Το Εφετείο απέρριψε την προσφυγή της οικογένειας της άτυχης κοπέλας για αποζημίωση, καθώς έκρινε ότι το κράτος δεν έχει καμία ευθύνη για την επίθεση από τον αλλοδαπό δράστη που της κατέστρεψε τη ζωή -Αναίρεση στο ΣτΕ άσκησε η μητέρα της
Εναν δικαστικό γολγοθά χωρίς ακόμη ορατό τέλος συνεχίζουν να ανεβαίνουν η Μυρτώ Παπαδομιχελάκη και η οικογένεια της. Η 23χρονη σήμερα κοπέλα, η οποία είχε κακοποιηθεί άγρια πριν από εννέα χρόνια στην Πάρο και έκτοτε βρίσκεται καθηλωμένη σε ένα κρεβάτι με ποσοστό αναπηρίας 100%, ήρθε πρόσφατα αντιμέτωπη με το σκληρό πρόσωπο της Δικαιοσύνης. Το Διοικητικό Εφετείο της Αθήνας με απόφαση που εξέδωσε έκρινε ότι η Μυρτώ δεν δικαιούται αποζημίωση από το Ελληνικό Δημόσιο για τα όσα φρικαλέα υπέστη από τον Πακιστανό θύτη της, στην παραλία Χρυσή Ακτή. Την υπόθεση καλείται πλέον να κρίνει το Συμβούλιο της Επικρατείας, ενώπιον του οποίου προσέφυγε η μητέρα της νεαρής κοπέλας Μαρία Κοτρώτσου ως δικαστική συμπαραστάτρια της κόρης της, σε μια προσπάθεια να ανατρέψει την απορριπτική απόφαση του Εφετείου.
Ηταν 22 Ιουλίου του 2012. Η 15χρονη τότε Μυρτώ βρισκόταν στην Πάρο με την οικογένειά της για διακοπές. Την ημέρα εκείνη όλοι μαζί είχαν επισκεφθεί την Χρυσή Ακτή. Η ανήλικη κατευθύνθηκε στα βράχια, ελάχιστα μέτρα μακριά από εκεί όπου βρισκόταν η μητέρα της. Στα αυτά της φορούσε ακουστικά και άκουγε μουσική από το κινητό της τηλέφωνο. Ετσι δεν αντιλήφθηκε την παρουσία κάποιου άλλου ατόμου κοντά της. Επρόκειτο για τον Πακιστανό Αχμέτ Βακάς, ο οποίος την πλησίασε και, αφού της άρπαξε το κινητό της, τη βίασε. Κατόπιν προσπάθησε να τη σκοτώσει χτυπώντας το κεφάλι της στα βράχια. Στη συνέχεια, πήρε την ίδια πέτρα και άρχισε να χτυπά την κοπέλα πιο δυνατά. Η Μυρτώ βρέθηκε λίγο αργότερα ημίγυμνη και σε κωματώδη κατάσταση. Η ζωή της, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, είχε καταστραφεί. Λόγω των βαρύτατων κακώσεων που υπέστη σε εγκέφαλο και πνεύμονες, η κοπέλα μέχρι σήμερα παραμένει σε αφασία, χωρίς να μπορεί να επικοινωνήσει με το περιβάλλον, ενώ έχει υποστεί πλήρη κινητική παράλυση στα κάτω άκρα.
Οι αστυνομικές αρχές κατάφεραν να συλλάβουν τον δράστη λίγες ημέρες μετά το φρικτό έγκλημά του. Τον εντόπισαν στη Νέα Χαλκηδόνα μέσω του κινητού του τηλεφώνου. Είχε εγκαταλείψει την Πάρο, προφασιζόμενος ασθένεια δικού του ανθρώπου, και είχε προσπαθήσει να ενταχθεί σε πρόγραμμα επαναπατρισμού. Το 2017 το Μικτό Ορκωτό Εφετείο, όπως και το πρωτόδικο δικαστήριο, επέβαλε στον Βακάς ισόβια και κάθειρξη 25 ετών. Ο ίδιος στην απολογία του είχε ομολογήσει τα αποτρόπαια εγκλήματά του, λέγοντας τα εξής: «Περπατώντας πάνω στον δρόμο, είδα να κάθεται στον βράχο μια κοπέλα περίπου 17 χρονών. Με το δεξί μου χέρι τη γύρισα ανάσκελα, πήρα με τα δυο μου χέρια την πέτρα και της την έριξα πάνω από το αριστερό της μάτι… Οπως υπολόγισα, η πέτρα πρέπει να ήταν περίπου 5 κιλά. Είδα να τρέχει αίμα, αλλά η κοπέλα ήταν ακόμη ζωντανή. Την πλησίασα για να της πάρω το κινητό. Αντιστάθηκε… Δεν ξέρω τι με έπιασε… Αρχισα να τη χτυπώ στα βράχια με δύναμη. Οταν σταμάτησε να αντιστέκεται, ασέλγησα πάνω της… Μετά, πήρα την πέτρα και την πέταξα στη θάλασσα. Επλυνα τα χέρια μου στη θάλασσα, ανέβηκα στον δρόμο και έφυγα περπατώντας προς το ξενοδοχείο…». Κατά την απολογία του, ο δράστης του φρικτού εγκλήματος είχε ζητήσει συγγνώμη και είχε αποδεχθεί τις κατηγορίες σε βάρος του.
«Εάν τον είχαν συλλάβει…»
Μετά την έκδοση της πρωτόδικης καταδικαστικής απόφασης για τον Βακά από την Ποινική Δικαιοσύνη, η μητέρα της νεαρής κοπέλας, ως δικαστική συμπαραστάτρια της κόρης της, όπως και η αδελφή της, κατέθεσαν αγωγή στο Διοικητικό Πρωτοδικείο της Αθήνας. Με την αγωγή τους διεκδίκησαν αποζημίωση για ηθική βλάβη την οποία υπέστησαν λόγω του βαρύτατου τραυματισμού της Μυρτώς, αποτέλεσμα, όπως υποστήριξαν, παραλείψεων δημόσιων οργάνων και συγκεκριμένα της Ελληνικής Αστυνομίας.
Ειδικότερα, η μητέρα της άτυχης κοπέλας ζήτησε να καταβληθεί στην κόρη της ποσό 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για τη ζημιά που υπέστη από τον βαρύτατο τραυματισμό της. Επίσης, διεκδίκησε την καταβολή ποσού 2.977,81 ευρώ κάθε μήνα στην κόρη της, αρχής γενομένης από τον Ιούνιο του 2017 και για όσο διαρκεί ο βίος της. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με την αγωγή, θα έπρεπε να επιδικαστεί στη νεαρή κοπέλα για τα έξοδα διαβίωσης, καθημερινής φροντίδας και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Επιπρόσθετα, η μητέρα και η αδελφή της νεαρής γυναίκας ζήτησαν να επιδικαστεί στην καθεμία τους ποσό 50.000 ευρώ ως αποζημίωση λόγω της ηθικής βλάβης.
Στην αγωγή τους υποστήριξαν ότι η Ελληνική Αστυνομία όφειλε να είχε λάβει όλα τα μέτρα που θα απέτρεπαν την παράνομη είσοδο του Βακάς στην Ελλάδα. Επιπρόσθετα, από τη στιγμή που ο δράστης εισήλθε παράνομα στη χώρα, οι αστυνομικές αρχές ήταν υποχρεωμένες να τον συλλάβουν, να τον παραπέμψουν στη Δικαιοσύνη, ή να τον επαναπροωθήσουν στη χώρα προέλευσης ή καταγωγής του.
Ωστόσο, όπως υποστήριξαν τα μέλη της οικογένειας της άτυχης κοπέλας, καμία από αυτές τις ενέργειες δεν έλαβε χώρα, με αποτέλεσμα ο δράστης να «κυκλοφορεί παρανόµως στη χώρα, χωρίς να έχει γίνει έλεγχος των στοιχείων του, χωρίς να έχει καταγραφεί η είσοδός του και χωρίς να γίνουν οι απαιτούµενες ενέργειες για την επαναπροώθηση ή την απέλασή του». Σύμφωνα με την αγωγή, μεταξύ «των παραπάνω παράνοµων πράξεων και παραλείψεων των οργάνων του Δηµοσίου» και της ζημιάς που υπέστη η Μυρτώ και τα μέλη της οικογένειάς της «υφίσταται αιτιώδης συνάφεια». Με απλά λόγια, δηλαδή, και σύμφωνα με την αγωγή, εάν είχαν ληφθεί από τις αστυνομικές αρχές τα απαιτούμενα μέτρα, ο Πακιστανός δράστης δεν θα βρισκόταν στην Ελλάδα και μάλιστα ως εργαζόμενος επί διετία παρά την παράνομη είσοδό του, δεν θα είχε κακοποιήσει το ανήλικο τότε κορίτσι και εντέλει δεν θα είχε καταστρέψει τη ζωή του.
Το «όχι» των δικαστών
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο απέρριψε την αγωγή κρίνοντας ότι η μητέρα και η αδελφή του θύματος «ως εμμέσως ζημιωμένες δεν δικαιούνταν χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και, συνεπώς, δεν νομιμοποιούνταν ενεργητικώς στην άσκηση της κρινόμενης αγωγής, η οποία για τον λόγο αυτό πρέπει να απορριφθεί κατά το αντίστοιχο μέρος της ως απαράδεκτη κατ’ άρθρο 71 του Κ.Δ.Δ.». Επίσης, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι μόνο οι παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου να αποτρέψουν την είσοδο και παραμονή του Πακιστανού στη χώρα, ο οποίος δεν ήταν σεσημασμένος ή εγγεγραμμένος στον Εθνικό Κατάλογο Ανεπιθύμητων Αλλοδαπών, ούτε η παρουσία του είχε καταγγελθεί ως επικίνδυνη στις Αρχές, «δεν αρκούν για να επιφέρουν την ένδικη ζημία, καθώς για την επέλευσή της μεσολάβησε η διάπραξη ειδεχθούς εγκληματικής πράξης από αυτόν (σ.σ. του δράστη), η οποία διακόπτει τον αιτιώδη σύνδεσμο». Υπό την αντίθετη εκδοχή, άλλωστε, όπως επισημαίνεται στη δικαστική απόφαση, «θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι μόνη η παράνομη είσοδος και παραμονή στη χώρα αλλοδαπού επιφέρει αυτόθροα την τέλεση σοβαρότατων εγκλημάτων, συμπέρασμα αβάσιμο εν όψει του αριθμού αυτών (των παρανόμως ευρισκομένων στη χώρα αλλοδαπών)».
Ακολούθως, τα μέλη της οικογένειας της 23χρονης σήμερα κοπέλας κατέθεσαν τον Δεκέμβριο του 2019 έφεση κατά της παραπάνω απορριπτικής απόφασης. Ωστόσο, αυτή απορρίφθηκε από το Διοικητικό Εφετείο, το οποίο στο «διά ταύτα» της απόφασης που εξέδωσε αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι η άγρια κακοποίηση της ανήλικης και ο βαρύτατος τραυματισμός της είναι το αποτέλεσμα των πράξεων του βιασμού και της απόπειρας ανθρωποκτονίας που τέλεσε ο Βακάς σε βάρος της. Οι πράξεις δε αυτές δεν μπορούν να αποδοθούν «κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων» στο γεγονός της παράνομης εισόδου του στη χώρα και της διετούς παραμονής του σε αυτή. Με το σκεπτικό αυτό το Εφετείο έκρινε πως «δεν υπάρχουν παραλείψεις των οργάνων του εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου που να βρίσκονται σε αιτιώδη συνάφεια» με τον βαρύτατο τραυματισμό της Μυρτώς. Για τους λόγους αυτούς το Εφετείο απέρριψε την αγωγή.
Εν ολίγοις, τόσο για τους δικαστές του πρώτου και του δεύτερου βαθμού, το κράτος και συγκεκριμένα η Ελληνική Αστυνομία δεν φέρει ευθύνη για την κακοποίηση και τον βιασμό που υπέστη η ανήλικη τότε κοπέλα από τον Πακιστανό, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος είχε εισέλθει παράνομα στην Ελλάδα και επί δύο χρόνια κυκλοφορούσε και εργαζόταν στη χώρα ανενόχλητος.
Η αίτηση αναίρεσης
Παρά την απορριπτική απόφαση του Εφετείου, πάντως, η υπόθεση παραμένει ανοιχτή. Προ ολίγων ημερών, η μητέρα της 23χρονης, ως δικαστική συμπαραστάτρια της κόρης της, προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας και με αίτηση που κατέθεσε στο Α’ Τμήμα του ζητεί την αναίρεση της εφετειακής απόφασης. Επικαλούμενη σωρεία νομικών και ουσιαστικών επιχειρημάτων, υποστηρίζει πως η συγκεκριμένη απόφαση είναι εσφαλμένη. Μεταξύ άλλων, η κυρία Κοτρώτσου αναφέρει πως το γεγονός ότι ο Πακιστανός που επιτέθηκε στην κόρη της δεν ήταν σεσημασμένος -όπως επισημαίνει το Εφετείο στην απόφασή του- και δεν ήταν εγγραμμένος στον Κατάλογο των Ανεπιθύμητων Αλλοδαπών «δεν απαλλάσσει σε καμία περίπτωση την Ελληνική Αστυνομία από τη γενικότερη υποχρέωσή της να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των συνόρων και ειδικότερα την πρόληψη και την αποτροπή της παράνομης εισόδου αλλοδαπών».
Σύμφωνα ακόμη με τα όσα αναφέρονται στην αίτηση αναίρεσης, το γεγονός ότι ο αλλοδαπός δράστης κατάφερε να διαβιώσει στη χώρα μας για δύο χρόνια παράνομα (χωρίς χαρτιά εισόδου και με ανασφάλιστη εργασία) «βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την εγκληματική συμπεριφορά που επέδειξε», ήτοι με την απόπειρα δολοφονίας της Μυρτώς και τον βιασμό της. Ως εκ τούτου, υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των παραλείψεων στις οποίες προέβησαν τα όργανα της Πολιτείας και της ζημιάς που υπέστη η κόρη της, επισημαίνει στην αίτησή της στο ΣτΕ η μητέρα της άτυχης κοπέλας.