Η ΕΛΣΤΑΤ «μέτρησε» 24.324 κενές θέσεις το τρίτο τρίμηνο 2022 έναντι από 5.594 το 2020 – Σημειώνεται ότι οι κενές θέσεις εργασίας αφορούν μόνο στους μισθωτούς
Η έλλειψη προσωπικού γενικότερα ή ειδικότερα, η έλλειψη κατάλληλου προσωπικού, εξελίσσεται σε κυρίαρχο θέμα της αγοράς εργασίας καταδεικνύοντας την δυστοκία που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στην αναζήτηση και στελέχωση των θέσεων εργασίας που υπάρχουν ενώ καταγράφει και την στρέβλωση της αγοράς.
Έτσι καταγράφεται η εξής «στρεβλή εικόνα». Αφενός η ανεργία να σημειώνει ποσοστά στο 11,6% τον Οκτώβριο και αφετέρου η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία να καταγράφει εκρηκτική άνοδο στις κενές θέσεις εργασίας.
Τα στοιχεία είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικά. Το τρίτο τρίμηνο του 2022 οι κενές θέσεις παρουσίασαν αύξηση κατά 60,8% σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο 2021 (24.324 και 15.125 αντίστοιχα), έναντι αύξησης 56,2% κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2021 προς το 2020.
Κατά την ΕΛΣΤΑΤ, «κενή θέση εργασίας» θεωρείται μια νεοδημιουργηθείσα θέση, μια ήδη κενή θέση ή μια θέση που πρόκειται να κενωθεί σύντομα, για την οποία ο εργοδότης έχει προβεί πρόσφατα σε δραστικές ενέργειες για να βρεθεί κατάλληλος υποψήφιος, εκτός της επιχείρησης. Σημειώνεται ότι οι κενές θέσεις εργασίας αφορούν μόνο στους μισθωτούς.
Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες το πρόβλημα ταλανίζει τουλάχιστον πέντε παραγωγικούς κλάδοι της οικονομίας – πλην του τουρισμού –, οι επιχειρηματίες των οποίων αναζητούν – ματαίως – εργαζόμενους για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Χαρακτηριστικό είναι το εύρημα έρευνας σύμφωνα με την οποία οκτώ στους δέκα εργοδότες, δηλαδή το 78%, δυσκολεύονται να βρουν το κατάλληλο προσωπικό, εξαιτίας της έλλειψης εργαζόμενων με τις απαραίτητες δεξιότητες. Κι αυτό παρά το γεγονός αυτό ότι η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα, περίπου στο 12%.
Το πρόβλημα είναι υπαρκτό και κυρίαρχο στους παραγωγικούς κλάδους της μεταποίησης, του τουρισμού, των κατασκευών, των επιχειρηματικών υπηρεσιών, της τεχνολογίας – επικοινωνίας, των δραστηριοτήτων υγείας και της κοινωνικής μέριμνας.
ot.gr