Γιάννης Οικονόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια: “Θα μας εγκαταλείψει η παραταξιακή μας βάση”

Lamianow.gr
By Lamianow.gr Add a Comment
16 Min Read

Τη σαφή αντίθεσή του στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών εξέφρασε ο πρώην υπουργός και βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στην Φθιώτιδα Γιάννης Οικονόμου, κατά την παρουσίαση του βιβλίου «Ο συντηρητισμός στην Ελλάδα».

-Advertisement-

Ο βουλευτής της ΝΔ προειδοποίησε ότι η ΝΔ θα εγκαταλειφθεί από τη βάση της. «Ο προβληματισμός μου ως βουλευτή της ΝΔ είναι ότι ο υπερτονισμός της φιλελεύθερης αρχής στρέφει την πλάτη στην παραταξιακή μας βάση, στους ανθρώπους που αγαπούν την οικογένεια, σέβονται την παράδοση και τη θρησκεία. Αν τους προδώσουμε μπορεί να μας εγκαταλείψουν», είπε χαρακτηριστικά και τόνισε ότι «η αποϊδεολογικοποίηση του συντηρητικού χώρου δεν βοηθά ούτε την Ελλάδα ούτε τη ΝΔ».

«Δεν μπορεί η κάθε επιθυμία να θεωρείται δικαίωμα. Η μετατροπή κάθε επιθυμίας σε δικαίωμα δεν βοηθά την ενότητα της κοινωνίας», υπογράμμισε.

«Το κόμμα μου είναι ισχυρό επειδή είναι ταυτοτικά ισχυρό. Η μαζικότητα και η λαϊκότητά της ΝΔ είναι αυτές που της επιτρέπουν να λειτουργεί ως όχημα εξουσίας για την προαγωγή του φιλελευθερισμού και των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα», είπε ο Γ. Οικονόμου και υπενθύμισε ότι «έχουμε πρόσφατο το παράδειγμα της Γαλλίας. Η γαλλική δεξιά σχεδόν εξαϋλώθηκε, επειδή αποστράφηκε βασικούς πυλώνες της δεξιάς – έθνος, οικογένεια, θρησκεία».

- Advertisement -

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ

Ο συντηρητισμός ανάχωμα στην ακροδεξιά και τον εθνολαϊκισμό και προϋπόθεση της προόδου

Ομιλία του Βουλευτή Φθιώτιδας της Νέας Δημοκρατίας, κ. Γιάννη Οικονόμου, στην παρουσίαση του συλλογικού τόμου «Ο Συντηρητισμός στην Ελλάδα», επιμ. Α. Χρυσόγελος, Λ. Σταματελόπουλος, Ι. Λάμπρου (Εκδόσεις Παπαδόπουλος: Αθήνα, 2023)

Καταρχάς, θέλω να ευχαριστήσω θερμά τους επιμελητές του συλλογικού τόμου «Ο Συντηρητισμός στην Ελλάδα»  για την εξαιρετικά τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχω στην παρουσίασή του.

Εκτός από τιμή,  θα ήθελα να σας εξομολογηθώ ότι αισθάνομαι και ιδιαίτερη χαρά, γιατί από το 2019 που εκλέχθηκα βουλευτής Φθιώτιδας είναι ίσως η πρώτη φορά που καλούμαι να συμμετάσχω σε μια εκδήλωση με σαφές ιδεολογικό περιεχόμενο. 

Ο συλλογικός τόμος «Συντηρητισμός στην Ελλάδα» είναι ένα εξαιρετικό πόνημα και αξίζουν συγχαρητήρια τόσο στους συγγραφείς όσο και στους επιμελητές της έκδοσης.

Σε μια εποχή που ο πολιτικός λόγος μοιάζει να είναι στεγνός από ιδεολογικό περιεχόμενο και η πολιτική σκέψη ρηχή και άηχη  έχουμε ανάγκη από τέτοιες παρεμβάσεις.

Στα κεφάλαια του τόμου ο αναγνώστης μπορεί να βρει ολοκληρωμένες απαντήσεις για τον συντηρητισμό:  στην αξιακή, τη φιλοσοφική, και την πολιτική του διάσταση.  Για την αφετηρία και την εξέλιξη του στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Για το ρόλο του στην εξέλιξη της κοινωνίας και της πολιτικής. Για το αποτύπωμα του στην πορεία της Ελλάδας και της εμπέδωσης της δημοκρατίας στον τόπο μας. Για τις διαφορές στις καταβολές του, σε Ευρώπη και Ελλάδα, και φυσικά για το αν και πώς μπορεί να υπάρξει ως μια ζώσα και δρώσα πολιτική συνιστώσα στη χώρα μας σήμερα.

