Σημεία συνέντευξης του Υποψηφίου Βουλευτή Φθιώτιδας, Γιάννη Οικονόμου, στην ΕΡΤ και τους Δημήτρη Κοτταρίδη, Νίνα Κασιμάτη:
- Το εθνικό δεν επιτρέπεται να διακυβεύεται για μικροκομματισμούς
Πρόκειται για ένα τραγικό συμβάν που μας έφερε αντιμέτωπους με συνθήκες πένθους και σοκ για τον άδικο χαμό τόσων συνανθρώπων μας. Φέρνει εμφατικά στην επιφάνεια τα αποτελέσματα της μεταναστευτικής κρίσης. Συμφωνούμε όλοι ότι πρέπει, ανάμεσα στα υπόλοιπα, να ρίξει η διεθνής κοινότητα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το βάρος της και στις χώρες αφετηρίας-εκκίνησης των μεταναστών με παρεμβάσεις, πολιτικές, ακόμη και οικονομικές ενισχύσεις που να φθάνουν απευθείας στους ανθρώπους και να μην περνούν από τους ολιγάρχες, τα κυκλώματα ή τα συστήματα που κυβερνούν εκεί. Χτύπημα αδυσώπητο στα κυκλώματα των λαθροδιακινητών και όλων όσοι συνεργάζονται μαζί τους, βάζοντας τους ανθρώπους σε αυτά τα πλωτά φέρετρα και οδηγώντας τους με συνθήκες σχεδόν βεβαιότητας σε επικίνδυνες ατραπούς και ενδεχομένως και στο θάνατο.
Αναδύθηκαν μια σειρά από διαφορετικές προσεγγίσεις και αντιλήψεις σε ό,τι αφορά στη διαχείριση του μεταναστευτικού. Υπάρχει μια μερίδα συμπολιτών μας -και στην Ελλάδα, αλλά και στο κόσμο- ας το πούμε δικαιωματιστών, που ισχυρίζονται ότι όσοι άνθρωποι αναγκάζονται να φεύγουν, ψάχνουν, βρίσκουν τον τρόπο και ρισκάρουν τη ζωή τους και θα πρέπει να ανοίξουν τα σύνορα και να μπουν όλοι μέσα στη χώρα. Υποστηρίζουν αυτή την άποψη στο όνομα του ανθρωπισμού ή του διεθνούς δικαίου. Εμείς υποστηρίζουμε ότι αυτό –εάν ποτέ γινόταν– θα συνιστούσε ένα βατερλώ ανθρωπισμού, διότι η χώρα μας -και καμία χώρα χωρίς ευρύτερη συνεννόηση- δεν θα μπορούσε να προσφέρει συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης και ασφάλειας σε όλους τους ανθρώπους αυτούς. Αντίθετα, θα δημιουργούνταν συνθήκες διάλυσης της τοπικής κοινωνίας και εξαθλίωσης όλων: πολιτών, προσφύγων και μεταναστών.
Υπάρχει μια πολιτική διαχωριστική γραμμή. Αναδείχθηκε περίτρανα και από την τοποθέτηση του κ. Τσίπρα χθες, αλλά και όλες αυτές τις μέρες, με την απόπειρα υπεράσπισης από την πλευρά του πρώην Πρωθυπουργού της μεταναστευτικής πολιτικής το διάστημα 2015–2019. Είναι προφανώς δικαίωμα του να υπερασπίζεται τη πολιτική που άσκησε η Κυβέρνησή του, η οποία –κατά τη δική μας άποψη και νομίζω την συμμερίζεται η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας- είχε ολέθρια αποτελέσματα για τη χώρα, τις τοπικές κοινωνίες και ιδίως τα νησιά μας.
Είχε αποτελέσματα που δεν αρμόζουν σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση που είχαν και οι πρόσφυγες και οι μετανάστες εδώ. Ροές που ξεπερνούσαν τις 800-900 χιλιάδες, δομές που δεν τιμούσαν τη χώρα μας στη Μόρια, στην Ειδομένη, μετανάστες που «λιάζονταν», 5000 ασυνόδευτα παιδιά τα οποία βρίσκονταν είτε στη Μόρια, είτε στην Ειδομένη, είτε σε κάποια κρατητήρια, είτε στο δρόμο. Εντελώς χρονοβόρες διαδικασίες σε ό,τι αφορά το άσυλο, λανθασμένα μηνύματα ότι μπορούν οι ροές να έρχονται προς τα εδώ και η Ελλάδα να γίνεται χώρα διέλευσης και υποδοχής του 75% των ροών προς την Ευρώπη, όταν σήμερα αυτό το ποσοστό είναι πολύ χαμηλότερο: 800-900 χιλιάδες το χρόνο τότε, λιγότερο από 40 χιλιάδες τώρα. Ο κύριος Τσίπρας επέμενε εμφατικά στην υποστήριξη αυτής της πολιτικής.
Είναι δικαίωμα του να υπερασπίζεται μια πολιτική οιονεί ανοιχτών συνόρων. Τότε αναρωτιόταν αν στη θάλασσα υπάρχουν σύνορα, στη πορεία αναστοχάστηκε. Νομίζω έχει αναθεωρήσει -λέει- την άποψη του αυτή. Δεν έχω καταλάβει τι ακριβώς λένε για τον φράχτη. Χθες πάλι τα ξαναμάσησαν για τον φράχτη στον Έβρο. Έχουν μια διαφορετική προσέγγιση σε ό,τι αφορά την πολιτική του μεταναστευτικού.
