Με καταιγιστικό ρυθμό συνεχίζονται οι αγωγές και οι αιτήσεις συνταξιούχων που διεκδικούν αναδρομικά ποσά επιστροφής για το μέρος των συντάξεων που κόπηκε το 2012 και στη συνέχεια, τον Ιούνιο του 2015, η περικοπή του κρίθηκε αντισυνταγματική. Ηδη, περισσότερες από 200.000 αιτήσεις έχουν υποβληθεί στον ΕΦΚΑ –εκτιμάται ότι περισσότερες από 19.000 αιτήσεις υποβάλλονται καθημερινά– ενώ δεκάδες χιλιάδες είναι και οι νέες προσφυγές στη Δικαιοσύνη. Με αμείωτο ρυθμό συνεχίζεται και η δημοσιοποίηση νέων αποφάσεων από Πρωτοδικεία ανά την Ελλάδα, προκαλώντας σύγχυση στους 2,5 εκατ. συνταξιούχους που γίνονται «μπαλάκι» μεταξύ δικηγορικών γραφείων και δημοσιογραφικών αποκαλύψεων.
Την αγωνία και ανασφάλεια των συνταξιούχων επιτείνουν η κυβερνητική ανικανότητα να διαχειριστεί ουσιαστικά ένα θέμα που έσκασε στα χέρια της το δύσκολο καλοκαίρι του 2015, αλλά και η δημοσιονομική αδυναμία τόσο της σημερινής όσο και της όποιας μελλοντικής κυβέρνησης να εφαρμόσει την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Εκτιμάται ότι το κόστος επιστροφής των ποσών, που κατά την κρίση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου κακώς κόπηκαν με τους νόμους του 2012, ξεπερνά τα 9 δισ. ευρώ.
Το Ασφαλιστικό κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα απέραντο δικαστήριο, ενώ οποιαδήποτε σκέψη για εφαρμογή των αποφάσεων στο σύνολο των συνταξιούχων, τουλάχιστον έως τον Δεκέμβριο του 2018, ξυπνά εφιάλτες δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Και αυτό γιατί δικαιούχοι επιστροφών είναι θεωρητικά το σύνολο των 2,6 εκατ. των συνταξιούχων. Ακόμη και οι πλέον χαμηλόμισθοι, με συντάξεις των 500 ή 700 ευρώ, μπορούν να διεκδικήσουν Δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα καλοκαιριού, ισόποσο με τη σύνταξή τους και με πλαφόν τα 800 ευρώ ετησίως.
Οι υπόλοιποι διεκδικούν ποσά που συνολικά ενδέχεται να ξεπερνούν τις 20.000 ευρώ ανά άτομο. Σε μια προσπάθεια να ανακόψει το κύμα προσφυγών στη Δικαιοσύνη που γιγαντώνεται (έχουν κυκλοφορήσει ακόμη και διαφημίσεις από δικηγορικά γραφεία), το υπουργείο Εργασίας επιχειρεί να διαχειριστεί το θέμα… δικονομικά, ενώ στρέφει τους συνταξιούχους σε μαζικές ηλεκτρονικές αιτήσεις προς τον ΕΦΚΑ.
Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, όλες οι ηλεκτρονικές αιτήσεις λαμβάνουν αριθμό ηλεκτρονικού πρωτοκόλλου, ενώ η μαζικότητα των αιτήσεων ερμηνεύεται ως απόδειξη ότι επρόκειτο για σωστή επιλογή. Οι ειδικοί από την πλευρά τους εκτιμούν ότι οι αιτήσεις λειτουργούν περισσότερο ως μοχλός πίεσης προς την κυβέρνηση, προκειμένου το θέμα να λυθεί πολιτικά. Γιατί δικαστικά πρόκειται για ένα πολύπλοκο «κουβάρι» που ενδέχεται να πάρει πολλά ακόμη χρόνια για να ξετυλιχθεί.
