Σπείρα επίορκων κρατικών λειτουργών πιστοποιούσε ανύπαρκτες αναπηρίες για να αποφυλακίζει ισοβίτες με τον Νόμο Παρασκευόπουλου – Τι λένε οι γιατροί που κλήθηκαν να καταθέσουν – Η περίπτωση απόστρατου αστυνομικού που καταδικάστηκε για την εν ψυχρώ δολοφονία πολίτη, αλλά τελικά εξέτισε μικρό μέρος της ποινής
Η υπηρεσιακή αλληλογραφία, μέρος της οποίας μελέτησε το «ΘΕΜΑ», αποκαλύπτει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μεγάλης κλίμακας εντατική και επείγουσα έρευνα σε ολόκληρη τη χώρα και οπουδήποτε υπάρχουν φυλακές με στόχο την αποκάλυψη και την εξάρθρωση του κυκλώματος που πιστοποιεί ανύπαρκτη αναπηρία –και μάλιστα με το βαρύ ποσοστό του 70%- σε άτομα με αποδεδειγμένο εγκληματικό ιστορικό. Στους ποινικούς που απελευθερώνονται με συνοπτικές διαδικασίες λόγω των υποτιθέμενων σοβαρών προβλημάτων υγείας συμπεριλαμβάνονται δράστες δολοφονιών ή ακόμη και ισοβίτες. Εξυπακούεται, δε, ότι πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι ανήκουν στην κατηγορία υψηλού κινδύνου να διαπράξουν νέα εγκλήματα αφότου αποφυλακιστούν.
Το κύκλωμα
Η έρευνα των δικαστικών αρχών εξετάζει ενδελεχώς τις ενέργειες γιατρών οι οποίοι έχουν κληθεί να καταθέσουν στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης.
Αφορά στο σύνολο των περιπτώσεων πρόωρης -και ως εκ τούτου ύποπτης- αποφυλάκισης κρατουμένων από το 2015 και εξής. Από τα σχετικά έγγραφα που ανταλλάσσονται ανάμεσα στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, τις κατά τόπους φυλακές και δικαστικές αρχές, τον ΕΦΚΑ και τα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) διακρίνεται ξεκάθαρα ότι πρόκειται για ένα σκάνδαλο τεραστίων διαστάσεων. Εκμεταλλευόμενη τις ευνοϊκές προϋποθέσεις που δημιούργησε ο περιβόητος νόμος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την αποσυμφόρηση των φυλακών και η συνακόλουθη εισαγωγή του νέου Ποινικού Κώδικα, μια συμμορία δημοσίων υπαλλήλων φαίνεται ότι έχει στήσει βιομηχανία παροχής αποφυλακιστηρίων. Τα οποία, προφανώς, πωλούνται και αγοράζονται με την ανάλογη ταρίφα κυριολεκτικά μέσα από τις φυλακές.
Το κύκλωμα των διεφθαρμένων δημοσίων υπαλλήλων έχει ήδη καταφέρει να απελευθερώσει έναν πολύ μεγάλο αριθμό καταδίκων. Οι φάκελοι των πρόωρων αποφυλακίσεων για λόγους υγείας πιθανώς υπερβαίνουν τους διακόσιους. Τα δε συνημμένα έγγραφα για καθεμία από τις υποθέσεις που βρίσκονται στο μικροσκόπιο της Εισαγγελίας χρειάζονται κιβώτια για να μεταφερθούν. Παρ’ όλα αυτά, οι αρμόδιες αρχές μοιάζουν αποφασισμένες να πατάξουν το κύκλωμα των επίορκων λειτουργών σε κάθε επιμέρους πτυχή του.
Συγκεκριμένα, ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2018, ενόσω δηλαδή στην κυβέρνηση εξακολουθούσε να βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ, η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου στέλνει έγγραφο προς όλους τους διευθυντές των καταστημάτων κράτησης της χώρας. Η κυρία Δημητρίου παραγγέλλει να διαβιβαστούν στο γραφείο της επικυρωμένα αντίγραφα αποφυλακιστηρίων τα οποία χορηγήθηκαν σε κρατούμενους από το 2015 έως τις 2/9/2018. Στην παραγγελία της η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου επισημαίνει ότι τα εν λόγω αποφυλακιστήρια δόθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα σε καταδίκους οι οποίοι φέρονταν να έχουν ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, ενώ είχαν εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο το ελάχιστο που προβλέπεται κατά περίπτωση από την ποινή τους. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι η κυρία Δημητρίου έθετε στους διοικητές των ανά την Ελλάδα φυλακών μια προθεσμία ελάχιστων ημερών: Δευτέρα κοινοποιήθηκε η παραγγελία και έως την Παρασκευή της ίδιας εβδομάδας έπρεπε να έχει ικανοποιηθεί. Το ζήτημα ήταν κατεπείγον.
