Ο Απόστολος Λουκάς καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας και εξασκούσε το επάγγελμα του ιατρού ενώ συγχρόνως σύμφωνα με μια αρχαία παράδοση ήταν και άριστος ζωγράφος. Ήταν επίσης και άριστος γνώστης της Εβραϊκής, της Συριακής και της Ελληνικής γλώσσας και όπως φαίνεται από έργα του είχε αξιόλογη φιλοσοφική και φιλολογική κατάρτιση.
Ο δε έξοχος χειρισμός της Ελληνικής γλώσσας συνηγορεί στο να αποδεχθούμε την παράδοση η οποία υποστηρίζει την ελληνική εθνικότητα του Λουκά.
Ο Μιχαήλ Μαλαξός στους Βίους των Αγίων αναφέρει ότι: «Καθώς μας πληροφορεί ο Ευσέβιος, ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν εξ Αντιοχείας, εθνικότητας του δε εικάζεται μάλλον η Ελληνική». Υπήρξε προσφιλής μαθητής και ακόλουθος του μεγάλου Αποστόλου των εθνών Παύλου, τον οποίο ακολούθησε κατά το μεγαλύτερο μέρος της 2ης και 3ης περιοδείας του.
Σύμφωνα με την παράδοση ο Λουκάς μετά τον μαρτυρικό θάνατο του Αποστόλου Παύλου κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Δαλματία, Ιταλία, Γαλλία, και κυρίως στην Ελλάδα με επίκεντρο την πόλη των Θηβών.
Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας αναφέρει και μια άλλη παράδοση σύμφωνα με την οποία ο Άγιος πριν ακόμη γίνει χριστιανός ζούσε στη Θήβα εξασκώντας το επάγγελμα του ιατρού, κι εκεί γνώρισε τον Παύλο και ασπάσθηκε τον χριστιανισμό. Βέβαια αυτή η παράδοση η οποία υποστηρίζει την διαμονή του Λουκά στη Θήβα πριν την γνωριμία του με τον Παύλο πριν δηλαδή γίνει χριστιανός είναι δύσκολο να εξακριβωθεί και είναι μάλλον απίθανη.
Μεγάλη προσφορά του Αγίου στην Εκκλησία πέρα από το κηρυγματικό έργο είναι και η συγγραφή του Ιερού του Ευαγγελίου και του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων.
Μάλιστα ο Λουκάς είναι ο μόνος Ευαγγελιστής που ξεκινά το Θεόπνευστο έργο του με τα προ της γεννήσεως του Χριστού γεγονότα (εμφάνιση αγγέλου στο Ζαχαρία, Ευαγγελισμός, Επίσκεψη Θεοτόκου στην Ελισάβετ, γέννηση Προδρόμου). Αναφέρει επίσης με χρονολογική και ιστορική τάξη όλα τα γεγονότα που σχετίζονται με την Ρωμαϊκή κυριαρχία στην Παλαιστίνη. (Διακρίνεται έντονα στο Ευαγγέλιο του το μεγάλο χάρισμα του Αγίου ως ιστορικού).
Στη συνέχεια στο 5ο ιστορικό βιβλίο της Καινής Διαθήκης, στις Πράξεις των Αποστόλων, ο Λουκάς διηγείται την δράση των Αποστόλων για την διάδοση του Χριστιανισμού στους διωγμούς που υπέστησαν καθώς και γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην Αρχαία Ελλάδα.
Σύμφωνα με τον Μ. Μαλαξό τόπος συγγραφής του κατά Λουκά Ευαγγελίου είναι το σπήλαιο της Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου όπου σώζεται ως σήμερα η κόγχη (Αγία Τράπεζα) όπου ιερουργούσε ο Άγιος ενώ σύμφωνα με τη γνώμη άλλων τόπος συγγραφής είναι η Αλεξάνδρεια. Κάτι που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι πρώτος ο Λουκάς σχεδίασε με κερί και με μαστίχα την εικόνα της αγίας Θεοτόκου με τον Χριστό στην αγκαλιά, και έπειτα, αφού ζωγράφισε άλλες δύο, τις μετέφερε στα Ιεροσόλυμα, για να τις δείξει στην ίδια Την Παναγία και να τη ρωτήσει, αν της αρέσουν λέγοντας της: «Εί αρετόν αυτή εστίν». Εκείνη τις δέχτηκε τότε και είπε: «Η χάρις του υπ’ εμού τεχθέντος είη δι’ εμού μετ’ αυτών». Ο Λουκάς ζωγράφισε και τις εικόνες άλλων αποστόλων. Έκτοτε, η υπέροχη αυτή τέχνη της αγιογραφίας, διαδόθηκε σ᾿ όλη την οικουμένη. Στον Λουκά αποδίδεται η εικόνα της «Αθηναίας» Παναγίας, η εικόνα της Παναγίας στην Μόνη του Μεγάλου Σπηλαίου, η εικόνα της Παναγίας Σουμελά καθώς, επίσης, και η εικόνα που βρίσκεται στην εκκλησιά του αγίου Δημητρίου στη Θήβα, η οποία είναι γνωστή ως εικόνα της μεγάλης Παναγίας ή ως «Μεγάλη Παναγία».