Εμείς εφαρμόζουμε μια αυστηρή, αλλά δίκαιη, μεταναστευτική πολιτική, που νομίζω ότι έχει φέρει καλύτερα αποτελέσματα στη χώρα, σε σχέση με αυτά που βίωνε η Ελλάδα το 2015 έως το 2019.
Η μεγάλη ένσταση και εκείνο που δεν πρέπει κανείς να επιτρέπει είναι να επιχειρείται, με βάση και αυτή την τραγωδία, είναι η εργαλειοποίηση της, έτσι ώστε από άγνοια, από αφέλεια ή από αντιπολιτευτικό μένος να πληγεί το κύρος της χώρας. Δυστυχώς στο κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης υπάρχουν πολλοί -ο κύριος Παπαδημούλης είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα- με υπονοούμενα που ακούγονται από ανθρώπους που δεν είναι ειδικοί, δεν έχουν το σύνολο της εικόνας, επιμένουν να αγνοούν τις εξηγήσεις και ερμηνείες του Λιμενικού και να δίνουν βάση σε άλλα σενάρια. Όπως γινόταν και στο παρελθόν για παράδειγμα με την περίπτωση της «μικρής Μαρίας». Είναι μια τακτική η οποία πλήττει τη χώρα -είναι άδικη σε ό,τι αφορά και την Ελλάδα και το λαό της- και τις αρχές ασφάλειας που σώζουν κόσμο στο Αιγαίο, φυλάσσοντας ταυτόχρονα τα σύνορα μας.
Υπάρχει ένα λογικό άλμα σε ό,τι αφορά την αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ για τη Ροδόπη. Προσπερνούν, πρώτα και πάνω από όλα τις αντιδράσεις των δικών τους ανθρώπων. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία προσπαθεί να εργαλειοποιήσει τη μειονότητα και προσπαθεί να δημιουργήσει συνθήκες πίεσης. Οι τακτικές αυτές σε προεκλογική περίοδο εντείνονται. Το ζήτημα είναι πώς τοποθετείται το κάθε κόμμα και το πολιτικό σύστημα απέναντι σε αυτή την ιστορία. Υπήρχαν στοιχεία, ενδείξεις που δεν προέκυψαν μόνο από τα υπηρεσιακά κλιμάκια της ΕΥΠ, μήνες πριν από τις εκλογές η πρώτη ενημέρωση, και λίγο προτου αναλάβει η υπηρεσιακή Κυβέρνηση η δεύτερη ενημέρωση. Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ στην περιοχή, τα ίδια τα στελέχη που εξελέγησαν, με τοποθετήσεις τους σε τουρκικά κανάλια και εφημερίδες, μέσα από ψευτομουφτήδες ελεγαν ότι “οι Τούρκοι ψηφίζουν Τούρκους”. Όλα αυτά στοιχεία συνιστούν την απόδειξη της απροκάλυπτης παρέμβασης, της προνομιακής επιρροής της τουρκικής πλευράς προς όφελος δύο συγκεκριμένων υποψηφίων για λόγους που δεν έχουν να κάνουν ούτε με το γεγονός ότι η ΝΔ στερείται 20-30 χιλιάδες ψήφους στη Ροδόπη, ούτε με το γεγονός ότι βάφτηκε η Ροδόπη ροζ και όχι μπλε. Θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να διαλύσει τις οποιεσδήποτε ενδείξεις, λέγοντας στα δυο του στελέχη να πουν με ξεκάθαρο τρόπο ότι είναι βουλευτές που εκπροσωπούν Έλληνες πολίτες μουσουλμάνους.
Δεν είναι λίγα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που μέσα στην αφέλειά τους ή τις ιδεολογικές τους αναζητήσεις κάνουν λόγο για «τουρκική μειονότητα» και όχι για μουσουλμανική μειονότητα. Χωρίς καμία υπόνοια για να μετρήσουμε τον πατριωτισμό ή να ελέγξουμε την εθνική ευαισθησία κανενός πολιτικούς κόμματος: στα ζητήματα που αφορούν τη θέση της χώρας απέναντι στον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, το μεγαλοϊδεατισμό του Ερντογάν, τις προκλήσεις που έχουμε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια πολιτική, η οποία κατά τη δική μας άποψη δεν είναι η πολιτική που χρειάζεται σε μια χώρα σαν την Ελλάδα.
Δεν είναι μόνο το θέμα της μειονότητας και της ανοχής απέναντι στην πολιτική εκστρατεία του τουρκικού προξενείου υπέρ των δύο υποψηφίων. Είναι το ζήτημα της στάσης του απέναντι στα Rafale, σε Συμφωνίας και Συμμαχίες της χώρας μας. Απέναντι σε μία Τουρκία που προκαλούσε και εξακολουθεί να προκαλεί, τον Ερντογάν που εξακολουθεί να μιλάει για «Γαλάζια Πατρίδα», η χώρα χρειάζεται καθαρή πολιτική με καθαρές θέσης, η οποία θα θωρακίζει την εθνική άμυνα, θα ενισχύει το γεωστρατηγικό της αποτύπωμα και δεν θα αφήνει το οποιοδήποτε περιθώριο να εργαλειοποιείται η μειονότητα και να χρησιμοποιούνται εκλεγμένοι εκπρόσωποί της για οποιουσδήποτε λόγους.