Γνωρίζουμε όλοι καλά ότι στο δημόσιο λόγο η λέξη «συντηρητικός» έχει στιγματιστεί με αρνητικό πρόσημο. Οι συγγραφείς, έχοντας πλήρη συνείδηση αυτής της πραγματικότητας, φροντίζουν με επιστημονική τεκμηρίωση, παράθεση ιστορικών γεγονότων, με επιχειρηματολογία και νηφαλιότητα να αποδομήσουν αυτή τη δογματική και αφοριστική κριτική.

Ο αναγνώστης, από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο, μπορεί να ξεχωρίσει την διαφορά του συντηρητισμού από την αντιδραστικότητα: «Αντίθετα προς τον αντιδραστικό ο συντηρητικός δεν επιζητεί την επιστροφή στο παρελθόν, διότι απορρίπτει το παρόν. Απλώς λογοδοτεί όχι σε μια μόνον γενιά εκείνη στην οποία ανήκει – αλλά σε μια αλληλουχία γενεών για να διαμορφώσει το παρόν, προσδίδοντας σε αυτό το αναγκαίο έρμα ώστε να κινηθεί με ασφάλεια στις διαρκείς διακυμάνσεις της ζωής που ουδέποτε είναι στατική» γράφει ο Κώστας Ιορδανίδης στο πρώτο κεφάλαιο.

Μπορεί επίσης ο αναγνώστης να αντιληφθεί τη στάση του συντηρητισμού απέναντι στην πρόοδο, την οποία φυσικά και δεν απεχθάνεται ούτε αντιστρατεύεται. Την επιδιώκει, χωρίς να την θεοποιεί, προβάλλοντας τα δικά του μέτρα για τον ρυθμό, το βάθος της και τα πεδία της. Αντίστοιχα οι συγγραφείς μας δίνουν την δυνατότητα να δούμε μέσα από την οπτική του συντηρητισμού δύο πτυχές της σύγχρονης πολιτικής και της κομματικής οργάνωσης: την δικαιωματοκρατία και την πολυσυλλεκτικότητα.

«Η έννοια της προόδου ασκεί μια ακαταμάχητη έλξη στην ανθρώπινη σκέψη» γράφει ο Ιωάννης Λάμπρου. Και λίγο πιο κάτω συνεχίζει: «τι συνιστά όμως πρόοδο; Ενώ η πρόοδος στα τεχνικά ζητήματα είναι εύκολα αποδείξιμη, ο καθορισμός της σε ζητήματα πνευματικά, ηθικά, αισθητικά, κοινωνιολογικά και πολιτικά είναι εξαιρετικά ρευστή και υποκειμενική, καταλήγοντας εντέλει να γίνεται εργαλείο πολιτικής. Οι φορείς της προοδευτικής νοοτροπίας πλέον δεν καταφεύγουν στη λογική, την ανθρώπινη εμπειρία και τη συσσωρευμένη πείρα χιλιάδων ετών για τη λειτουργία της κοινωνίας, αλλά σε μια επανάσταση διαρκείας συνεχών αλλαγών . Η έννοια της προόδου όμως προϋποθέτει ένα τέλος, ένα σκοπό. Χωρίς προορισμό η κατεύθυνση δεν είναι σίγουρη. Η επιδίωξη απόλυτης ισότητας ,η πιο διαδεδομένη μορφή προόδου μέχρι ποιου σημείου φθάνει;»

-Advertisement-
=Advertisement=

Αναφερόμενος ο συγγραφέας στα δικαιώματα υποστηρίζει ότι «η ακατάσχετη δικαιωματοκρατία, υπονομεύει την ενότητα της κοινωνίας, δημιουργώντας συνομοσπονδίες μειοψηφιών, οι οποίες αδιαφορούν για το γενικότερο καλό, όντας καχύποπτες η μια για την άλλη». Και θα μου επιτρέψετε να παρατηρήσω ότι εσχάτως στην Ελλάδα επικρατεί μια σύγχυση, όπου η όποια επιθυμία του οποιοδήποτε φτάνει να θεωρηθεί αμέσως δικαίωμα και να διεκδικεί αντίστοιχες απαιτήσεις. Ας διευκρινιστεί ότι είναι διεσταλμένος φιλελευθερισμός η θέση ότι, εξαιτίας ενός φανταστικού «δικαιώματος στην επιθυμία», κάθε επιθυμία συνιστά και δικαίωμα.

