«Διχαστική» και «εθνική αυτοκτονία» αποκάλεσε τη συμφωνία του Αρχιεπισκόπου – πρωθυπουργού ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άνθιμος μιλώντας στον ΣΚΑΪ, εκτιμώντας ότι δεν θα εγκριθεί στην Ιερά Σύνοδο.
«Βεβαίως είναι διχαστική η συμφωνία… Αν δεν ήταν μεγάλο το ποσοστό των Ορθοδόξων θα υπήρχε πρόβλημα, αλλά τώρα μιλάμε για ελληνοχριστιανικό πολιτισμό» σημείωσε.
Σύμφωνα με τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, «ο μακαριότατος ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του πρωθυπουργού, αλλά αυτό την επομένη δημιούργησε εντύπωση, ανησυχία… Δεν μπορεί να περάσει αυτή η συμφωνία, τέτοια ενέργεια είναι εθνική αυτοκτονία. Ηταν λάθος να δώσουν την εντύπωση ότι εμείς συμφωνούμε και θα γίνει να χωριστεί η εκκλησία από το κράτος.
Την προσεχή Παρασκευή στην έκτακτη σύγκληση της Ιεραρχίας θα δούμε τις απόψεις της Ιεραρχίας, είμαι βέβαιος ότι στη μεγάλη της η πλειοψηφία είναι υπέρ της ενότητας του κράτους και της εκκλησίας μας για να σταθούμε σε αυτόν τον τόπο που επιβουλεύονται πάρα πολλοί».
Μήνες ετοίμαζαν την συμφωνία Τσίπρας και Ιερώνυμος – Αμφίβολο αν θα ισχύει
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι εδώ και πάρα πολλούς μήνες υπήρχε μία συνεχής ανταλλαγή εγγράφων ανάμεσα στο Μαξίμου και την Αρχιεπισκοπή προκειμένου Τσίπρας και Ιερώνυμος να καταλήξουν σε συμφωνία. Το θέμα όμως είναι ότι για να μπορέσει αυτό το deal να πάει στη Βουλή θα πρέπει να εγκριθεί από την Ιεραρχία που δεν είναι καθόλου εύκολο. Οι δυνάμεις είναι μοιρασμένες και πολλοί είναι εκείνοι που εκτιμούν ότι οι ανακοινώσεις θα εξελιχθούν απλά σε ευχολόγια και δεν θα προχωρήσει τίποτα.
Ο Αρχιεπίσκοπος στην πρόταση συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου διαπίστωσε ότι δεν θα είναι καθόλου εύκολο να περάσει όλα όσα έχει συμφωνήσει με τον κ. Τσίπρα και μπροστά στον κίνδυνο να διχάσει τους Ιεράρχες δεν αποκλείεται την τελευταία στιγμή να οπισθοχωρήσει.
Ενδεικτικές ήταν οι δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου: «Είμαστε στην Ελλάδα ή είμαστε σε ζούγκλα; Υπάρχει διαφορά: άλλο συμφωνία και άλλο πρόθεση να συμφωνήσουμε», επεσήμανε ο Αρχιεπίσκοκος, συμπληρώνοντας «τι έγινε χθες; Η Πολιτεία και η Εκκλησία δείξαμε διάθεση να λύσουμε προβλήματα που υπάρχουν εδώ και έναν αιώνα. Αυτό θέλουμε να κάνουμε, να υπάρξει μια συμφωνία». Όπως είπε πολλάκις, «πρέπει να πούμε στους ιερείς μας, διότι αυτοί ανησυχούν, πως ότι είναι να γίνει, θα το κάνουμε μαζί. Δεν θα καταλήξουμε σε ένα σημείο το οποίο δεν θα θέλουν οι ιερείς».
Αλλά και το ανακοινωθέν που εκδόθηκε στην συνέχεια από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο:
1) Κατά τη συνάντηση δεν επιδιώχθηκε ούτε υπεγράφη κάποια συμφωνία, αλλά εκφράζεται η αμοιβαία «πρόθεση προκειμένου Εκκλησία και Πολιτεία να καταλήξουν σε μία ιστορική συμφωνία που θα πάρει μορφή νομοθετικής ρύθμισης».
2) Περί του θέματος αυτού και των σχετικών προτάσεων, ως αρμόδιο Σώμα, πρόκειται να συγκληθεί η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις.
3) Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της τελικής συμφωνίας είναι το κοινό όφελος του Λαού και της Εκκλησίας, με βασική προϋπόθεση την προστασία και πλήρη διασφάλιση των δικαιωμάτων των κληρικών μας.
4) Εκφράζουμε την ικανοποίησή μας που πλέον ομολογείται από τον Έλληνα Πρωθυπουργό ότι:
(α) «αναγνωρίζεται η προσφορά και ο ιστορικός ρόλος της Εκκλησίας στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του Ελληνικού Κράτους και του Λαού»,
(β) «στόχος είναι να ενισχυθεί η αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους»,
(γ) «αναγνωρίζεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε την μισθοδοσία του Κλήρου, ως αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε»,
(δ) «η αποκαθήλωση των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την Ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα αποτελούν αστεία κωμικοτραγικά πράγματα» και
(ε) «η ύπαρξη της πίστης στην Ελλάδα είναι ένα fact (γεγονός) που δεν μπορεί να παραγραφεί».
