«Επέτρεψε τον εκμαυλισμό της κόρης της». «Πίεζε διαρκώς και αφόρητα το 12χρονο παιδί της να της φέρνει χρήματα». «Γνώριζε και αποδεχόταν την πίστωση ποσών από τη γενετήσια εκμετάλλευση του παιδιού της στον λογαριασμό της». Αυτές είναι μόνο κάποιες από τις φράσεις που χρησιμοποιεί ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Γιώργος Νούλης για να καταδείξει τον ρόλο της μητέρας της 12χρονης από τον Κολωνό στην άγρια σεξουαλική κακοποίηση της κόρης της, ενός κοριτσιού που από τον περασμένο Σεπτέμβριο βρίσκεται στο επίκεντρο της μεγαλύτερης ίσως υπόθεσης βιασμού και μαστροπείας ανηλίκου στην Ελλάδα.
Ο εισαγγελέας με πολυσέλιδη πρότασή του προς το Δικαστικό Συμβούλιο, την οποία παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ», ζητεί την παραπομπή σε δίκη των 26 πρώτων κατηγορουμένων για την άγρια σεξουαλική κακοποίηση του παιδιού (σ.σ.: σε εξέλιξη βρίσκεται δεύτερη ανάκριση με νέους εμπλεκομένους), ανάμεσά τους και η 37χρονη μητέρα της ανήλικης, η οποία βρίσκεται προφυλακισμένη, κατηγορούμενη για διακεκριμένη μαστροπεία εις βάρος της κόρης της.
Στα αδικήματα για τα οποία ο εισαγγελέας «δείχνει» το εδώλιο στην πρώτη φουρνιά των κατηγορουμένων, ανάμεσά τους βεβαίως ο Ηλίας Μίχος και ο περιβόητος «Μιχάλης», συγκαταλέγονται, κατά περίπτωση, ο βιασμός ανηλίκου κατ’ εξακολούθηση, η διακεκριμένη κατάχρηση ανηλίκου, η διακεκριμένη πορνογραφία ανηλίκου, το εμπόριο ανθρώπων, η διακεκριμένη μαστροπεία κ.ά.
Πιάνοντας το νήμα των γεγονότων από την αρχή και βασιζόμενος σε στοιχεία της δικογραφίας και στις καταθέσεις της ανήλικης για τη φρίκη που βίωσε στα χέρια του 54χρονου Μίχου αλλά και δεκάδων άλλων ανδρών, ο εισαγγελέας εξιστορεί τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό το κορίτσι μεγάλωνε μαζί με τα επτά υπόλοιπα αδέλφια του. Οπως αναφέρει ο κ. Νούλης, ο πατέρας του παιδιού είναι εξαρτημένος από ναρκωτικές ουσίες και μπαινόβγαινε στη φυλακή, η δε μητέρα του εργαζόταν περιστασιακά «και συνήθως παρέμενε άνεργη λόγω έλλειψης διάθεσης για εύρεση εργασίας», ενώ κι εκείνη «έκανε τουλάχιστον χρήση κάνναβης» ακόμη και μπροστά στα παιδιά της.
Μέσα σε αυτή την ανέχεια, η 37χρονη, όπως επισημαίνει ο εισαγγελέας, είχε φτάσει στο σημείο «με διαρκείς επίμονες πιέσεις» να εξωθεί τη 12χρονη κόρη της στην επαιτεία! Χαμένοι οι δύο γονείς στον δικό τους κόσμο «επεδείκνυαν τουλάχιστον πλημμελή εποπτεία» για το κοριτσάκι, το οποίο κατά καιρούς απουσίαζε από το σχολείο, όπως απουσίαζε σχεδόν καθημερινά πολλές και βραδινές ώρες από το σπίτι της.
Ο «φιλόπτωχος» Μίχος
Στην περιοχή του Κολωνού, όπου η οικογένεια της ανήλικης διαμένει σε ιδιόκτητη κατοικία, διατηρούσε το παντοπωλείο του ο Μίχος, ο οποίος γνώριζε από το παρελθόν τη μητέρα του κοριτσιού. Η γυναίκα ψώνιζε από το κατάστημά του με πίστωση, αλλά μην μπορώντας να εξοφλήσει τα χρέη της συμφώνησε με τον 54χρονο να δουλέψει στο κατάστημά του ως καθαρίστρια, χωρίς αμοιβή, ώστε να τον αποπληρώσει. Ενίοτε, μάλιστα, τη βοηθούσε στον καθαρισμό η 12χρονη κόρη της, η οποία συνέχισε να απασχολείται περιστασιακά στο παντοπωλείο και μετά την αποχώρηση της μητέρας της.