Ο κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού και ο εφιάλτης για αύξηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης ακόμη και κατά 3,5-4 δισ. ευρώ ή 2% του ΑΕΠ τον χρόνο αυξάνονται, εν αναμονή και της νέας απόφασης του ΣτΕ που καλείται να κρίνει εάν είναι συνταγματική ή όχι η πρόβλεψη του νόμου Κατρούγκαλου για επανυπολογισμό όλων των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων, που συνδέεται άμεσα και με την κυβερνητική επιδίωξη για μη εφαρμογή των περικοπών στις προσωπικές διαφορές που θα διαπιστωθούν, από την 1η Ιανουαρίου του 2019.
Αντισυνταγματικές περικοπές και μαζικές προσφυγές
– Πώς ξεκίνησαν όλα;
Ολα ξεκίνησαν με τις αποφάσεις 2287, 2288, 2289 και 2290/2015 της Ολομέλειας του ΣτΕ, που έκριναν αντισυνταγματικές τις περικοπές που είχαν γίνει το 2012, με τους νόμους 4051/2012 και 4093/2012, και οι οποίες δημιούργησαν μια νέα κατάσταση στο ασφαλιστικό. Με βάση αυτές, θα έπρεπε να αυξηθούν τόσο οι κύριες όσο και οι επικουρικές συντάξεις των συνταξιούχων που είχαν υποστεί τις συγκεκριμένες μειώσεις. Προσοχή όμως. Το ΣτΕ έκρινε για όσες υποθέσεις είχαν αχθεί στα δικαστήρια μέχρι τη στιγμή που εξέδωσε την απόφασή του και ξεκαθάρισε πως δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ. Ετσι, στο 3ο μνημόνιο, η κυβέρνηση δεσμεύθηκε για την «απορρόφηση του αντίκτυπου των αποφάσεων του ΣτΕ σχετικά με τα συνταξιοδοτικά μέτρα του 2012».
– Ποιες ακριβώς μειώσεις κρίθηκαν αντισυνταγματικές;
Βάσει του ΣτΕ, αντισυνταγματικές είναι οι διατάξεις: α) Του νόμου 4051/2012, που επέβαλε περικοπές επικουρικών συντάξεων κατά 10% στο σύνολο του ποσού σύνταξης από 200 έως 250 ευρώ, κατά 15% από τα 250 έως τα 300 ευρώ και κατά 20% στις επικουρικές πάνω από τα 300 ευρώ. Στις τρεις αυτές περικοπές, οι επικουρικές μετά τις μειώσεις διατηρούσαν κατώτατο όριο τα 200 ευρώ, 225 ευρώ και τα 250 ευρώ αντίστοιχα. β) Του νόμου 4093/2012, που επέβαλε μειώσεις στο άθροισμα συντάξεων με την εξής κλίμακα: 5% για άθροισμα συντάξεων από τα 1.000 έως 1.500 ευρώ, 10% μείωση από τα 1.500 έως τις 2.000 ευρώ, 15% μείωση από τις 2.000 έως τις 3.000 ευρώ και 20% μείωση επί αθροίσματος συντάξεων άνω των 3.000 ευρώ. γ) Του νόμου 4093/2012 για την κατάργηση των δώρων στις κύριες συντάξεις, που ήταν 800 ευρώ ετησίως, με 400 ευρώ δώρο Χριστουγέννων, 200 ευρώ δώρο Πάσχα και 200 ευρώ επίδομα αδείας.
– Ποιοι διεκδικούν αναδρομικά;
Δικαιούχοι επιστροφών είναι θεωρητικά το σύνολο των 2,6 εκατ. συνταξιούχων. Ακόμη και οι πλέον χαμηλόμισθοι, με συντάξεις 500, 700 και 900 ευρώ, μπορούν να διεκδικήσουν δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα καλοκαιριού, ισόποσα με τη σύνταξή τους και με πλαφόν τα 800 ευρώ ετησίως. Οι υπόλοιποι μπορούν να διεκδικήσουν και τις μειώσεις των νόμων 4051 και 4093, με πολύ μεγαλύτερα ποσά. Μάλιστα, για κάθε συνταξιούχο, το ποσό ενδέχεται να ξεπερνάει τις 23.000 ευρώ.
– Ποιο είναι το κόστος εφαρμογής της απόφασης του ΣτΕ;
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι τα αναδρομικά ποσά, από το 2015 έως και το τέλος του 2018, ενδέχεται να ξεπερνούν τα 9 δισ. ευρώ. Οι δανειστές έχουν υπολογίσει ότι ετησίως το κόστος των διατάξεων που κρίθηκαν αντισυνταγματικές είναι της τάξης του 2% του ΑΕΠ, δηλαδή, περίπου 4 δισ. ευρώ. Μόνο για το διάστημα από την έκδοση της απόφασης του ΣτΕ έως την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου, οι ειδικοί εκτιμούν ότι απαιτούνται περίπου 2,5 δισ. ευρώ.
– Υλοποίησε η κυβέρνηση την απόφαση του ΣτΕ;
Με δεδομένο ότι τα χρήματα δεν υπήρχαν το 2015, όπως δεν υπάρχουν και σήμερα, και με στόχο την αντιμετώπιση της νέας αυξημένης συνταξιοδοτικής δαπάνης, όπως αυτή θα διαμορφωνόταν αν εφαρμόζονταν οι αποφάσεις, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχώρησε τον Μάιο του 2016 στην ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου. Τα άρθρα 14 και 33 ορίζουν τον επανυπολογισμό και των παλαιών συντάξεων με βάση τον νέο τρόπο που προβλέπεται για όσους συνταξιοδοτηθούν από τις 13 Μαΐου 2016 και μετά. Βασική «δικαιολογία» για το τέχνασμα του επανυπολογισμού ήταν η ίση μεταχείριση παλαιών και νέων συνταξιούχων. Προβλέφθηκε μάλιστα κατ’ αρχήν η «λείανση» της διαφοράς μεταξύ παλαιάς και νέας σύνταξης, που ονομάστηκε προσωπική διαφορά, μέσω του συμψηφισμού με τις προσδοκώμενες αυξήσεις που θα γίνονταν από 1/1/2019. Στη συνέχεια, με νόμο του 2017, προβλέφθηκε η περικοπή της προσωπικής διαφοράς, από το 2019, σε ποσοστό έως και 18% της σύνταξης. Πρόκειται για το μέτρο που βρίσκεται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, με την κυβέρνηση να διεκδικεί τη μη εφαρμογή του.
– Και πώς καταλήξαμε στις μαζικές προσφυγές στη Δικαιοσύνη;
Πρόσφατα, ήρθε μια δικαστική απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που δικαίωσε συνταξιούχο ο οποίος ζητούσε αναδρομικά ποσά λόγω των περικοπών του 2012 σε δώρα και συντάξεις. Η απόφαση αυτή και όσες ακολούθησαν στηρίζονται στην πολυσυζητημένη απόφαση του ΣτΕ και υιοθετούν το σκεπτικό της ως προς την αντισυνταγματικότητα. Κάποιες βέβαια δίνουν αναδρομικά για το διάστημα πριν από τον Ιούνιο του 2015, όταν και εκδόθηκε η απόφαση του ΣτΕ. Γι’ αυτές, ο ΕΦΚΑ προχωρεί στην υποβολή έφεσης. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι αν οι αποφάσεις των κατώτερων δικαστηρίων προβλέπουν αναδρομικότητα πριν από τον Ιούνιο του 2015, είναι αντίθετες προς την απόφαση του ΣτΕ. Συνεπώς, υποβάλλει εφέσεις και περιμένει την κρίση των δικαστηρίων με τη δέσμευση ότι θα καταβάλει ό,τι τελεσιδικήσει.
– Ποιος δικαιούται αναδρομικά ποσά πριν από το 2015;
Αναδρομικά ποσά πριν από το 2015, χωρίς το Δημόσιο να υποβάλει έφεση, σύμφωνα με τους ειδικούς θα δοθούν σε περιπτώσεις προσφυγών που έχουν υποβληθεί πριν από την απόφαση του ΣτΕ (Ιούνιος 2015).
Η γνωμοδότηση του ΝΣΚ, η παραγραφή αξιώσεων και η αίτηση στον ΕΦΚΑ
– Τι αλλάζει με την πρόσφατη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους;
Πρόσφατη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (που αποκάλυψε ο ΣΚΑΪ) προτείνει στον ΕΦΚΑ να μην ασκήσει έφεση και άρα να καταβάλει αναδρομικά ποσά σε συνταξιούχο της ΔΕΗ. Οι αγωγές κατατέθηκαν στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών τον Δεκέμβριο του 2015 και μία εξ αυτών εκδικάστηκε. Η απόφαση απορρίπτει τις διεκδικήσεις πριν από τον Ιούλιο του 2015 κι επιδικάζει ποσά από τον Ιούλιο μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2015. Μάλιστα η Τριμελής Επιτροπή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) απεφάνθη πως η εν λόγω απόφαση συνάδει με το σκεπτικό-πιλότο του ΣτΕ το 2015 και γι’ αυτό δεν «συντρέχει παραδεκτός και βάσιμος λόγος» άσκησης έφεσης. Εγκριτοι νομικοί επισημαίνουν πως η πρόταση του ΝΣΚ αφορά αποκλειστικά την εν λόγω απόφαση. Το ίδιο επισημαίνουν και κύκλοι του υπουργείου Εργασίας. Στην πράξη, οι ειδικοί κρίνουν ότι πρόκειται για γνωμοδότηση-σταθμό, την οποία όμως δύσκολα θα αποδεχθεί και στη συνέχεια ο ΕΦΚΑ. Ετσι, εκτιμάται ότι στο άμεσο μέλλον δεν θα υπάρχει ίδια αντιμετώπιση και σε κάθε απόφαση το Δημόσιο «θα εξαντλεί τα ένδικα μέσα».
– Το ίδιο ισχύει και για τις υπόλοιπες προσφυγές στη Δικαιοσύνη;
Οι αποφάσεις που δημοσιοποιούνται αυτό το διάστημα έχουν ασκηθεί ακόμη και πριν από τον Ιούνιο του 2015. Οι αγωγές που θα υποβληθούν σήμερα θα προσδιοριστούν πιθανότατα σε 3 με 4 χρόνια, ενώ αν γίνουν και εφέσεις, ο χρόνος αναμονής θα αυξηθεί σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση, οι συνταξιούχοι του ιδιωτικού τομέα μπορούν να υποβάλουν αγωγές, ατομικές ή ομαδικές, στα διοικητικά πρωτοδικεία, ενώ οι συνταξιούχοι του Δημοσίου μπορούν να προσφεύγουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Και βέβαια, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει το αποτέλεσμα.
– Ποια είναι τα μέχρι τώρα δεδομένα;
Αγωγές που είχαν ήδη ασκηθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2015 πιθανότατα να κερδηθούν από τους συνταξιούχους και να δοθούν αναδρομικά ακόμη κι από το 2012 έως και την ημερομηνία υποβολής της αγωγής. Αγωγές που ασκήθηκαν μετά την απόφαση του ΣτΕ, αφορούν αναδρομικά από τον Ιούλιο του 2015 έως τον Μάιο του 2016 (αυτό υποστηρίζει το υπουργείο Εργασίας, θεωρώντας ότι με τον νόμο Κατρούγκαλου εφαρμόζεται ενιαίο σύστημα για όλους τους ασφαλισμένους) ή έως τον Δεκέμβριο του 2018 (αυτό υποστηρίζει η πλειοψηφία των δικηγόρων, καθώς θεωρούν πως ο επανυπολογισμός των συντάξεων ξεκινά τον Ιανουάριο του 2019).
– Πότε παραγράφονται οι διεκδικήσεις;
Ειδικοί υποστηρίζουν πως για τους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα η παραγραφή αξιώσεων είναι 5ετής, ενώ για τους συνταξιούχους του Δημοσίου είναι διετής. Υπάρχουν ωστόσο νομικές απόψεις που θέτουν την παραγραφή στην 5ετία και για τους συνταξιούχους του Δημοσίου, όπως επίσης και άλλες που υποστηρίζουν ότι η παραγραφή είναι για όλους 2ετής.
– Γιατί κάποιος να καταθέσει αίτηση σε ΕΦΚΑ και ΕΤΕΑΕΠ;
Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, η αίτηση προς τον ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ (υπενθυμίζεται πως ο ΕΦΚΑ έχει ενεργοποιήσει ηλεκτρονική αίτηση στην ιστοσελίδα του www.efka.gov.gr) δεν είναι απαραίτητη. Η εφαρμογή υποστηρίζεται ότι άνοιξε, προκειμένου να μην ταλαιπωρούνται οι συνταξιούχοι. Ειδικοί θεωρούν ότι οι αιτήσεις καλό είναι να γίνονται, καθώς θεωρούνται «όχληση» και διακόπτουν την παραγραφή των αξιώσεων. Νομικά, ωστόσο, ξεκαθαρίζουν ότι δεν συνιστά διεκδίκηση σε ατομικό επίπεδο. Συνεπώς, στην πράξη λειτουργεί περισσότερο ως μοχλός πίεσης.
– Τι ισχύει εάν ο ΕΦΚΑ απαντήσει στο αίτημα;
Αν η αίτηση απαντηθεί, τότε η νέα παραγραφή ξεκινά από την ημερομηνία που ο συνταξιούχος έλαβε γνώση της απάντησης. Αν το Ταμείο δεν απαντήσει εντός 6μήνου, τεκμαίρεται σιωπηρή άρνηση της αξίωσης. Προσοχή όμως: Αίτηση διακοπής παραγραφής μπορεί να υποβληθεί μόνο μία φορά.
– Είναι εύκολη η διαδικασία;
Η είσοδος στην ηλεκτρονική αίτηση πραγματοποιείται από την αρχική σελίδα του ΕΦΚΑ και τις υπηρεσίες για συνταξιούχους. Οι ενδιαφερόμενοι πληκτρολογούν τους κωδικούς πρόσβασης στο Taxisnet, τον ΑΦΜ και τον ΑΜΚΑ τους.
– Τι ρόλο διαδραματίζει σε όλα αυτά η επικείμενη απόφαση του ΣτΕ για τον νόμο Κατρούγκαλου;
Στη νέα κρίση του ανώτατου δικαστηρίου τίθεται μεταξύ πολλών άλλων και ο επανυπολογισμός των παλαιών συντάξεων, τόσο ως προς τη λογική που επιχείρησε η κυβέρνηση να «απορροφήσει» τις αποφάσεις του ΣτΕ το 2015, όσο και ως προς τη διαδικασία που ακολουθείται. Αν το ΣτΕ κρίνει συνταγματικό τον τρόπο με τον οποίο ο επανυπολογισμός αλλάζει τις συντάξεις, ενσωματώνοντας τις περικοπές του 2012, τότε, σύμφωνα με τους ειδικούς, το «παράθυρο» των διεκδικήσεων θα κλείσει. Ζητούμενο είναι, βέβαια, αν θα κλείσει από την ψήφιση του νόμου (2016) ή την εφαρμογή του επανυπολογισμού (2019). Στον αντίποδα, αν ο επανυπολογισμός ως προς τη λογική ή και τη διαδικασία κριθεί αντισυνταγματικός, τότε μία ακόμη μεγαλύτερη δημοσιονομική βόμβα αναμένεται να σκάσει στα χέρια της όποιας κυβέρνησης κληθεί να διαχειριστεί την απόφαση του ΣτΕ.
πηγή kathimerini