Ένας από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές που πέρασαν από τα ελληνικά γήπεδα άφησε σήμερα την τελευταία του πνοή. Ο λόγος για τον Νίκο Γιούτσο τον σπουδαίο άσο του Ολυμπιακού ο οποίος για μια δεκαετία φόρεσε την ερυθρόλευκη φανέλα.
Η ανακοίνωση της ερυθρόλευκης ΠΑΕ:
«Η ΠΑΕ Ολυμπιακός πενθεί και εκφράζει τη βαθύτατη θλίψη της για τον χαμό του Νίκου Γιούτσου.
Ένα τεράστιο κεφάλαιο στην ολόχρυση ιστορία του Ολυμπιακού, μια μεγάλη μορφή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Γεννημένος στην Καστοριά, μεγαλωμένος στην Ουγγαρία, φόρεσε τα ερυθρόλευκα για δέκα χρόνια και αγαπήθηκε όσο λίγοι. Από τη σεζόν 1964-’65 έως το καλοκαίρι του 1974 ξεσήκωνε τον κόσμο στις κερκίδες με τις προσωπικές του ενέργειες.
«Εμπαινε Γιούτσο!» τον παρότρυναν χιλιάδες άνθρωποι στο κατάμεστο «Γ. Καραϊσκάκης», εξαιτίας των επελάσεών του προς τις αντίπαλες εστίες. Ένα σύνθημα, μια ιαχή που έμεινε στην ιστορία!
Με τη φανέλα του Θρύλου αγωνίστηκε σε 330 παιχνίδια, σημείωσε 128 γκολ και δοξάστηκε. Ένας αυθεντικός μπαλαδόρος, ο οποίος με τον Ολυμπιακό κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα και τέσσερα κύπελλα.
Το αποτύπωμά του Νίκου Γιούτσου θα μείνει βαθύ στην ιστορία του Συλλόγου.»
Από την Καστοριά στη Βουδαπέστη κι από εκεί στον Πειραιά
Ο Νίκος Γιούτσος γεννήθηκε στις 16 Απριλίου 1942 στο Μακροχώρι Καστοριάς, ωστόσο σε ηλικία 6 ετών βρέθηκε στην πρωτεύουσα της Ουγγαρίας Βουδαπέστη.
Εκεί βρήκε γρήγορα τη διέξοδο του στο ποδόσφαιρο, αρχικά νε την ομάδα των Ελλήνων ομογενών, Όλυμπος και κατόπιν στην Τσέπελ όπου πλέον άρχισε να συζητιέται το όνομα του σε όλη την Ουγγαρία.
Τη διετία 1963-1964 είναι από τους πρώτους σκόρερ της ομάδας την οποία οδηγεί στη μεγάλη κατηγορία.
Οι Μαγυάροι θέλησαν να τον χρησιμοποιήσουν στην εθνική τους ομάδα, αλλά ο Γιούτσος (Γιούτσοφ για τους Ούγγρους) αρνήθηκε κατηγορηματικά, ενώ την ίδια ώρα στην Ελλάδα είχαν αρχίσει να φτάνουν οι πρώτες πληροφορίες για τον συμπατριώτη μας που διέπρεπε επί ουγγρικού εδάφους.
Μάλιστα ο γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στη Βουδαπέστη, είχε επιστρέψει στην Ελλάδα για ένα θέμα υγείας και ενημέρωσε σχετικά τον γιατρό του και προσωπικό του φίλο Βασίλη Χατζηγιάννη που ήταν οπαδός της ΑΕΚ.
Κινήσεις όμως έκανε κι ο Ολυμπιακός έχοντας ως… διαμεσολαβητή τον Μανώλη Γλέζο καταφέρνοντας τελικά να τον πείσει να έρθει στην Αθήνα για λογαριασμό των ερυθρόλευκων. Για να συμβεί αυτό ο Ολυμπιακός τον προμήθευσε με διαβατήριο μιας χρήσης που είχε γραμμένο το ελληνικό του όνομα.
Η μεταγραφή του συνέπεσε χρονικά με την άφιξη του Μάρτον Μπούκοβι που ανάλεβε την τεχνική ηγεσία του συλλόγου και σε σύντομο χρονικό διάστημα έφερε ξανά τους Πειραιώτες στην κορυφή της Ελλάδας με το άστρο του Γιούτσου να λάμπει στον ερυθρόλευκο ουρανό.
Δεν ήταν όλα όμως ρόδινα και όπως έχει εκμυστηρευτεί στις σπάνιες συνεντεύξεις που έχει δώσει σχεδόν με το που ήρθε ήθελε να επιστρέψει στην Ουγγαρία.
«Όταν πρωτοήρθα έπαθα σοκ. Από τα γήπεδο, τις υποδομές, τις εγκαταστάσεις… Ήθελα να φύγω και όπως είχα πει στην ανάγκη θα ζητούσα και άσυλο από την ουγγρική πρεσβεία», είχε πει χαρακτηριστικά, αλλά δεν άνοιξε την πόρτα της εξόδου.
Το ντεμπούτο του με τον Ολυμπιακό θα το κάνει στις 10 Ιανουαρίου 1965 σ’ ένα ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό και δεν χρειάστηκαν παρά λίγα λεπτά για να γεννηθεί το περίφημο «Έμπαινε Γιούτσο». Το σύνθημα που βγήκε από τα χείλη των ερυθρόλευκων προκειμένου να περιγράψουν τις απίθανες κάθετες κινήσεις του που έκοβαν στα δύο την αντίπαλη άμυνα».
Σύντομα έγινε ένα από τα αγαπημένα παιδιά των οπαδών του Ολυμπιακού και στα 10 χρόνια που φόρεσε την ερυθρόλευκη φανέλα πανηγύρισε 4 πρωταθλήματα και ισάριθμα κύπελλα, ενώ αγωνίστηκε 15 φορές με την Εθνική ομάδα (τότε δυστυχώς ήταν πολύ λιγότερα τα ματς των εθνικών ομάδων) σημειώνοντας 6 γκολ.
Ο Γιούτσος συνέθεσε ένα φονικό δίδυμο με τον Γιώργο Σιδέρη οδηγώντας τον Ολυμπιακό σε μεγάλες επιτυχίες με τον ίδιο να αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ τις σεζόν 1970, 1971, έχοντας συνολικά με την ερυθρόλευκη φανέλα 273 συμμετοχές σε αγώνες πρωταθλήματος και 99 γκολ (άλλες 43 και 2 γκολ είχε ως παίκτης τιου Εθνικού Πειραιώς).
Το πιο σημαντικό ίσως από τα γκολ που πέτυχε ήταν αυτός κόντρα στον Πανσερραϊκο στις 5 Ιουνίου 1966 όταν σκοράροντας στην τελευταία φάση του αγώνα χάρισε το πρωτάθλημα στον Ολυμπιακό, ενώ τον Οκτώβριο του 1970 πέτυχε και τα 4 γκολ του Ολυμπιακού στο επιβλητικό 4-0 επί του Πιερικού.
protothema.gr