες, θυμό και μοναξιά

LamiaNow News
By LamiaNow News Tags: Add a Comment
8 Min Read

Yψηλή επίπτωση της πανδημίας του κορονοϊού στο στρες, τη μοναξιά και τον θυμό καταγράφουν τα πρώτα αποτελέσματα έρευνας της Β’ Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιείται στο πλαίσιο παγκόσμιας μελέτης για το τεράστιο υγειονομικό πρόβλημα που έχει προκύψει και στην οποία παίρνουν μέρος περισσότεροι από 200 ερευνητές από τουλάχιστον 40 χώρες ανά την υφήλιο.

-Advertisement-

Την ίδια στιγμή, όπως αναφέρει στο ethnos.gr ο διευθυντής Β’ Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του ΑΠΘ, Καθηγητής Βασίλειος – Παντελεήμων Μποζίκας, το παρήγορο και ευχάριστο είναι ότι οι πολίτες δείχνουν αλληλεγγύη μεταξύ τους και παρατηρείται γενικώς βελτίωση της κοινωνικά επωφελούς συμπεριφοράς.

«Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι λίγο-πολύ αναμενόμενα. Έχουμε την επιδείνωση των ψυχολογικών επιπτώσεων, αλλά την ίδια στιγμή βλέπουμε ότι υπάρχει αυξημένη σε ικανοποιητικά επίπεδα επωφελής συμπεριφορά από την πλευρά των πολιτών. Βλέπουμε ο κόσμος να δείχνει αλληλεγγύη και κυρίως προς τους ηλικιωμένους, οι οποίοι πιέζονται και περισσότερο κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, μια και η κατάσταση είναι περισσότερο επικίνδυνη γι’ αυτούς. Γι’ αυτό, άλλωστε και το στρες επιδεινώθηκε περισσότερο σε αυτούς. Είναι πολύ σημαντικό, επίσης, το γεγονός ότι οι τρόποι που επιλέχθηκαν από τους πολίτες για την αντιμετώπιση της δύσκολης κατάστασης ήταν πολύ θετικοί. Οι πολίτες επέλεξαν το σερφάρισμα στο διαδίκτυο, το περπάτημα και γενικώς την κάθε είδους άσκηση και όχι, για παράδειγμα, το αλκοόλ», σημειώνει στο ethnos.gr ο κ. Μποζίκας.

Οι περισσότερες απαντήσεις αφορούν το διάστημα από τις 26 Απριλίου έως το τέλος Ιουνίου, ενώ η διάμεση ηλικία των ατόμων από την Ελλάδα που απάντησαν στη συγκεκριμένη έρευνα, ήταν τα 41 έτη. Στην έρευνα συμμετείχαν περισσότερες γυναίκες από ό,τι άνδρες (74% έναντι 26%). Η διάμεση ηλικία των γυναικών ήταν τα 40 έτη και των ανδρών τα 42 έτη.

- Advertisement -

«Πρέπει να σημειωθεί ότι η έρευνα συνεχίζεται. Μπορούν άτομα κάθε ηλικίας να μπουν στο σύνδεσμο https://www.coh-fit.com και να απαντήσουν στο ερωτηματολόγιο, ώστε να βγάλουμε όσο το δυνατό γίνεται περισσότερα συμπεράσματα», τονίζει ο κ. Μποζίκας.

Αρνητικές ψυχολογικές επιπτώσεις

Ειδικότερα και σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα της έρευνας, η πλειονότητα  των συμμετεχόντων (72%) ανέφερε επιδείνωση του στρες τις τελευταίες δύο εβδομάδες πριν τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από  την πανδημία. Ποσοστό 21% ανέφερε μικρές αλλαγές των επιπέδων του στρες, ενώ ποσοστό 7% έκανε λόγο για βελτίωση των επιπέδων του στρες. Στην έρευνα δεν εντοπίστηκαν διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στα ποσοστά επιδείνωσης του στρες, ωστόσο,  όσον αφορά τα ποσοστά βελτίωσης των επιπέδων του στρες, αυτά ήταν μεγαλύτερα στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες (12% έναντι 9%). Ακόμη, δεν βρέθηκαν ιδιαίτερες διαφορές μεταξύ των νέων (18-39 έτη) και των ατόμων μέσης ηλικίας (40-64 έτη) στα ποσοστά αύξησης (55%), μείωσης (36% έναντι 33%) ή μικρής μεταβολής των επιπέδων στρες (9% στους νέους έναντι 12% στα άτομα μέσης ηλικίας). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι ηλικιωμένοι (άνω των 65 ετών) παρουσίασαν το υψηλότερο ποσοστό επιδείνωσης των επιπέδων του στρες, το οποίο έφτασε στο  96%.

Όσον αφορά τη μοναξιά, οι περισσότεροι συμμετέχοντες (70%) ανέφεραν επιδείνωση της μοναξιάς τις τελευταίες 2 εβδομάδες πριν από τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία. Ποσοστό 27% ανέφερε μικρές αλλαγές των επιπέδων της μοναξιάς, ενώ μόλις το  3% βελτίωση των επιπέδων της μοναξιάς. Από την έρευνα δεν εντοπίστηκαν διαφορές στα ποσοστά επιδείνωσης, μείωσης ή μη ουσιαστικών μεταβολών μεταξύ των δύο φύλων. Οι νεαροί ενήλικες (18-39 έτη) ανέφεραν μεγαλύτερα ποσοστά επιδείνωσης της μοναξιάς συγκριτικά με τους ενήλικες μέσης ηλικίας (40-64 έτη). Το υψηλότερο ποσοστό επιδείνωσης των επιπέδων της μοναξιάς -έφτασε στο 96%- παρουσίασαν οι ηλικιωμένοι (άνω των 65 ετών).