«Συγχωροχάρτια»
Το τι επακολούθησε μπορεί κάποιος να το συναγάγει από μια μεταγενέστερη επικοινωνία μεταξύ αρμοδίων φορέων. Στις 10 Ιουνίου του 2020 οι επίκουροι εισαγγελείς Εγκλημάτων Διαφθοράς ενημερώνουν την προϊσταμένη τους ότι: α) η προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση των ύποπτων αποφυλακίσεων συνεχίζεται, β) τμήμα και αντίγραφα της σχετικής δικογραφίας διαβιβάζονται στους εισαγγελείς Πρωτοδικών σε 36 πόλεις ανά την ελληνική επικράτεια, από τον Πειραιά έως την Αλεξανδρούπολη και από το Κιλκίς έως τη Ρόδο, την Κω και την Κρήτη.
Η ποινική προκαταρκτική δικογραφία σχηματίστηκε με βάση τους φακέλους που απέστειλαν οι κατά τόπους διευθυντές φυλακών. Αυτό που αναζητούσαν οι επίκουροι εισαγγελείς Εγκλημάτων Διαφθοράς ήταν το εάν είχαν διαπραχθεί εγκλήματα όπως σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, η οποία επεδίωκε τη διάπραξη περισσότερων συναφών κακουργημάτων. Πρόκειται για αδικήματα που προβλέπονται στα άρθρα 216 (πλαστογραφία), 242 (ψευδής βεβαίωση, νόθευση), της πλαστογραφίας μετά χρήσεως, της δωροληψίας υπαλλήλου για ενέργεια ή παράλειψη, που αντίκειται στα καθήκοντά του, της δωροδοκίας, της ψευδούς βεβαίωσης κ.λπ.
Οι επίκουροι εισαγγελείς συνεργάστηκαν με το τμήμα Ειδικών Υποθέσεων της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας, η οποία και παρέδωσε λεπτομερή κατάλογο των ύποπτων υποθέσεων με αναφορά σε συγκεκριμένα πρόσωπα τα οποία φέρονται ως εμπλεκόμενα στο κύκλωμα χορήγησης «συγχωροχαρτιών» υπό μορφή πιστοποιητικών βαριάς αναπηρίας σε βαρυποινίτες κακοποιούς.
Η διαδικασία που ακολουθείται ως το αποφυλακιστήριο έχει ως εξής: το πρώτο βήμα είναι εξέταση του κρατουμένου από την πρωτοβάθμια επιτροπή ιατρών στο ΚΕΠΑ. Εάν δεν προκύψει ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, ο κρατούμενος έχει δικαίωμα να κάνει ένσταση και να εξεταστεί από δευτεροβάθμια επιτροπή. Στην απόφαση που εκδίδει αυτή η επιτροπή, αλλιώς η Γνωστοποίηση Αποτελέσματος Πιστοποίησης Αναπηρίας, βασίζεται η διαταγή της υπό όρους απόλυσης του εκάστοτε κρατούμενου, σύμφωνα πάντα προς το άρθρο 110Α του Νόμου Παρασκευόπουλου.
Πολύ σχηματικά, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι, έστω και με αργό βηματισμό, η έρευνα για τη σπείρα που δρα εντός του κρατικού μηχανισμού και χρηματίζεται από εγκάθειρκτους εγκληματίες προκειμένου να τους απελευθερώσει μια ώρα αρχύτερα ως βαριά ανάπηρους προχωρά προς τον πυρήνα του σκανδάλου. Οι εισαγγελείς έχουν ήδη εντοπίσει σειρά περιπτώσεων, στις οποίες η κρίσιμη πιστοποίηση αναπηρίας δίνεται εντελώς χαριστικά και παρά τα κραυγαλέα κενά στον φάκελο του εκάστοτε κρατούμενου. Μια πολύ χαρακτηριστική υπόθεση αφορά στην απόλυση ενός συγκεκριμένου κατάδικου από τις Φυλακές Ναυπλίου. Το «ΘΕΜΑ» διέτρεξε τον ογκωδέστατο φάκελό του, επιβεβαιώνοντας την αίσθηση ότι η «μηχανή» των πρόωρων και παράτυπων αποφυλακίσεων λειτουργεί απτόητη.