Ο Άγιος Λουκάς, ονομάζεται και «Ευαγγελιστής της Παναγίας», γιατί περισσότερο από τους άλλους Ευαγγελιστές, περιγράφει λεπτομέρειες και παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για την Υπεραγία Θεοτόκο, στην αρχή του Ευαγγελίου του. Συγκεκριμένα, τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, την επίσκεψη της Παναγίας στην Ελισάβετ, μητέρα του τιμίου Προδρόμου, και άλλα περιστατικά από την παιδική ηλικία του Ιησού και της Μητέρας Του, τα οποία γνωρίζουμε μόνο από το Ευαγγέλιο του Λουκά.
Αλλά και για το τέλος του Αποστόλου Λουκά υπάρχουν δύο παραδόσεις.
Ο Ιππόλυτος, ο Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος και άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Άγιος πέθανε με μαρτυρικό τέλος και μάλιστα ο Νικηφόρος Κάλλιστος αναφέρει ότι οι Ρωμαίοι κρέμασαν τον Άγιο από τα κλαδιά μιας ελιάς. Σύμφωνα όμως με τον Μ. Συναξαριστή ο Άγιος εκοιμήθη ειρηνικώς στη Θήβα όπου και ετάφη γύρω στο 80 μ.Χ. εκεί που σήμερα βρίσκεται ο περικαλής ναός του.
Στον τάφο του ο Θεός, θέλοντας να δοξάσει τον υπηρέτη του, έσταξε κολλύρια,
σύμβολα της επιστήμης του. Για τον λόγο αυτό, ο τάφος του έγινε διάσημος σ’ ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο. Η μαρμάρινη λάρνακα που περιείχε το σεπτό σώμα του σώζεται μέχρι και σήμερα και έχει τη «δύναμη» να γιατρεύει κάθε ασθένεια, ιδίως τις νόσους των ματιών, σε όσους προσκυνούν με πίστη. Ο ρωμαϊκός αυτός τάφος ανήκει σε πολύ μεταγενέστερη εποχή, και ήταν οικογενειακός τάφος. Όταν έγινε η ανακομιδή του ιερού λειψάνου του Αγίου εναπέθεσαν εκεί το ιερό λείψανο, όπου παρέμεινε εκεί έως το 357 μ.Χ.
Ιστορικές περιπέτειες, επιδρομές και σεισμοί κατέστρεψαν κατά καιρούς το ναό του Αγίου Λουκά που φιλοξενούσε τη ρωμαϊκή λάρνακα, κάτω από την οποία βρισκόταν ο αρχικός τάφος του Ευαγγελιστή. Με τις αλλεπάλληλες επισκευές σμικρύνθηκαν οι διαστάσεις του ναού και η λάρνακα, που βρισκόταν στον κυρίως ναό, βρίσκεται σήμερα στο Ιερό, με τη μια πλευρά της σχεδόν εντοιχισμένη στον ανατολικό του τοίχο.
Το έτος 357 μ.Χ ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, ο γιος του μεγάλου Κωνσταντίνου, έδωσε εντολή στον Άγιο Αρτέμιο, τον μεγάλο Δούκα της Αιγύπτου και μετέπειτα μάρτυρα, να μεταφέρει το λείψανο του αγίου Λουκά και να το εναποθέσει στον ναό των Αγίων Αποστόλων, κάτω από την αγία τράπεζα, μαζί με τα λείψανα των αποστόλων, Ανδρέα και Τιμοθέου.
Ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς με το βαρυσήμαντο χριστιανικό του έργο αποδείχθηκε άξιος εργάτης του Χριστού, αφού καταυγάσθηκε με το πνευματικό και υπερκόσμιο φως του Σωτήρος Χριστού μετέδωσε και μεταδίδει ακόμη και μέχρι σήμερα αυτό το υπέροχο φως σ’ όλη την οικουμένη με τα δύο αιώνια και αθάνατα βιβλία του, δηλαδή με το ιερό του Ευαγγέλιο και τις Πράξεις των Αποστόλων.