Τέλος και αναφορικά με τον θυμό, το 71% των συμμετεχόντων παρουσίασε επιδείνωση τις τελευταίες 2 εβδομάδες πριν από τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία. Ποσοστό 26% ανέφερε μικρές αλλαγές των επιπέδων του θυμού, ενώ ποσοστό  3% βελτίωση των επιπέδων θυμού. Στην έρευνα καταγράφηκαν διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στα ποσοστά μικρών αλλαγών του θυμού (42% στους άνδρες έναντι 39% στις γυναίκες) αλλά όχι στα ποσοστά επιδείνωσης ή μείωσης των επιπέδων του θυμού. Τα ποσοστά επιδείνωσης του θυμού ήταν υψηλότερα  στους ηλικιωμένους (96%) αλλά και στους νέους (57%) συγκριτικά με τα άτομα μέσης ηλικίας (53%).
Αλληλεγγύη

Σε ό,τι αφορά την κοινωνικά επωφελή συμπεριφορά, βελτιώθηκε, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της έρευνας, στο 66% των συμμετεχόντων μικρές αλλαγές παρατηρήθηκαν στο 26%, ενώ στο 1% των συμμετεχόντων παρατηρήθηκε επιδείνωσή της τις τελευταίες 2 εβδομάδες πριν από τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία.  Δεν καταγράφηκαν ιδιαίτερες διαφορές μεταξύ των δύο φύλων, αν και οι άνδρες παρουσίασαν κάπως πιο αυξημένα ποσοστά βελτίωσης της κοινωνικά επωφελούς συμπεριφοράς (43%) έναντι των γυναικών (40%). Διαφορές στα ποσοστά βελτίωσης της κοινωνικά επωφελούς συμπεριφοράς μεταξύ των νεαρών ενηλίκων και των ατόμων μέσης ηλικίας δεν βρέθηκαν, ενώ οι ηλικιωμένοι βελτίωσαν την κοινωνικά επωφελή συμπεριφορά τους σε ποσοστό 96%.

Περισσότερο σερφάρισμα στο διαδίκτυο

Όσον αφορά το Ίντερνετ, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα ΜΜΕ, αναφέρθηκε αύξηση του χρόνου χρήσης τους στο 85% των συμμετεχόντων από την Ελλάδα στην έρευνα. Η αύξηση ήταν μεγαλύτερη στις γυναίκες συγκριτικά με τους  άνδρες (77% έναντι 72%). Η χρήση του Ίντερνετ, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των ΜΜΕ αυξήθηκε σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, αλλά ήταν μεγαλύτερη στους νεαρούς ενήλικες (81%) και τους ηλικιωμένους (98%) έναντι των ατόμων μέσης ηλικίας (72%).

Περπάτημα και άσκηση

Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της έρευνας, οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές αντιμετώπισης των ιδιαίτερων συνθηκών που επέφερε στην καθημερινότητα η πανδημία, ήταν η άσκηση ή το περπάτημα (63%), η χρήση του διαδικτύου (61%), τα χόμπι (61%), η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (60%), η μελέτη ή η μάθηση κάτι νέου (49%), τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κοινωνικές συναναστροφές από απόσταση (48%), η εργασία στον χώρο ή στο σπίτι (42%), η ενημέρωση για την πανδημία Covid-19 (41%), τα ΜΜΕ (41%), ο χρόνος με ένα κατοικίδιο (36%), καθώς και η σωματική εγγύτητα και η σεξουαλική δραστηριότητα (36%). Άλλες στρατηγικές διαχείρισης, όπως η χρήση αλκοόλ ή ουσιών και τα συνταγογραφούμενα φάρμακα, κατέγραψαν  πολύ μικρά ποσοστά.

Για τους άνδρες οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης της πανδημίας ήταν η χρήση του διαδικτύου (61%), η άσκηση ή το περπάτημα (59%), τα χόμπι (56%) και η άμεση κοινωνική επαφή ή η συναναστροφή (55%). Για τις γυναίκες οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης της πανδημίας ήταν η άσκηση ή το περπάτημα (64%), η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (62%), η χρήση του διαδικτύου (61%) και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κοινωνικές συναναστροφές από απόσταση (51%).

Για τους νεαρούς ενήλικες οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης ήταν  η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (65%), η άσκηση ή το περπάτημα (65%), τα χόμπι (65%) και η χρήση του διαδικτύου (62%). Για τα άτομα μέσης ηλικίας  ήταν η άσκηση ή το περπάτημα (62%), η χρήση του διαδικτύου (60%) και η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (57%). Για τους ηλικιωμένους οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης ήταν η άσκηση ή το περπάτημα (58%) και η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (47%).

 

πηγή ethnos

TAGGED:
Share This Article
Leave a comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *