Aπαραίτητη είναι η εγκατάσταση έργων αποθήκευσης ενέργειας στο ηλεκτρικό σύστηµα της χώρας προκειµένου να επιτευχθεί η περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ, ενώ ταυτόχρονα η αποθήκευση παρέχει οικονοµικά οφέλη σε όλα τα πιθανά σενάρια. Αυτό προκύπτει από µελέτη του ΕΜΠ µε ορίζοντα το 2030 που έγινε για λογαριασµό της Ρυθµιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και θα αποτελέσει τον «οδηγό» για τις αποφάσεις και τις πολιτικές που θα εφαρµοστούν το επόµενο διάστηµα από την πολιτεία. Οι τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας αναπτύσσονται ραγδαία τα τελευταία χρόνια, καθώς τόσο τα αιολικά όσο και τα φωτοβολταϊκά δεν παράγουν ρεύµα «κατά παραγγελία», όταν δηλαδή το χρειάζεται ο καταναλωτής.
Τα αιολικά παράγουν όταν φυσάει και τα φωτοβολταϊκά όταν έχει ήλιο. Συνεπώς, εάν µπορεί κανείς να αποθηκεύσει το παραγόµενο ρεύµα για λίγες ώρες ώστε να µπορεί να το διοχετεύσει στο σύστηµα όταν υπάρχει κατανάλωση, τότε πολλαπλασιάζει τις δυνατότητες λειτουργίας των «πράσινων» µονάδων, αλλά και εξοικονοµεί πόρους και χρήµατα. Σύµφωνα µε τη µελέτη του ΕΜΠ, το βέλτιστο σχήµα για το ελληνικό σύστηµα περιλαµβάνει συνδυασµό και των δύο βασικών τεχνολογιών µέσω των οποίων εξασφαλίζεται σήµερα η αποθήκευση ρεύµατος: των έργων αντλησιοταµίευσης (µεγάλα υδροηλεκτρικά τα οποία αξιοποιούν το ρεύµα που περισσεύει για να αντλήσουν νερό σε µεγαλύτερα ύψη και άρα να έχουν δυνατότητα να παράγουν τις ώρες που υπάρχει κατανάλωση) και των έργων αποθήκευσης µε συστοιχίες πολύ µεγάλων µπαταριών. Κάθε τεχνολογία έχει τα ιδιαίτερα πλεονεκτήµατά της και ο συνδυασµός τους δίνει το καλύτερο αποτέλεσµα.
Σύµφωνα µε τη µελέτη, για τη συµµετοχή 60% των ΑΠΕ στο µείγµα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας το 2030, όπως προβλέπεται από το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίµα (ΕΣΕΚ), τα µεγαλύτερα οφέλη θα προκύψουν από συστήµατα κεντρικής αποθήκευσης συνολικής ισχύος 1.500-1.750 Μεγαβάτ. Από αυτά, τα 1.000 µε 1.250 Μεγαβάτ θα πρέπει να αφορούν αντλησιοταµευτικά έργα και τα 500 Μεγαβάτ µπαταρίες. Τα συστήµατα κεντρικής αποθήκευσης, όµως, θα είχαν βασικό ρόλο και στην περίπτωση µικρότερης διείσδυσης των ΑΠΕ έως το 2030.
Τόσο τα αιολικά όσο και τα φωτοβολταϊκά παράγουν ρεύµα µόνο όταν, αντίστοιχα, φυσάει και όταν έχει ήλιο και όχι «κατά παραγγελία», όταν δηλαδή το χρειάζεται ο καταναλωτής, κάτι που µπορεί να επιτευχθεί αν το παραγόµενο ρεύµα αποθηκεύεται και διοχετεύεται στο σύστηµα όταν υπάρχει ανάγκη
Ετσι, µε το µερίδιο των ανανεώσιµων πηγών στο 50%, η καλύτερη λύση θα ήταν κεντρική αποθήκευση συνολικής ισχύος 750- 1.000 Μεγαβάτ, µε τα 250 Μεγαβάτ από µπαταρίες. Οπως ανέλυσε κάνοντας σχετική ηλεκτρονική παρουσίαση την προηγούµενη εβδοµάδα ο καθηγητής ΕΜΠ Σταύρος Παπαθανασίου, τα ερωτήµατα στα οποία απαντά η µελέτη είναι το «πόση αποθήκευση», «ποια αποθήκευση», το αν αυτή δικαιολογείται οικονοµικά και «για πόσες ΑΠΕ». ∆εν πρόκειται, δηλαδή, για µια µελέτη αγοράς, αλλά για εκτίµηση του κόστους και του οφέλους για το σύστηµα συνολικά, όπως εξήγησε. Τα κύρια οφέλη που αποτιµώνται στη µελέτη έχουν να κάνουν µε τη µείωση κόστους παραγωγής, την παροχή εφεδρειών και ευελιξίας, τη µεγαλύτερη ενσωµάτωση παραγωγής ΑΠΕ και τη συµβολή στην επάρκεια ισχύος του συστήµατος.
Συμφέρον
Οικονοµικά οφέλη προκύπτουν, επιπλέον, από τον πολλαπλασιαστή 1,8 έως 2 που θα έχουν επενδύσεις τύπου αντλησιοταµίευσης λόγω της πολύ µεγάλης εγχώριας προστιθέµενης αξίας. «Αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Ελλάδα ούτε παραγωγός φυσικού αερίου είναι ούτε πρόκειται να γίνει παραγωγός µπαταριών, µια τέτοια προσθήκη κρίνεται απαραίτητη προκειµένου να φανεί πόσο οικονοµικά ωφέλιµη είναι η προώθηση της αποθήκευσης, βασικό συστατικό της οποίας θα είναι η τεχνολογία της αντλησιοταµίευσης» δήλωσε ο πρόεδρος του ΕΣΗΑΠΕ Γιώργος Περιστέρης. Σύµφωνα πάντα µε τη µελέτη, ωστόσο, παρά τα διαπιστωµένα οφέλη των επενδύσεων αποθήκευσης, η συµµετοχή στην αγορά, και µόνον, δεν διασφαλίζει τη βιωσιµότητα των έργων.
Τα κύρια οφέλη των τεχνολογιών αποθήκευσης έχουν να κάνουν με τη μείωση κόστους παραγωγής, την παροχή εφεδρειών, τη μεγαλύτερη ενσωμάτωση παραγωγής ΑΠΕ και τη συμβολή στην επάρκεια ισχύος του συστήματος
Εποµένως, είναι αναγκαίο να δηµιουργηθεί καθεστώς στήριξής τους, το οποίο µπορεί να εξασφαλιστεί µε την ένταξή τους στον Μόνιµο Μηχανισµό Αποζηµίωσης Επάρκειας Ισχύος. Στο πλαίσιο αυτό, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναµένεται να ολοκληρώσει τον τρόπο τιµολόγησης για τους υβριδικούς σταθµούς ΑΠΕ µε αποθήκευση. «Θα εξετάσουµε τη µεταβατική στήριξη των έργων αποθήκευσης και µέσω του µόνιµου µηχανισµού ισχύος. Θα σχηµατιστεί ειδική επιτροπή σύντοµα» δηλώνουν αρµόδια στελέχη του ΥΠΕΝ.
ethnos