Η κυβερνητική θητεία, που μόλις ξεκίνησε, οφείλει να συνδυαστεί στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής με τη σθεναρή υπεράσπιση των «κόκκινων γραμμών» μας. Η Ελλάδα, παραμένει προσηλωμένη στην υπεράσπιση των αρχών και κάθε άρθρου του Διεθνούς Δικαίου και ως εκ τούτου, δεν πρέπει και δεν μπορεί να συζητά για αλλαγή του νομικού κεκτημένου, όπως αξιώνει η Άγκυρα όσον αφορά τη Συνθήκη της Λοζάνης, ενώ οφείλει να μην απεμπολήσει τα δικαιώματα, που η UNCLOS III της παρέχει. Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας και η επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν καθιστούν επίκαιρες τις ως άνω επισημάνσεις, ενώ συνιστούν και ευκαιρία προκειμένου να τονισθούν εκ νέου στο ανώτατο επίπεδο.
Η επαναβεβαίωση των ελληνικών «κόκκινων» διαπραγματευτικών γραμμών αποκτά ιδιαίτερη σημασία, δεδομένων των επικίνδυνων θέσεων που έχει εκφράσει στο παρελθόν ο νέος Υπουργός Εξωτερικών κ. Γεραπετρίτης περί «κόκκινης γραμμής στα 6 ναυτικά μίλια», οι οποίες εκφράστηκαν αφού προηγήθηκε η επί μήνες «κρουαζιέρα» του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, με συνοδεία τουρκικών πολεμικών πλοίων. Η Ελλάδα διατηρεί ενεργό το δικαίωμά της να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12 ν.μ., το οποίο είναι μονομερώς ασκούμενο, δεν αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης και αφορά προφανώς και τα νησιά, σύμφωνα με το άρθρο 121 της UNCLOS III. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, η χώρα μας διαθέτει εθνική κυριαρχία 12 ν.μ., την οποία δεν έχει ακόμη ενεργοποιήσει εξαιτίας του casus belli του 1995 της Τουρκίας.
Εμμένοντας – ιδίως ένας Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών – στην άποψη ότι η «κόκκινη γραμμή μας προσδιορίζεται στα 6 ναυτικά μίλια», ουσιαστικά θα νομιμοποιούσε το κατά παράβαση των υψηλών αρχών του Διεθνούς Δικαίου περί εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας των κρατών ψήφισμα της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης. Παράλληλα, ο κ. Γεραπετρίτης καλείται να επαναβεβαιώσει το καθήκον του ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, αν μια ενδεχόμενη τουρκική πρόκληση συντελεστεί στο θαλάσσιο χώρο μεταξύ 6 και 12 ν.μ.. Η εν λόγω επισήμανση αποκτά πρακτική σημασία, καθότι το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο περιλαμβάνει θαλάσσιες περιοχές μεταξύ 6 και 12 ν.μ. από τις ελληνικές ακτές.
Στα ανωτέρω προστίθεται η επιμονή του κ. Μητσοτάκη να αναφέρεται γενικώς και αορίστως σε «προβλήματα που αφορούν τις θαλάσσιες ζώνες», τη στιγμή που σε αυτές περιλαμβάνονται τα – κατά την πάγια ελληνική θέση αδιαπραγμάτευτα – χωρικά ύδατα. Η διαχρονικά σταθερή ελληνική θέση αναφέρεται αποκλειστικά στην υφαλοκρηπίδα και στην ΑΟΖ ως τις μοναδικές ελληνοτουρκικές εκκρεμότητες.
Προστίθεται, επίσης, το φιάσκο της κατοχύρωσης του σήματος “Turkaegean” από την Τουρκία στην Επιτροπή Δικαιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO). Τον Ιούνιο του 2022, ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης ζητούσε συγγνώμη, προσθέτοντας ότι «σε λίγες μέρες θα ολοκληρωθεί η ΕΔΕ για τυχόν ευθύνες του υπουργείου Ανάπτυξης και τα αποτελέσματά της θα γνωστοποιηθούν στον ελληνικό λαό»! Η ΕΔΕ συνεχίζει να εκκρεμεί επί μήνες παρά τις αλλεπάλληλες κοινοβουλευτικές ερωτήσεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-Προοδευτική Συμμαχία, η διαφημιστική καμπάνια “Turkaegean” συνεχίζεται κανονικά στα μεγαλύτερα ΜΜΕ του πλανήτη μεταξύ των οποίων οι New York Times και η Le Monde, ενώ ο κ. Γεωργιάδης βρήκε προεκλογικά την ευκαιρία να λύσει τις εσωκομματικές διαφορές του με τον κ. Δένδια επισημαίνοντας ότι «εάν οι Τούρκοι θέλουν να κάνουν διαφημίσεις που γνωρίζουν ότι μας ενοχλούν, η αντιμετώπιση αυτής τους της ενέργειας δεν είναι του Υπουργείου Ανάπτυξης αλλά του Υπουργείου Εξωτερικών». Όλα στην πλάτη του εθνικού συμφέροντος και ενώ τον Απρίλιο του 2023, εν όψει των εκλογών, ο κ. Γεωργιάδης διαβεβαίωνε ότι «έχουν γίνει όλες οι αναγκαίες νομικές ενέργειες για να αποτραπεί η χρήση του όρου “Turkaegean” στην ΕΕ και στις ΗΠΑ». Ωστόσο, η τουριστική περίοδος ξεκίνησε και η εν λόγω εμπορική ονομασία δυστυχώς σαρώνει σε όλα τα μεγάλα ΜΜΕ του πλανήτη.
Μετά από τέσσερα χρόνια επανειλημμένων σφαλμάτων και παραλείψεων στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, η Ελλάδα δεν διαθέτει την πολυτέλεια για νέες υποχωρήσεις και ένα νέο γύρο κατευνασμού. Τα κεκτημένα εθνικά συμφέροντα της χώρας μας αποδίδονται από το διεθνές δίκαιο, την ιστορία και το διαχρονικό πολιτισμικό αποτύπωμα του ελληνισμού και ως εκ τούτου, δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα βελτιωθούν με την Ελλάδα αξιόπιστο στρατηγικό δρώντα της περιοχής και όχι εξάρτημα των εξελίξεων στις σχέσεις μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων και της Τουρκίας, όπως συνέβη τα τελευταία τέσσερα έτη.