5) Με την ευκαιρία αυτή, περιμένουμε από όλον τον πολιτικό κόσμο να συμβάλει καλοπροαίρετα στην προσπάθεια αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού στην παράδοσή μας, ώστε όλοι ενωμένοι να εργαστούμε για το καλό του ελληνικού Λαού.
6) Εκφράζουμε την ελπίδα ότι αυτό το πνεύμα θα επικρατήσει και κατά την επικείμενη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος.
Ποια ήταν η αντίδραση του Πατριαρχείου
Την παραμικρή ενημέρωση δεν είχε το Πατριαρχείο για την συμφωνία στην οποία κατέληξαν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
Πηγές από το Φανάρι σημειώνουν πως το προηγούμενο διάστημα δεν υπήρξε καμία ενημέρωση ούτε από την Εκκλησία της Ελλάδος, ούτε από την ελληνική κυβέρνηση για την επικείμενη συμφωνία. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα περιμένει να δει τι περιλαμβάνει η επίμαχη συμφωνία, προκειμένου να αποφασίσει αν θα αντιδράσει ή όχι.
Υπενθυμίστηκε πάντως η «Πράξη του 1928», σύμφωνα με την οποία οι μητροπόλεις στις περιοχές που προσαρτήθηκαν στο ελληνικό κράτος μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και Δωδεκάνησα) εξακολουθούν να υπάγονται εκκλησιαστικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Δηλαδή, οι συγκεκριμένες μητροπόλεις παραχωρήθηκαν από το Πατριαρχείο στην Εκκλησία της Ελλάδος για να διοικούνται σύμφωνα με τη Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του 1928.
Πόσα λεφτά παίρνουν οι κληρικοί – Από τον Αρχιεπίσκοπο μέχρι τον απλό παπά
Το κονδύλι που δίνει το κράτος για την κάλυψη της μισθοδοσίας υπολογίζεται σε 198 εκατ. ευρώ, το οποίο θεωρητικά θα συνεχίσει να δίνεται με τη μορφή επιδότησης.
Αναλυτικά οι μεικτές αποδοχές είναι:
Αρχιεπίσκοπος: 2.600 ευρώ
Μητροπολίτης και Τιτουλάριος Μητροπολίτης: 2.210 ευρώ
Τιτουλάριος Επίσκοπος και βοηθός Επίσκοπος: 1.820 ευρώ παίρνει
Επιδόματα
75 ευρώ παίρνουν οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος
40-45 ευρώ οι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος
Μισθοί ιερέων
Πρωτοδιοριζόμενος ιερέας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης: 678 ευρώ
με 10 χρόνια προϋπηρεσία: 1.032 ευρώ
με 30 χρόνια προϋπηρεσία: 1.410 ευρώ
πρωτοδιοριζόμενος κληρικός απόφοιτος μέσης εκπαίδευσης:644 ευρώ
με 30 έτη προϋπηρεσίας: 1.099 ευρώ
Οι μεγάλες κόντρες του παρελθόντος
Οι σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας που φαίνεται να μπαίνει σε άλλη διάσταση μετά την συμφωνία του Αλέξη Τσίπρα με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, είναι μία.. κολώνια που κρατά χρόνια στην Ελλάδα.
Την περίοδο 1985-87, με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επιχειρήθηκε για πρώτη φορά μια οργανωμένη προσπάθεια για να ρυθμιστεί το θέμα της εκκλησιαστικής και της μοναστηριακής περιουσίας. Συγκροτήθηκε μια επιτροπή διαλόγου στην οποία συμμετείχαν από την πλευρά της κυβέρνησης ο τότε υπουργός Παιδείας Αντώνης Τρίτσης και από την πλευρά της Εκκλησίας ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ανθιμος (τότε Αλεξανδρούπολης) και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος (τότε μητροπολίτης Δημητριάδος).
Ο τότε Υπουργός Παιδείας Αντώνης Τρίτσης, πρότεινε ένα σχέδιο συμφωνίας διάρκειας 100 χρόνων για ανάπτυξη της εκκλησιαστικής περιουσίας και αξιοποίησή της από τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, που θα απέδιδαν 10% στην Εκκλησία και 5% στο κράτος.
Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε άμεσα από την ιεραρχία αλλά ο Τρίτσης δεν έκανε πίσω και πήγε το θέμα στη Βουλή. Η αντίδραση της εκκλησίας ήταν να κάνει συλλαλητήρια σε όλη την Ελλάδα και ταυτόχρονα ενημερώνει το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών.
Μπορεί ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ να κρατούσαν ουδέτερη στάση αλλά οι διαφωνίες ήταν πολλές και μεγάλες. Ο Αντώνης Τρίτσης στην κρίσιμη συνάντηση είπε στους μητροπολίτες ότι «δεν εξαρτάται η νομοθετική ευθύνη της κυβέρνησης από την έγκριση της εκκλησίας» ενώ ο Χριστόδουλος τον εγκάλεσε για «άκρατη πολιτειολογία». Ετσι η επιτροπή δεν κατέληξε πουθενά και λύση δεν βρέθηκε.