Παίρνοντας ως αφορμή την οπτική του συντηρητισμού για την πρόοδο και τα δικαιώματα, θα ήθελα να επεκτείνω λίγο τη σκέψη μου γύρω από τα όσα προβάλλονται σε ό,τι αφορά τον τρόπο διακυβέρνησης στην Ευρώπη και τη Δύση.

Τα σύγχρονα δυτικά κράτη αποκαλούνται φιλελεύθερες δημοκρατίες και οι ηγεσίες τους σπεύδουν να αυτοπροσδιοριστούν αντίστοιχα. Η συνάρθρωση όμως της δημοκρατικής με τη φιλελεύθερη αρχή δεν είναι εύκολη, ούτε αυτονόητη. Η φιλελεύθερη αρχή στηρίζεται στα δικαιώματα και εκλαμβάνεται ως πορεία κατάρριψης εμποδίων που αναστέλλουν τη διεύρυνση των ατομικών ελευθεριών. Το άτομο έχει προτεραιότητα έναντι στην κοινωνία. Και φυσικά όλα αυτά ταυτίζονται με την πρόοδο. Από την άλλη, η δημοκρατική αρχή συνίσταται στο ότι μια πολιτική κοινωνία έχει την κυριαρχία και αποφασίζει για το παρόν της και το μέλλον της μέσω θεσμικών διαδικασιών, που στηρίζονται στη βούληση της πλειοψηφίας.

Η ισορροπία μεταξύ της φιλελεύθερης και της δημοκρατικής αρχής δεν είναι εύκολη υπόθεση. Όταν η έμφαση δίνεται μονομερώς στο άτομο και τις ελευθερίες, μειώνεται η δημοκρατικότητα, αφού συχνά αγνοείται η βούληση της πλειοψηφίας και πολλές αποφάσεις μεταφέρονται είτε σε υπερεθνικά και εξωκρατικά είτε σε εσωτερικά σώματα, τα οποία εκφεύγουν του άμεσου λαϊκού ελέγχου. Όταν επικρατεί ολοκληρωτικά η δημοκρατική αρχή εμφανίζεται ο κίνδυνος ισοπέδωσης των δικαιωμάτων, καθώς ευκαιριακές πλειοψηφίες μπορούν να αποφασίζουν ό,τι θέλουν, χωρίς φραγμούς.

Χρειάζεται μεγάλη προσοχή και υπευθυνότητα, ώστε να μην φτάσουμε ούτε στο ένα άκρο, ούτε στο άλλο. Δεν είναι σώφρον, στο όνομα των ατομικών ελευθεριών, η βούληση της πλειοψηφίας να καταπνίγεται εν τη γενέσει της. Και δεν είναι ομοίως σώφρον στο όνομα των συμφερόντων και των επιθυμιών του λαού να καταργούνται τα δικαιώματα. Αυτός ο μανιχαϊσμός δεν βοηθάει ούτε  τη Δημοκρατία, ούτε την Ελλάδα.

Τα λέω αυτά γιατί φοβάμαι ότι ο υπερτονισμός της φιλελεύθερης αρχής, με την άνευ όρων συνηγορία υπέρ των δικαιωμάτων και των μειονοτήτων, δημιουργεί πρόβλημα στη συλλογικότητα που καλούμαστε να υπηρετήσουμε και να προασπίσουμε: στο έθνος-κράτος που λέγεται Ελλάδα. Γιατί το κράτος, όπως υποστηρίζει ο Λάμπρου «δεν αποτελεί όργανο ταξικής επιβολής, ούτε υπάρχει για να πραγματοποιεί τις ονειρώξεις πάσης φύσεως συλλογικότητας, ούτε για να είναι φιλικό σε επενδυτές: υπάρχει πρωτίστως ως όργανο επιβίωσης του έθνους. Προστάτης των Ελλήνων, της ιστορίας, της γλώσσας και του φυσικού περιβάλλοντος του τόπου».

