Ο 61χρονος πρώην αστυνομικός σοκάρει με τα όσα περιγράφει στην προανακριτική του απολογία, όπου επιμένει ότι ο θάνατος της 6χρονης κόρης του Στέλλας, η οποία αντιμετώπιζε και κινητικά προβλήματα εκ γενετής, ήταν ατύχημα.
Διαβάστε μέρος της απολογίας του παιδοκτόνου της Αγίας Βαρβάρας:
“Εξ αιτίας του προβλήματος της Στέλλας έπεσα σε κατάθλιψη με αποτέλεσμα εδώ και τρία χρόνια να παίρνω φαρμακευτική αγωγή. Με το που γεννήθηκαν τα παιδιά εγώ και η γυναίκα μου κάναμε ένα τεράστιο λάθος. Το λάθος μας ήταν ότι εγώ ασχολούμουν αποκλειστικά με τον Μάριο και η γυναίκα μου με την Στέλλα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να θέλει μόνο τη μαμά της και απέναντί μου να είναι επιθετική (…)
Εκείνο το βράδυ μόλις φτάσαμε σπίτι της είπα ότι πρέπει να την κάνω μπάνιο. Πήρα τα χάπια μου και ήπια ποτήρι κρασί (…) Παρακάλεσα πάλι την Στέλλα να την κάνω μπάνιο. Εκείνη εξακολουθούσε να μην θέλει, γιατί ήθελε τη μαμά της. Άρχισε να με χτυπάει με τα χέρια της στην κοιλιά. Όπως με χτυπούσε και το κεφάλι της βρισκόταν στο ύψος του στήθους μου, την έσφιξα με το δεξί μου χέρι για να σταματήσει να με χτυπάει, μέχρι που κατάλαβα ότι είχε χάσει τις αισθήσεις της. Άνοιξα το χέρι μου που την έσφιγγα και η Στέλλα έπεσε στο πάτωμα. Είδα ότι δεν ανέπνεε και κατάλαβα ότι κάτι κακό είχε γίνει. Τα έχασα, τρομοκρατήθηκα και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να βγάλω τη Στέλλα έξω από το σπίτι. Πήγα στο αποθηκάκι και πήρα τρεις μαύρες σακούλες σκουπιδιών.
Όπως ήταν πεσμένη στο πάτωμα έβαλα τη Στέλλα σε μία από αυτές τις σακούλες ξεκινώντας από το κεφάλι της και καταλήγοντας στα πόδια. Θέλω να σας πω δηλαδή ότι η σακούλα έκλεινε στα πόδια της (…) Μετά σκέφτηκα να σκηνοθετήσω τον χώρο για να φαίνεται ότι κάποιος έκανε ληστεία. Ξέχασα να σας πω ότι στις σακούλες σκουπιδιών που έβαλα την Στέλλα έβαλα και μία κόκκινη κουβερτούλα που πήρα από το κρεβάτι της, μη ρωτάτε γιατί, δεν ξέρω να σας απαντήσω.
Τις σακούλες με την Στέλλα τις κρατούσα με τα δυο μου χέρια στην αγκαλιά μου…
Κατέβηκα στο δρόμο και με τα πόδια πήγα σε έναν κάδο και εκεί μέσα άφησα την Στέλλα. Σε έναν άλλο κάδο εκεί κοντά πέταξα και τα κοσμήματα της γυναίκας μου (…)
Μετά πήγα στο κρεβάτι μου, όπου λόγω του κρασιού και των χαπιών που είχα πάρει με πήρε ο ύπνος.
Το πρωί στις 7 παρά τέταρτο ξύπνησα και πήρα τηλέφωνο το ΑΤ Αγίας Βαρβάρας και είπα ότι κάποιοι άγνωστοι μπήκαν στο σπίτι μου”.
πηγη-enikos.gr