Στις 23 Μαρτίου 1987, στην κρατική ΕΡΤ υπήρξε μια μνημειώδης τηλεοπτική αντιπαράθεση. στην εκπομπή «Ανοιχτά Χαρτιά» του Βίκτωρα Νέτα.
Συμμετέχουν από την πλευρά της Εκκλησίας οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Δημητριάδος και Αλμυρού κ.κ. Χριστόδουλος (μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος) και ο Σεβ.Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως κ.κ. Άνθιμος (νυν Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης) και από την πλευρά της πολιτείας ο Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Αντώνης Τρίτσης και ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και Νομικός Σύμβουλος του Πρωθυπουργού, κ. Γεώργιος Κασσιμάτης.
Στην ιστορία έχει μείνει το παρακάτω βίντεο όταν Τρίτσης, Χριστόδουλος και Ανθιμος διασταύρωσαν τα ξίφη τους:
Ο νόμος Τρίτση ψηφίστηκε στις 2 Απριλίου, ωστόσο, δεν εφαρμόστηκε ποτέ και ο υπουργός παραιτήθηκε.
Η δεύτερη μεγάλη σύγκρουση Κράτους και Εκκλησίας έγθνε επί κυβλέρνμησης σημίτη και παλι για την Εκκλησία πρωταγωνιστικό ρόλο έοιαξε ο Χριστόδουλος που πλεόν ήταν Αρχιεπίσκοπος. Η κυβέρνηση Σημίτη, αποφάσισε ότι στις αστυνομικές ταυτότητες δεν ήταν απαραίτητο να αναγράφεται το θρήσκευμα.
Οι ιεράρχες ξεσηκώθηκαν, τα συλλαλητήρια ήταν τα μεγαλύτερα που έχει ζήσει η χώρα. Ο λόγος του Χριστόδουλου ήταν πύρινος αλλά η απόφαση του Σημίτη προχώρησε. Σταμάτησε όμως κάθε κουβέντα για επέκταση του διαχωρισμού του Κράτους και της Εκκλησίας και για την εκκλησιαστική περιουσία.
Τα ευρωπαϊκά μοντέλα στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας
Τι γίνεται όμως στην Ευρώπη αναφορικά με τα μοντέλα που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις σχετικά με τις σχέσεις τους με την εκκλησία;
Σε Αγγλία, Δανία και Φινλανδία ισχύει το μοντέλο των Κρατικών Εκκλησιών. Το μεικτό μοντέλο έχουν επιλέξει Γερμανία, Βέλγιο, Αυστρία, Ισπανία και Ιταλία ενώ υπάρχει πλήρως διαχωρισμός στις σχέσεις κράτους και εκκλησίας σε Γαλλία, Ολλανδία και Ιρλανδία. Το γαλλικό μοντέλο όπως έχει ονομαστεί το τελευταίο είναι αυτό για το οποίο δεν θέλει να ακούει η ιεραρχία και από ότι φαίνεται με τα όσα ανακοινώθηκαν η κυβέρνηση δεν έχει σκοπό να προχωρήσει σε αυτό.
Στην Γερμανία υπάρχει ο «εκκλησιαστικός φόρο», τον οποίο υποχρεούνται να πληρώνουν όλοι οι Γερμανοί πολίτες, που ανήκουν στην Ευαγγελική ή στην Καθολική Εκκλησία. Από τον φόρο αυτόν απαλλάσσονται τα μέλη των υπόλοιπων Χριστιανικών Εκκλησιών (Ορθόδοξοι κλπ.) ή οι οπαδοί των άλλων θρησκειών, όπως είναι π.χ. οι μουσουλμάνοι. Επίσης απαλλάσσονται όσοι είναι άθρησκοι ή άθεοι.
Στην Ιταλία το σύστημα για την φορολόγηση υπέρ της εκκλησίας ονομάζεται «οκτώ τις χιλίοις» (otto per mille). Είναι το ποσοστό επί του συνολικού φόρου εισοδήματος, όπου δίνεται η προαιρετική επιλογή στο φορολογούμενο για το που θέλει να αποδοθεί ο φόρος. Ο φορολογούμενος μπορεί να επιλέξει να δώσει το ποσό ή στο κρατικό ταμείο, ή σε 4 Εκκλησίες (Καθολική, Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας, Ένωση Βαλδένσιων και Μεθοδιστών Εκκλησιών, Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία) ή στην Ένωση Εβραϊκών Κοινοτήτων.
Τι αναφέρει το κοινό ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας
1. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
2. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
3. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
4. Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
5. Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
Συμφωνία Τσίπρα-Ιερώνυμου: Εκκλησιαστικό ΤΑΙΠΕΔ και κληρικοί εντός… εκτός Δημοσίου
6. Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
7. Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
8. Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
9. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
10. Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
11. Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
12. Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
13. Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
14. Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς.
15. Οι παραπάνω δεσμεύσεις των μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της.
πηγη-eleftherostypos.gr