Την αναίρεση της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης με την οποία παύθηκε η ποινική δίωξη σε βάρος των αδελφών Ψωμιάδη για την υπόθεση των χαρακτηριζόμενων ως «εικονικών» προσλήψεων 81 υπαλλήλων στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης, την περίοδο 2007-2010 ενόψει της εκτέλεσης έργων, ζητεί ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης.
Με το σκεπτικό ότι στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόστηκε εσφαλμένα ουσιαστική ποινική διάταξη (διάταξη του άρθρου 93 του Ν. 4745/2020), ο ανώτερος εισαγγελικός λειτουργός ζητεί από το αρμόδιο Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου «να κρίνει ότι η διάταξη αυτή είναι αντισυνταγματική, διότι συνιστά “κρυπτοαμνηστία”, την οποία απαγορεύει το Σύνταγμα και ως εκ τούτου ανεφάρμοστη (κατά το άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος, διότι αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 47 παρ. 3, 4 και 4 παρ.1, 25 παρ.1, και 26 του Συντάγματος, αφού με την παραπάνω ρύθμιση εισάγεται νομοθετική διάταξη που αφορά εξατομικευμένη περίπτωση, δηλ. αμνηστεύονται κακουργηματικές πράξεις αιρετών και υπαλλήλων ΟΤΑ)».
«Πρόκειται για “κρυπτοαμνηστία”, και ως εκ τούτου είναι αντισυνταγματική, ενόψει του ότι υπάρχουν και εκκρεμείς υποθέσεις στα Δικαστήρια με κατηγορούμενους -αιρετούς και υπαλλήλους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού- με ζημία αρκετών εκατομμυρίων ευρώ σε βάρος των Περιφερειών και του Δημοσίου!!!», όπως αναφέρεται συμπερασματικά σε ανακοίνωση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.
«Δεν φοβόμαστε, θα το αντιμετωπίσουμε»
«Δεν φοβόμαστε την εξέλιξη αυτή, θα την αντιμετωπίσουμε», δήλωσε δια του συνηγόρου του ο Παναγιώτης Ψωμιάδης. Μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, ο δικηγόρος του Γιώργος Νικολακόπουλος εξέφρασε την εκτίμηση ότι η εισαγγελική εισήγηση «δεν θα βρει απήχηση στον ‘Αρειο Πάγο».
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η υπόθεση των «εικονικών» προσλήψεων και έργων είχε εκκινήσει μετά από καταγγελία που ερευνήθηκε από τη Δικαιοσύνη. Το κατηγορητήριο καταλόγιζε στους Παναγιώτη και Διονύση Ψωμιάδη (ο πρώτος ως νομάρχης, ο δεύτερος ως αναπληρωτής του) ότι προσέλαβαν άτομα που απασχολήθηκαν σε άλλες υπηρεσίες και ουδεμία σχέση είχαν με την εκτέλεση των έργων για τα οποία προσελήφθησαν, προκαλώντας ζημιά στο ελληνικό Δημόσιο, ύψους 1,3 εκατ. ευρώ. Οι κατηγορίες που τους είχαν αποδοθεί ήταν αυτές της απιστίας, κατά συναυτουργία, και της ψευδούς βεβαίωσης κατ΄ εξακολούθηση (σε βάρος Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου).
Η δίκη και το σκεπτικό της απόφασης
Ύστερα από αλλεπάλληλες αναβολές, η δίκη διεξήχθη τον περασμένο Οκτώβριο, με τους δικαστές να κάνουν δεκτή την επίκληση του εισαγγελέα της Έδρας στο άρθρο 67 του Ν. 4735/2020, με το οποίο αίρεται το αξιόποινο των πράξεων αιρετών και υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού που αφορούν σε πληρωμές ενταλμάτων που έλαβαν χώρα μέχρι την 31η Ιουλίου 2019 και οι οποίες διενεργήθηκαν επί τη βάση ελέγχων των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΥΔΕ) και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Η κοινή υπεράσπιση των αδελφών Ψωμιάδη, εκτός από την επίκληση στον παραπάνω νόμο, ισχυρίστηκε ότι δεν προκλήθηκε καμία οικονομική ζημιά στο Δημόσιο ούτε ενήργησαν οι εντολείς του με δόλο. Τόνισε δε, ότι οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι δούλεψαν κανονικά, έστω σε άλλα πόστα, διότι υπήρχαν ανάγκες στην τότε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης λόγω υποστελέχωσης των υπηρεσιών της.
«Δέκα χρόνια καταγγελιών και συκοφαντιών έπεσαν στο κενό. Είχα πει ότι έστω και αργά η αλήθεια θα λάμψει- και η αλήθεια έλαμψε. Είμαι ευτυχής γιατί το έργο μου δεν πήγε χαμένο. Δυστυχώς όμως τα τελευταία χρόνια καταστράφηκα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά», είχε δηλώσει ο Π. Ψωμιάδης μετά την απόφαση του Δικαστηρίου. Να σημειωθεί ότι τα αδέλφια Ψωμιάδη κατηγορούνται και για τα λεγόμενα «45άρια» έργα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, υπόθεση η οποία εκκρεμεί στα ποινικά δικαστήρια.
ΑΠΕ-ΜΠΕ