«Η καλοσυνάτη στάση του Μίχου να συνδράμει την οικογένειά της εκτιμήθηκε από τη μητέρα του κοριτσιού ως πηγάζουσα από φιλόπτωχα αισθήματα. Με την “ανθρώπινη” και προστατευτική αυτή συμπεριφορά του ο Μίχος, ο οποίος δώρισε στη μικρή και κινητό τηλέφωνο iPhone, κέρδισε την εμπιστοσύνη της», αναφέρει ο εισαγγελέας για τον βασικό κατηγορούμενο της υπόθεσης, περιγράφοντας στη συνέχεια το πραγματικό πρόσωπο του Μίχου, ο οποίος έπειτα από λίγο καιρό άρχισε να βιάζει κατ’ επανάληψη το κορίτσι τρομοκρατώντας το με την επίδειξη όπλων (μαχαίρια και πιστόλα) και απειλώντας το ότι «θα σκοτώσει την ίδια και την οικογένειά της και ότι θα διαδώσει στην περιοχή του Κολωνού ότι εκείνη τον επιθυμεί ερωτικά».
Με τις ίδιες αυτές μεθόδους ο Μίχος ανάγκασε, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, την ανήλικη να του δώσει τον αριθμό του τηλεφώνου της και την υποχρέωσε να του στέλνει μέσω Viber και WhatsApp γυμνές φωτογραφίες της καθώς και βίντεο στα οποία η ίδια εμφανιζόταν «σε αναπαραστάσεις πράξεων γενετήσιου χαρακτήρα». Ο 54χρονος, όμως, «δεν περιορίστηκε μόνο στη βίαιη ικανοποίηση των ατομικών του σεξουαλικών ορέξεων», καθώς αφού «διέφθειρε» το κορίτσι «απεργάστηκε και σχέδιο εκμετάλλευσής της προς ίδιον οικονομικό όφελος με την εξώθηση της στην πορνεία».
Συγκεκριμένα, δημιούργησε προφίλ της ανήλικης στην εφαρμογή Blindchat, όπου την εμφάνιζε «ως 16 με 17 ετών και διαθέσιμη προς ερωτική συνεύρεση με αντίτιμο 50-70 ευρώ». Εκεί έστελνε στους υποψήφιους πελάτες τα ερωτικού περιεχομένου βίντεο και τις γυμνές φωτογραφίες της 12χρονης, «προς διαφήμιση του “εμπορεύματός” του». «Εκμεταλλευόμενος την ευάλωτη θέση της λόγω της πενίας της οικογένειάς της, της έλλειψης εποπτείας από τους γονείς της και τη διαρκή πίεση που της ασκούνταν από τη μητέρα της για την εξεύρεση χρημάτων», ο Μίχος εξανάγκασε την ανήλικη «να αποδεχθεί την εκπόρνευσή της από αυτόν», την οποία η μικρή «προφανώς και δεν αποκάλυψε στους γονείς της», υπογραμμίζει ο εισαγγελέας.
Ακολούθως, στην εισαγγελική πρόταση γίνεται αναφορά στα ραντεβού της φρίκης που είχε το κορίτσι με ενήλικους άνδρες στον σταθμό του μετρό στα Σεπόλια και σε χώρο έξω από τα ΚΤΕΛ Κηφισού. Μετά από αυτές τις συναντήσεις το παιδί «επέστρεφε στο κατάστημα του διαφθορέα του και του παρέδιδε το τίμημα του εκμαυλισμού του», λαμβάνοντας το ίδιο ένα μικρό μέρος της αμοιβής για να το παραδώσει στη μητέρα του, η οποία αδιαφορούσε για την πηγή προέλευσης των χρημάτων.
Ο Μίχος δεν σταμάτησε, όμως, εκεί και εξέδωσε το κορίτσι τουλάχιστον πέντε φορές σε οίκο ανοχής στον Κεραμεικό. Πρώτα συνευρισκόταν ο ίδιος μαζί της και στη συνέχεια την υποχρέωνε να συναντά πέντε τουλάχιστον ενήλικους άνδρες ημερησίως. Τα ραντεβού κανονίζονταν και πάλι μέσω του Blindchat όπου ο «διαφθορέας της ανήλικης» εμφανίζεται να συνομιλεί με τουλάχιστον 212 προφίλ αγνώστων ανδρών «για την προώθηση του “ζωντανού” προϊόντος».