Η αποφυλάκιση
Ο κρατούμενος-απόστρατος αστυνομικός οδηγήθηκε στις Φυλακές Ναυπλίου τον Οκτώβριο του 2012. Είχε καταδικαστεί σε κάθειρξη 21 ετών ως ένοχος ανθρωποκτονίας από πρόθεση, για παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Για μια απλή κτηματική διαφορά είχε στήσει καραούλι θανάτου σε γείτονά του. Τον Οκτώβριο του 2016, μετά από μόλις 4 χρόνια στη φυλακή, ο εν λόγω κρατούμενος απολύθηκε δυνάμει βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ναυπλίου, το οποίο έκρινε ότι στην υπόθεση έπρεπε να εφαρμοστούν οι ευνοϊκές -για τον κατάδικο- διατάξεις του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα, όπως αυτές είχαν αναθεωρηθεί το 2015 με τη νομοθετική παρέμβαση του κ. Νίκου Παρασκευόπουλου, υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ.
Στο αποφυλακιστήριό του αναγράφεται ότι ο κρατούμενος απολύεται λόγω συνολικού ποσοστού αναπηρίας 70%, όπως αυτό προκύπτει από την απόφαση της Επιτροπής ΚΕΠΑ Τριπόλεως, αλλά και την απόφαση της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Ναυπλίου και επόπτριας των τοπικών φυλακών.
Υστερα από 2 χρόνια, τον Οκτώβριο του 2018, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ναυπλίου ανακαλεί την απόλυσή του και τον στέλνει ξανά στη φυλακή ακυρώνοντας το βούλευμα της αποφυλάκισης. Στη σχετική απόφαση αναφέρεται ξεκάθαρα ότι δεν προκύπτει από πουθενά ότι ο δράστης είναι ανάπηρος, αδυνατεί να αυτοεξυπηρετηθεί, να προστατεύσει την υγεία του από τις κακουχίες της φυλακής κ.λπ. Επιπλέον, το τραγελαφικό είναι ότι ο υποτιθέμενος ανάπηρος είχε κάνει 607 ημερομίσθια ως τρόφιμος των Φυλακών Ναυπλίου, τα οποία, φυσικά, επικαλέστηκε για περαιτέρω μείωση της ποινής του.
Επιπλέον, στην απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών για την επαναφορά του στη φυλακή αναφέρεται ρητώς ότι η αναπηρία κατά 70% προκύπτει από τον συνδυασμό διαφόρων παθήσεων. Τελικά αποφυλακίστηκε επειδή κρίθηκε κατά 20% ψυχικά ασθενής και κατά το υπόλοιπο 50% ως πάσχων από αδενοκαρκίνωμα προστάτη, εκφυλιστική σπονδυλοπάθεια, ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας, ακόμη και δερματοπάθεια λόγω μικρών εγκαυμάτων από… βεντούζες. Παρ’ όλα αυτά, στην ίδια απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών τονίζεται ότι «για τη χορήγηση της υπό όρους απόλυσης του ασθενούς με αναπηρία καταδίκου θα πρέπει το ποσοστό αναπηρίας του να μη συνιστά αποτέλεσμα περισσότερων της μιας παθήσεως, αλλά να οφείλεται σε μία ασθένεια, κατά κανόνα σωματική, που επιφέρει ως αυτονόητη συνέπεια την αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης». Με απλά λόγια, ο δράστης του φονικού παρουσίασε μια σούμα ασθενειών και, βοηθούσης της «κατανόησης» εκ μέρους των γιατρών που αξιολόγησαν την κατάστασή του, κατάφερε να αποφυλακιστεί. Αν και όχι οριστικά. Ο φονιάς επέστρεψε στο κελί του, αλλά για τη Δικαιοσύνη η υπόθεσή του παρέμεινε ανοιχτή.
Αποφυλακίστηκε πάλι το 2019 αφού το Πενταμελές Εφετείο Αναστολών έκανε δεκτό το αίτημα αναστολής της ποινής του μέχρι να εκδικαστεί η έφεσή του.
Ο Εισαγγελέας Τρίπολης στις 31 Αυγούστου του 2020 διέταξε νέα προκαταρκτική έρευνα στο πλαίσιο της εντολής του Εισαγγελέα Διαφθοράς να διερευνήσει ειδικά για τις συνθήκες πρόωρης αποφυλάκισης συγκεκριμένων καταδίκων, μεταξύ των οποίων και ο δράστης στον όποιο αναφερόμαστε.