Δεν είναι όμως μόνο η συντηρητική οπτική που βλέπει τα πράγματα έτσι. Πρόσφατα, η Μάρτα Νουσμπάουμ, στο βιβλίο «The Cosmopolitan Tradition: A Noble but Flawed Ideal» (2020), μια από τις θρυλικές μορφές του παγκόσμιου φιλελευθερισμού, αναθεώρησε πολλές από τις παλαιότερες θέσεις της και υποστήριξε ότι ο φιλελεύθερος κοσμοπολιτισμός έκανε το λάθος να παραβλέψει την ηθική σημασία του έθνους. Το έθνος-κράτος, κατά την Νουσμπάουμ, είναι η μεγαλύτερη πολιτική μονάδα που γνωρίζουμε και αποτελεί όχημα για την αυτονομία των πολιτών του, το δικαίωμα τους δηλαδή να δίνουν στον εαυτό τους νόμους της επιλογής τους. Το έθνος-κράτος μας δίνει τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα μας και είναι υπόλογο σε όλους μας, με τρόπο που δεν είναι οι μεγαλύτερες πολιτικές μονάδες. Και έχουμε χρέος, καταλήγει η Νουσμπάουμ, να υπερασπιστούμε τη συλλογικότητα του έθνους-κράτους έναντι τόσο σε υπερεθνικές απειλές όσο και σε διαλυτικές προς τη συλλογικότητα διεκδικήσεις μειοψηφιών, χωρίς βέβαια βίαιη επιβολή.

Στο σημείο αυτό, με την ιδιότητα μου ως βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, έχοντας μάλιστα μιας συγκεκριμένη πολιτική διαδρομή, επιτρέψτε μου να μοιραστώ μαζί σας έναν επιπρόσθετο προβληματισμό μου.

Ο υπερτονισμός της φιλελεύθερης αρχής φοβάμαι ότι στρέφει την πλάτη στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους μας. Η παραδοσιακή μας βάση είναι άνθρωποι που αγαπούν την οικογένεια, την εργασία, την τιμιότητα, τη λιτότητα, σέβονται το νόμο, την παράδοση και τη θρησκεία.

Αν εγκαταλείψουμε τα παραδοσιακά και συντηρητικά κοινά μας, τα στρώματα αυτά ενδέχεται να στραφούν εντέλει σε αντισυστημικές πολιτικές δυνάμεις με συγκεχυμένο ιδεολογικά πρόγραμμα, αλλά σαφή αντιφιλελεύθερο και εθνολαϊκίστικο προσανατολισμό. Έχουμε πρόσφατο το παράδειγμα του γαλλικού γκωλικού κόμματος, της παραδοσιακής συντηρητικής γαλλικής δεξιάς, η οποία σαρώθηκε εκλογικά και σχεδόν εξαϋλώθηκε, επειδή αποστράφηκε τους αξιακούς πυλώνες της γαλλικής δεξιάς: την οικογένεια, τη θρησκεία και το έθνος. Οι άνθρωποι που πια δεν μπορούσαν να εκφραστούν από το γκωλικό κόμμα, στράφηκαν στην άκρα δεξιά, με συνέπειες καταστροφικές όχι μόνο για το κόμμα, αλλά και για την Γαλλία και την  Ευρώπη. Και την ίδια στιγμή που το εγκατέλειπαν αυτοί οι ψηφοφόροι, το εγκατέλειψαν με μεγαλύτερη ταχύτητα και οι μεταρρυθμιστές, όσοι έλκονται κυρίως από την διαχειριστική ικανότητα, αναζητώντας την τύχη τους στο εγχείρημα του προέδρου Μακρόν.

Υποστηρίζω, λοιπόν, ότι η αποϊδεολογικοποίηση του συντηρητικού χώρου δεν βοηθά τη Νέα Δημοκρατία. Καταλαβαίνω ότι με δεδομένα τα δημοσκοπικά χαρακτηριστικά, αλλά και τον σημερινό κομματικό χάρτη κυρίως στην πλευρά της αντιπολίτευσης, η άποψη αυτή ακούγεται στην καλύτερη περίπτωση υπερβολική.

Όμως, ας μην παραβλέπουμε ότι η ταυτότητα της Νέας Δημοκρατίας  έχει αναφορά στην εθνική και ιστορική συνείδηση, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τον ελληνικό πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμα.

Αυτά τα στοιχεία είναι οι ρίζες της. Ανάμεσα σε άλλα, η ΝΔ οφείλει και σε αυτά τη μακροημέρευσή της. Ρίζες που δεν είχαν ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ και είδαμε την πορεία τους.