Κατά τον εισαγγελέα ο 54χρονος απεργάστηκε και σχέδιο εκμετάλλευσης του παιδιού… τοπικής εμβέλειας, διαρρέοντας σε γνωστούς του αρχικά στην περιοχή των Σεπολίων ότι η ανήλικη είναι διαθέσιμη «για γενετήσιες απολαύσεις έναντι αμοιβής». Οι υποψήφιοι πελάτες δεν άργησαν να εμφανιστούν – ανάμεσά τους μάλιστα και οικογενειάρχες. Η 12χρονη πήγαινε σε αυτά τα ραντεβού κατόπιν εντολής του Μίχου, ο οποίος την προέτρεπε να αυτοπροτείνεται ως διαθέσιμη ώστε ο ίδιος να καλύπτει τα νώτα του.
Ο «Μιχάλης» και τα κότερα
Το κορίτσι «χωρίς καμία οικογενειακή υποστήριξη και εποπτεία» απέκτησε, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, «εθισμό στη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και στην έκθεση του προσώπου της σε αυτά αγνοώντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν υπό τον μανδύα τους». Το αποτέλεσμα ήταν τον Απρίλιο του ’22 να έρθει -«ερήμην πιθανότατα του Μίχου»- σε επαφή μέσω Facebook με τον 57χρονο συνταξιούχο ναυτικό, διαζευγμένο και πατέρα τριών παιδιών, αποκαλούμενο και ως «Μιχάλη».
Αυτός, «αντιληφθείς την ευάλωτη θέση της ανυπεράσπιστης μικρής και διαγνώσας αμέσως από τις “συζητήσεις” που είχε μαζί της σχετική ερωτική εμπειρία που ήδη είχε αποκτήσει υπό την επίδραση του Μίχου (την οποία ο «Μιχάλης» αγνοούσε) συνέλαβε σχέδιο γενετήσιας εκμετάλλευσής της», αναφέρει ο εισαγγελέας.
Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος προέτρεψε το παιδί να έρχεται σε σεξουαλική επαφή έναντι αμοιβής με δήθεν φίλους του και το προωθούσε στην πορνεία «ανεβάζοντας» γυμνές φωτογραφίες του σε συγκεκριμένη διαδικτυακή σελίδα. Παράλληλα, της υποσχόταν ότι θα έχει μεγάλα κέρδη αν εξασκηθεί στην «πορνεία πολυτελείας» και μπει «στα χοντρά κυκλώματα» γνωρίζοντας «εφοπλιστές και λεφτάδες», κάνοντας «επισκέψεις σε κότερα» και συμμετέχοντας σε ταινίες ερωτικού περιεχομένου! Για τον εισαγγελέα ο «Μιχάλης» είναι ο δεύτερος διαφθορέας της 12χρονης, η οποία έχοντας πλέον «υποστεί κάμψη των ηθικών αντιστάσεων και μερική απώλεια της παιδικότητάς της» έστειλε και η ίδια γυμνές φωτογραφίες σε δύο τουλάχιστον άνδρες με το αντίτιμο να κατατίθεται στον λογαριασμό της μητέρας της, καθ’ υπόδειξή της.
Η εκμετάλλευση του παιδιού της
Ο εισαγγελέας αφιερώνει μεγάλο μέρος της πρότασής του στη θεία και νονά του κοριτσιού, που πρώτη αντιλήφθηκε τη φρίκη που ζούσε το παιδί και εν συνεχεία στη μητέρα του, για την οποία επισημαίνει πως «με την αδιαφορία, την ανοχή και τις πιέσεις προς την κόρη της για τη συλλογή χρημάτων υπέθαλψε την εξαναγκαστική γενετήσια εκμετάλλευση του παιδιού από τον Μίχο». Ακόμη, ο κ. Νούλης αναφέρεται στα ποσά των 100 και 150 ευρώ που η 37χρονη απαίτησε από τον 54χρονο «διαφθορέα» της κόρης της αλλά και τη σύζυγό του ώστε να μη μιλήσει, ενώ ήδη είχε προβεί σε καταγγελία στις Αρχές.
Παρ’ όλα αυτά, ο εισαγγελικός λειτουργός δέχεται ότι η μητέρα του κοριτσιού δεν γνώριζε για το εύρος της κακοποίησης που το παιδί της είχε υποστεί. Ωστόσο, αυτό δεν αρκεί, όπως αναφέρει, για να την απαλλάξει από το κακούργημα της διακριμένης μαστροπείας για το οποίο ζητεί την παραπομπή της σε δίκη, όπως επίσης και γα το αδίκημα της εκβίασης εις βάρος του Μίχου.
«Η προκύψασα κατά την κυρία ανάκριση άγνοια της κακοποίησης -και στη συνέχεια της εκμετάλλευσης- της θυγατέρας της από τον Μίχο (εξ ου και η μη συναυτουργική απόδοση της πράξης της μαστροπείας) δεν επιδρά καθόλου στη θεμελίωση της διάπραξης του εν λόγω εγκλήματος (σ.σ.: της μαστροπείας) με τη μορφή της υπόθαλψης της ολίσθησης του παιδιού στην πορνεία διά της αποχής της από την οφειλόμενη λήψη μέτρων αποτροπής του», αναφέρει χαρακτηριστικά ο εισαγγελέας για να προσθέσει: «Αυτό (σ.σ.: το κορίτσι) ενθαρρύνθηκε στη σχετική επίδοσή του (η οποία αρχικώς του επιβλήθηκε εξαναγκαστικά συνεπεία των εκβιαστικών πρακτικών του Μίχου, που το εξώθησε σε αυτή) και ακολούθως στη συνέχιση της εκπόρνευσής του -παράλληλα και- από τη διαρκή πίεση της μητέρας του για την εξεύρεση χρημάτων και την επ’ αυτού αμεριμνησία και απάθειά της, όταν προφανώς και υποπτεύτηκε την πηγή προσπορισμού τους.
Με την εγκληματική αδιάφορη στάση της (και παρά τις υποψίες που μετά βεβαιότητας της είχαν γεννηθεί και τις ενδείξεις που υπέπεσαν στην αντίληψή της για πιθανή συμμετοχή του παιδιού σε ανήθικες δραστηριότητες απ’ όπου προέρχονταν τα μικροποσά που αυτό κόμιζε, πρωτίστως στην ίδια και στην οικογένειά της) επέτρεψε τον εκμαυλισμό της μικρής, τον οποίο αποδεχόταν και ανεχόταν, αποβλέποντας ακριβώς στα συγκεκριμένα έσοδα. Αγνοώντας όμως πλήρως και επακριβώς το είδος, το εύρος και τις συνθήκες των ακόλαστων ενασχολήσεων του παιδιού της όπως επίσης και το πρόσωπο που το παρέσυρε στην πορνεία (…)».
Προς επίρρωση, δε, των όσων αναφέρει, ο κ. Νούλης επικαλείται, μεταξύ άλλων στοιχείων της δικογραφίας, το περιεχόμενο μηνύματος που είχε ανταλλάξει η μητέρα με τη μεγαλύτερη κόρη της. Το μήνυμα αυτό, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, καταδεικνύει πλήρως τη γνώση της 37χρονης για τον κακό δρόμο που είχε πάρει η ανήλικη. «Μάζεψε πρώτα την άλλη την κόρη σου και μετά μαζεύεις και εμένα μάνα, μην μιλήσω για εκείνη», έγραφε το μεγαλύτερο κορίτσι της οικογένειας στη μητέρα του, αναφερόμενο στον τρόπο ζωής της 12χρονης αδελφή της.
Ενα ακόμη στοιχείο που επικαλείται ο εισαγγελέας για να στοιχειοθετήσει την εμπλοκή της μητέρας στη μαστροπεία του παιδιού της είναι το γεγονός ότι «πίεζε διαρκώς και αφόρητα το 12χρονο παιδί της, να της φέρνει χρήματα (…) συμπεριφορά που δεν επεδείκνυε έναντι των τεσσάρων μεγαλύτερων παιδιών της» και μάλιστα «ενίοτε με τη χρήση απειλών και ύβρεων», με αποτέλεσμα την αντίδραση της κόρης της, η οποία κάποια στιγμή της έγραψε σε μήνυμα: «Δεν είμαι τράπεζα!».
«Με την απόλυτη απουσία της από την επιτήρηση της θυγατέρας της άνοιξε διάπλατα τις θύρες για την καταστροφική για τη ζωή της τελευταίας διείσδυση του Μίχου σε αυτή», αναφέρει ο κ. Νούλης, ο οποίος επισημαίνει ότι το κορίτσι στις καταθέσεις του αθωώνει τη μητέρα του επειδή δεν θέλει να τη στερηθεί.
Πάντως, ο εισαγγελέας ζητεί την απαλλαγή της 37χρονης από το κακούργημα της διακεκριμένης πορνογραφίας ανηλίκου και τη συνέχιση της προφυλάκισής της για έξι ακόμη μήνες. Πλέον τον τελικό λόγο τον έχει το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, το οποίο θα αποφανθεί με βούλευμά του.
protothema.gr