Ο εισαγγελέας ζητά να του παραδοθούν οι αποφάσεις της υγειονομικής επιτροπής ΚΕΠΑ και να ενημερωθεί «εγγράφως και αιτιολογημένα» σχετικά με τις νόσους που επικαλέστηκε ο καταδικασθείς και ιδιαίτερα για τα ψυχικά νοσήματα, ποια είναι εξωτερικά χαρακτηριστικά εκάστης νόσου, πώς εκδηλώνεται, ποια η συμπεριφορά του νοσούντος κ.λπ. Ο εισαγγελέας όμως ζητά και κάτι άλλο: να εξεταστεί ενόρκως ο διευθυντής των φυλακών όπου κρατήθηκε ο καταδικασθείς και να καταθέσει ως προς τη συμπεριφορά όποιων πάσχουν από ψυχικές νόσους, επισυνάπτοντας αντίγραφο ιατρικού φακέλου από φυλακή.
Εκτός του διευθυντή, απαιτείται επιπλέον η ένορκη εξέταση του γιατρού και του κοινωνικού λειτουργού της φυλακής, «ιδίως για τη συμπεριφορά όσων πάσχουν από ψυχικές νόσους και εάν εμφάνιζαν τα στοιχεία συμπεριφοράς που αναφέρουν οι εμπειρογνώμονες όταν είχε διαπιστωθεί ψυχική νόσος». Και ο εισαγγελέας κλείνει την παραγγελία του για προκαταρκτική διερεύνηση ορίζοντας ότι «εφόσον προκύψουν ποινικές ευθύνες για μέλη υγειονομικών επιτροπών ΚΕΠΑ όπως αυτά εξεταστούν ανωμοτί».
Οι γιατροί
Πριν από λίγο καιρό, τον Μάρτιο του 2021, ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Τρίπολης ζήτησε από τη Γραμματεία των ΚΕΠΑ στην Αθήνα να του γνωστοποιηθούν τα στοιχεία των γιατρών που συμμετείχαν στην τριμελή επιτροπή κρίσης του απόστρατου αστυνομικού. Παράλληλα, ο ίδιος εισαγγελέας είχε ζητήσει από δύο ανεξάρτητους πραγματογνώμονες, έναν καρδιολόγο και έναν ειδικό παθολόγο, να ελέγξουν τον ιατρικό φάκελό του. Αμφότεροι οι γιατροί εντόπισαν αποκλίσεις ανάμεσα στις διάφορες γνωματεύσεις, καθώς και παραλείψεις ουσιαστικών πληροφοριών. Μάλιστα, ειδικά για τη στένωση αορτικής βαλβίδας, η οποία έδωσε πόντους στον καταδικασθέντα υπέρ της αναπηρίας του, ο εμπειρογνώμονας αποφαίνεται κατηγορηματικά ότι «αυτή η πάθηση δεν υφίσταται».
Ο ειδικός παθολόγος από τη δική του σκοπιά, αφού επισημάνει ότι ο καρκίνος του προστάτη είναι ο δεύτερος πιο συνηθισμένος για τον παγκόσμιο ανδρικό πληθυσμό, αποφαίνεται ότι κατά την άποψή του και βάσει της έγκριτης ιατρικής βιβλιογραφίας «προκύπτει διαφοροποίηση από τις πιστοποιήσεις των ποσοστών αναπηρίας του ΚΕΠΑ που έχουν εκδοθεί».
Συνοψίζοντας την όλη υπόθεση γύρω από τη σκοτεινή βιομηχανία των αποφυλακιστηρίων, ο κ. Στάθης Μητσοκάλης, συνήγορος των γιατρών που κλήθηκαν την περασμένη εβδομάδα να καταθέσουν στο πλαίσιο της προκαταρκτικής έρευνας στην υπόθεση του φονιά αστυνομικού, σχολίασε: «Η εντολή του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για εξέταση των γιατρών που εξέδωσαν πιστοποιητικά αναπηρίας βάσει των οποίων αποφυλακίσθηκαν κρατούμενοι είναι χρήσιμη αλλά λησμονεί κάτι: τους κρατούμενους δεν τους αποφυλάκισαν οι γιατροί αλλά δικαστές, οι οποίοι είχαν πάντα τη λειτουργική ευχέρεια να αρνηθούν αιτιολογημένα την απόλυση κάποιου κρατούμενου ή έστω -τουλάχιστον σε κάποιες σοβαρές περιπτώσεις- να ζητήσουν προηγουμένως την προσκόμιση επιπλέον στοιχείων. Αν όλοι οι δικαστές είχαν συναίσθηση ότι δεν είναι απλοί δημόσιοι υπάλληλοι που λειτουργούν διεκπεραιωτικά αλλά φορείς δημόσιας εξουσίας με ιδιαίτερο καθήκον και άρα και ευθύνη, φαινόμενα διαφθοράς θα μπορούσαν να είχαν προληφθεί αντί να διερευνώνται εκ των υστέρων».
protothema.gr