Το κόμμα μου είναι ισχυρό επειδή είναι ταυτοτικά ισχυρό. Η μαζικότητα και η λαϊκότητά της Νέας Δημοκρατίας είναι αυτές που της επιτρέπουν να λειτουργεί ως όχημα εξουσίας για την προαγωγή του φιλελευθερισμού και των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα. Χωρίς το δεσμό με τη βάση της παράταξης φιλελεύθερες ιδέες και μεταρρυθμίσεις δεν είναι εύκολο να εισαχθούν. Τη διάσταση αυτή διέκρινα και στον τόμο που παρουσιάζουμε σήμερα, στο κεφάλαιο του Άγγελου Χρυσόγελου, ο οποίος υποστηρίζει: «…η ύπαρξη ενός ισχυρού συντηρητικού κόμματος αποτελεί παράγοντα σταθερότητας σε ένα πολιτικό σύστημα καθώς εντάσσει στο δημοκρατικό – εκλογικό παιχνίδι δυνάμεις που υπό άλλες συνθήκες θα ένιωθαν απειλούμενες από την μαζική δημοκρατία. Η προϋπόθεση για να παίξουν τα συντηρητικά κόμματα αυτό το ρόλο είναι η οργανωτική τους αυτονομία από εξωκομματικούς συντηρητικούς θεσμούς και παράγοντες, όπως ήταν το 19ο και τον 20ο αιώνα στην δυτική Ευρώπη η αριστοκρατία, η εκκλησία, ο στρατός και η βιομηχανική τάξη. Αυτό γιατί οι συντηρητικές κομματικές ελίτ έχουν καλύτερη κατανόηση του εκλογικού τοπίου και των θεμάτων όπου πρέπει να δείξουν μετριοπάθεια για να προσελκύσουν νέους ψηφοφόρους. Κόμματα που είναι εξαρτημένα από αντιδραστικά συμφέροντα καταλήγουν να υιοθετούν τις ακραίες απόψεις και τα κοντόφθαλμα αιτήματα τους, αποτυγχάνουν να προσελκύσουν μαζική υποστήριξη και αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε ρήξη των συντηρητικών ελίτ με τη δημοκρατία. Ακόμα, επομένως και αν μιλάει εξ ονόματος συντηρητικών θεσμών, όπως η εκκλησία, η βασιλεία η επιχειρηματική τάξη κ.τ.λ., η επιτυχία ενός κεντροδεξιού – συντηρητικού  κόμματος, και κατ’  επέκταση η σταθερότητα του δημοκρατικού πολιτεύματος, εξαρτάται από την ικανότητα του να λειτουργεί αυτόνομα ως κόμμα, με ότι αυτό σημαίνει για την υιοθέτηση μετριοπάθειας, τακτικής και συμβιβασμών».

Η εναντίωση στις παραδοσιακές κοινωνικές συνήθειες των πολιτών, η αποσύνθεση της συλλογικής συνείδησης, γεννά αναπόφευκτο χάος. Η αντιδραστικότητα -το να μην αλλάξει τίποτα- είναι επικίνδυνη, όπως αντίστοιχα και η προοδοπληξία, το να αλλάξουν όλα. Η αλλαγή είναι σώφρον να έρχεται με τη μικρότερη δυνατή αναστάτωση της κοινωνίας και όχι βίαια, ως αποτέλεσμα κοινωνικής μηχανικής. Ο τρόπος λειτουργίας μιας κοινωνίας, ανάμεσα στα άλλα, στηρίζεται και σε βιώματα και την ανθρώπινη φύση. Πάνω σε ένα σταθερό και υγιές υπόστρωμα μπορείς να φέρεις αλλαγές που είναι απαραίτητες για την προσαρμογή του οργανισμού στη σύγχρονη πραγματικότητα. Αν διαλυθεί το υπόστρωμα, δεν υπάρχει φορέας πάνω στον οποίο θα στηριχθούν οι αλλαγές.

Ο συντηρητισμός, όπως προσδιορίζεται και αναλύεται μεστά και με σαφήνεια μέσα από το συλλογικό τόμο «Ο Συντηρητισμός στην Ελλάδα», μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην Ελλάδα σήμερα: τη σύνθεση φιλελεύθερης και δημοκρατικής αρχής με τη συντήρηση των θεμελιωδών αρχών και αξιών μας, οι οποίες προσδιορίζουν τι είμαστε και τι εκφράζουμε.

Share This Article
Follow:
Η ανεξάρτητη ηλεκτρονική εφημερίδα ενημέρωσης της Λαμίας και της Στερεάς Ελλάδας. Γιατί η ενημέρωση χρειάζεται άποψη.
Leave a comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *