Στον απόηχο της είδησης ότι η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων έστειλε ηλεκτρονικά ραβασάκια σε περίπου 50.000 φορολογούμενους που έχουν οφειλές από 30 έως και 500 ευρώ στην εφορία, πολλοί φορολογούμενοι αναρωτήθηκαν τι μπορεί να πάθουν αν αφήσουν απλήρωτους τους φόρους τους. Η απάντηση είναι ότι η μη πληρωμή φόρων δεν είναι μια ευχάριστη κατάσταση καθώς οι προϊστάμενοι και τα δικαστικά τμήματα των εφοριών που αναλαμβάνουν την είσπραξη έχουν μια σειρά από όπλα στα χέρια τους προκειμένου να αναγκάσουν όποιον δεν πληρώνει να πληρώσει.
Εφόσον ο φορολογούμενος αφήσει απλήρωτη μια οφειλή τότε αυτόματα χάνει το δικαίωμα στην έκδοση πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας το οποίο είναι απαραίτητο για την διενέργεια μιας σειράς συναλλαγών, όπως είναι για παράδειγμα η πώληση ακινήτου. Παράλληλα, από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης χρεώνεται με μηνιαία προσαύξηση 0,73% η οποία χρεώνεται για 30 ημέρες αυτομάτως με την μη εμπρόθεσμη πληρωμή.
Στη συνέχεια η εφορία θα αποστείλει ειδοποιητήριο με το οποίο θα καλεί τον οφειλέτη να εξοφλήσει ή να ρυθμίσει με τη πάγια ρύθμιση των 12 ή 24 δόσεων (αν πρόκειται για οφειλή που προέκυψε από έκτακτο φόρο όπως είναι ο φόρος κληρονομιάς). Αν δεν ανταποκριθεί, τότε ο οφειλέτης θα βρεθεί αντιμέτωπος με μέτρα αναγκαστικής είσπραξης του ποσού που οφείλει. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο υπάρχουν πολύ κρίσιμες λεπτομέρειες:
– δεν επιτρέπεται από τη νομοθεσία η ενεργοποίηση μέτρων αναγκαστικής είσπραξης στα χέρια του οφειλέτη εφόσον η βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή είναι έως 500 ευρώ. Έτσι, εφόσον ένας φορολογούμενος χρωστά έως 500 ευρώ η εφορία δεν μπορεί, για παράδειγμα, να προχωρήσει στην κατάσχεση του αυτοκινήτου του, του ποσού που έχει στο ταμείο της επιχείρησής του ή ακόμη και ενός ακινήτου του.
– επιτρέπονται οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων για ποσό οφειλής ακόμη και 0,01 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και για ποσό οφειλής, για παράδειγμα, 150 ευρώ η εφορία μπορεί να προχωρήσει σε κατάσχεση απαιτήσεων του οφειλέτη στα χέρια τρίτων, όπως είναι τα ενοίκια, οι απαιτήσεις από πελάτες κα Ειδικά για την διενέργεια κατασχέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς του οφειλέτη ποσό υπολοίπου του λογαριασμού έως 50 ευρώ δεν μπορεί να κατασχεθεί
– υπάρχουν συγκεκριμένα ακατάσχετα όρια από μισθούς, συντάξεις αλλά και έναν τραπεζικό λογαριασμό που δηλώνει ο φορολογούμενος ως ακατάσχετο στο taxisnet. Το ακατάσχετο όριο από μισθό ή σύνταξη είναι 1.000 ευρώ. Για το ποσό του μισθού ή της σύνταξης από 1.000 έως 1.500 ευρώ μπορεί να κατασχεθεί το 50% ενώ για το τμήμα του ποσού του μισθού ή της σύνταξης πάνω από 1.500 ευρώ κατάσχεται το σύνολο. Για παράδειγμα, από έναν συνταξιούχο με σύνταξη 800 ευρώ δεν γίνεται κατάσχεση. Αν η σύνταξη ή ο μισθός είναι 1.300 ευρώ τότε η εφορία μπορεί να κατάσχει κάθε μήνα το ποσό των 150 ευρώ. Αν ο μισθός είναι 2.000 τότε μπορεί να κατάσχει 750 ευρώ μηνιαίως. Τα κατασχετήρια για μισθούς ή συντάξεις αποστέλλονται στα λογιστήρια των επιχειρήσεων που εργάζονται οι μισθωτοί ή στα ασφαλιστικά ταμεία που καταβάλλουν τη σύνταξη.
– στα υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών υπάρχει ακατάσχετο όριο 1.250 ευρώ αλλά από έναν και μόνο τραπεζικό λογαριασμό που δηλώνει ο φορολογούμενος στο taxisnet. Χρειάζεται προσοχή σε αυτό το σημείο. Στις περιπτώσεις που μισθωτός έχει συγκεντρώσει στον ακατάσχετο τραπεζικό λογαριασμό από αποταμίευση του μισθού του ποσό που ξεπερνά τα 1.250 ευρώ τότε, παρά το γεγονός ότι η αποταμίευση προέρχεται από μισθούς, μπορεί το ποσό να κατασχεθεί.
– για οφειλή άνω των 500 ευρώ ο προϊστάμενος της εφορίας μπορεί να κατασχέσει ακόμη και την κύρια κατοικία ενός οφειλέτη αν και υπάρχει εθιμικό δίκαιο ότι η κύρια κατοικία δεν κατάσχεται. Η έκδοση κατασχετηρίου δεν σημαίνει και αυτόματο πλειστηριασμό. Για να γίνει αυτό θα πρέπει ο έφορος να εντάξει το ακίνητο σε πρόγραμμα πλειστηριασμού. Καθόλη τη διάρκεια πριν την εκτέλεση των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να εντάξει την οφειλή του σε ρύθμιση και, υπό προϋποθέσεις, να παγώσει τις κατασχέσεις.