Μεταξύ άλλων, στο πεντασέλιδο συγκλονιστικό γράμμα της, η Μαριόν περιγράφει ότι άκουγε επιβάτες να κλαίνε την ώρα που το πλοίο βυθιζόταν.
Η Μαριόν, που έβλεπε τον Τιτανικό να βυθίζεται αφότου έπεσε πάνω στο παγόβουνο από τη σωστική λέμβο στην οποία βρέθηκε, έγραψε όλα όσα έζησε την επομένη της καταστροφής σε ένα γράμμα στον πατέρα της.
«Ήταν φρικτό… Δεν νομίζω ότι θα το ξεχάσω ποτέ…» γράφει η Μαριόν, που ήταν τότε 26 χρονών. «Βλέπαμε τον κόσμο να κλαίει όταν το πλοίο έσπασε στα δύο, λίγα λεπτά πριν βυθιστεί με μια τεράστια έκρηξη» συγκλονίζει.
Η Μαριόν Ράιτ ήταν στην καμπίνα της όταν ο Τιτανικός προσέκρουσε στο παγόβουνο στον βόρειο Ατλαντικό. «Είχα ξαπλώσει και δέκα λεπτά αργότερα άκουσα έναν θόρυβο και ένιωσα το πλοίο να δονείται ολόκληρο. Ξαφνικά οι μηχανές σταμάτησαν να δουλεύουν. Ο θόρυβος από τη σύγκρουση ήταν σαν να σπάει ένα τεράστιο γυαλί. Και το σταμάτημα των μηχανών σε ένα τέτοιου μεγέθους πλοίο προκαλεί μια οδυνηρή σιωπή που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι κάτι δεν πάει καλά» θυμάται.
«Έβαλα τη ρόμπα μου και ένα χοντρό παλτό, βγήκα στο κατάστρωμα και συνάντησα έναν φίλο μου. Προσπαθούσαμε να καταλάβουμε πώς είχε συμβεί το ατύχημα» περιγράφει.
Η Μαριόν εξυμνεί στο γράμμα της τον -μόλις 24 ετών- Δρ Άλφρεντ Πέιν, τον οποίο γνώρισε πριν το ταξίδι τους με τον Τιτανικό από την πατρίδα της το Σόμερσετ της Βρετανίας. Οι δυο τους συναντήθηκαν στο κατάστρωμα τη μοιραία βραδιά και ο Πέιν τη φρόντισε και τη βοήθησε να επιβιβαστεί σε μία σωστική λέμβο.
Ο ίδιος δεν τα κατάφερε. «Η καρδιά μου είναι σε όλους όσους πνίγηκαν στο ναυάγιο. Ο Άλφρεντ που με έβαλε στη λέμβο ήταν τόσο καλός άνθρωπος» γράφει η Μαριόν.
Το γράμμα της Μαριόν θα βγει σε δημοπρασία στις 17 Απριλίου.
Η ζωή της Μαριόν Ράιτ
Η Μαριόν Ράιτ γεννήθηκε στις 26 Μαΐου 1885 πιθανόν στο Ρίντινγκ του Μπερκσάιρ. Οι γονείς της ήταν ο Τόμας Ράιτ και η Τζέιν Τέιλορ. Όταν ήταν νέα μετακόμισαν στο Γέοβιλ του Σόμερσετ. Ο πατέρας της χήρεψε και στα τέλη της δεκαετίας του 1880 ξαναπαντρεύτηκε με αποτέλεσμα η μικρή Μαριόν να αναλάβει τη φροντίδα των τριών θετών αδελφών της.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1900, είχε επισκεφθεί έναν φίλο της όταν γνώρισε τον Άρθουρ Γούλκοτ, τον οποίο αργότερα παντρεύτηκε. Οι δυο τους αλληλογραφούσαν για πολύ καιρό μέχρι που επισημοποίησαν τον αρραβώνα τους και αποφάσισαν να παντρευτούν στην Αμερική.
Η επιβίβαση στον Τιτανικό και οι τραγικές ώρες
Η Μαριόν επιβιβάστηκε στον Τιτανικό στη δεύτερη θέση (αριθμός εισιτηρίου 220844, αξίας 13 λιρών και 10 σεντς). Στην καμπίνα της ήταν μαζί με τη Μπέσι Βατ και την κόρη της, Μπέρθα από το Αμπερντίν ενώ έγινε φίλη και με την Κέιτ Μπας από το Κεντ.
Το βράδυ πριν από τη μοιραία πρόσκρουση του Τιτανικού στο παγόβουνο, η Μαριόν τραγουδούσε σε μία εκδήλωση που είχε διοργανώσει στο πλοίο ο Αιδεσιμότατος Έρνεστ Κάρτερ.
Όσο για το τι έκανε μετά, υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις. Όλες ωστόσο συμφωνούν ότι κατέληξε στο κατάστρωμα όπου τη διαβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος. Ωστόσο έβλεπε επιβάτες να βάζουν τα σωσίβιά τους και καταλάβαινε ότι δεν ήταν όλα καλά. Η Μαριόν λέει ότι ήταν αδύνατον να δει κανείς τι συνέβαινε από τη μία πλευρά του καταστρώματος ως την άλλη και έμεινε άναυδη όταν άκουσε κάποιον από το πλήρωμα να φωνάζει «υπάρχουν άλλες κυρίες;». Αμέσως πήγε προς τα κει και κατάφερε να μπει σε μία λέμβο, όπου -όπως λέει- εκτός από εκείνη και τις άλλες γυναίκες υπήρχαν και έξι άνδρες, δύο εξ αυτών του πληρώματος ενώ χωρούσαν τουλάχιστον 15 ακόμα άτομα.
Τα ξημερώματα, η λέμβος στην οποία επέβαινε προσέγγισε το πλοίο «Καρπάθια», όπου επιβιβάστηκαν οι διασωθέντες.
Η συνάντηση με τον μέλλοντα σύζυγό της και τα χρόνια μετά
Ο Άρθουρ Γούλκοτ έμαθε για το τραγικό δυστύχημα ενώ πήγαινε στη Νέα Υόρκη για να συναντήσει την Μαριόν. Ωστόσο όταν τα «Καρπάθια» έδεσαν, ο Άρθουρ την έχασε στην αποβάθρα. Ρώτησε σε μερικά ξενοδοχεία και τελικά βρέθηκε στο σπίτι των Μιλν, όπου είχε βρει «καταφύγιο» μετά τις δραματικές ώρες που έζησε η Μαριόν. Όταν χτύπησε την πόρτα, του άνοιξε η Μαριόν και έτσι το ζευγάρι επανενώθηκε. Η Μαριόν ήταν φανερά επηρεασμένη από ό,τι συνέβη, έμοιαζε εξαντλημένη και έμεινε για κάποιο διάστημα σε κάποιο άλλο σπίτι μέχρι να αναρρώσει.
Σε γράμμα που έγραψε στην οικογένειά της στις 25 Απριλίου, 10 μέρες μετά το ναυάγιο του Τιτανικού, έλεγε: «Μετά από όσα έχω περάσει, θα έπρεπε να είμαι πολύ χαρούμενη που βρίσκομαι στο καινούριο μου σπίτι. Δε νομίζω ότι θα θέλω να ξαναδώ θάλασσα για λίγο καιρό. Είναι θλιβερό το ότι έχασα όλα όσα είχα και πράγματα για το οποία δούλεψα πολύ σκληρά αλλά αυτό δεν είναι τίποτα συγκριτικά με όλες τις ζωές που χάθηκαν».
Η Μαριόν Ράιτ και ο Άρθουρ Γούλκοτ παντρεύτηκαν και έζησαν στο Όρεγκον. Δεν κατάφεραν ποτέ να συγκεντρώσουν όσα χρήματα χρειάζονταν για να επιστρέψουν στην Αγγλία. Στα 53 χρόνια που έμειναν παντρεμένοι, απέκτησαν τρεις γιους, τον Τζον, τον Ρας και τον Μπομπ και οκτώ εγγόνια.
Ο Άρθουρ πέθανε το 1961 και η Μαριόν στις 4 Ιουλίου 1965, σε ηλικία 80 ετών.
in.gr Με πληροφορίες από Mirror, Encyclopedia Titanica