Γιατί η ΕΥΠ και οι άλλες υπηρεσίες ασφαλείας ερευνούν τώρα τη δράση των δύο κατασκόπων σε Κω και Νίσυρο
Το ενδεχόμενο ο 54χρονος μάγειρας Μεχμέτ στο πλοίο της γραμμής Ρόδος – Καστελόριζο και ο 35χρονος γραμματέας του τουρκικού προξενείου Ρόδου Σαμπαχατίν Μπαϊράμ να κατέγραφαν τις δραστηριότητες αλλά και τις εγκαταστάσεις των Ενόπλων Δυνάμεων στην Κω και τη Νίσυρο εξετάζουν οι αρμόδιες αρχές. Πέρα από το εύρος των στοιχείων που έχουν συλλέξει οι άνδρες των ελληνικών υπηρεσιών και τα οποία καταδεικνύουν την πολύμηνη δράση των δύο κατηγορουμένων ως κατασκόπων, το γεγονός ότι το πλοίο που εργαζόταν ο 54χρονος πραγματοποιούσε επίσης δρομολόγια και στα δύο παραπάνω νησιά έχει οδηγήσει τις έρευνες και προς αυτή την κατεύθυνση.
Σύμφωνα με πληροφορίες πέρα από την ΕΥΠ, επικουρικές έρευνες ως προς τη δράση των δύο κατασκόπων διεξάγουν και στρατιωτικοί κύκλοι, σε μία επιπλέον προσπάθεια να καταγραφεί όχι μόνο το μέγεθος των πληροφοριών που έχουν μεταφερθεί στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες (ΜΙΤ), αλλά και το εύρος των περιοχών και τοποθεσιών στις οποίες επικέντρωσαν τη δράση τους οι δύο κατάσκοποι.
Να σημειώσουμε πως στην κατοχή των δύο Ελλήνων μουσουλμάνων οι οποίοι κατασκόπευαν υπέρ των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών βρέθηκαν περισσότερες από 2.500 φωτογραφίες ελληνικών στόχων, ονόματα και αριθμοί πλοίων αλλά και στιγμιότυπα υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού κατά τον ελλιμενισμό τους στο λιμάνι της Ρόδου. Με βάση τα όσα αποκάλυψε στις ελληνικές αρχές ο 54χρονος μάγειρας, ο ίδιος στρατολογήθηκε από τον γραμματέα του τουρκικού προξενείου στη Ρόδο Σαμπαχατίν Μπαϊράμ, με την υποχρέωση να του παρέχει πληροφορίες γύρω από την κατανομή και τη δράση των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στο Σύμπλεγμα της Μεγίστης, όπως π.χ το ποτέ αλλάζει η φρουρά στο Καστελόριζο, τον αριθμό των ανδρών στο νησί, στοιχεία ταυτότητας μελών αλλά και διοικητών της ελληνικής φρουράς και άλλα.
Σύμφωνα με επιτελείς του Πενταγώνου, η δράση των δύο κατασκόπων αξιολογείται ως ιδιαίτερα σημαντική και αυτό παρά την εντύπωση που επιδιώκουν να δημιουργήσουν, ενδεχομένως αθέλητα, ορισμένοι ότι οι πληροφορίες που παρείχαν προς την τουρκική ΜΙΤ ήταν χαμηλού επιπέδου. «Η αξία που έχει η ανθρώπινη εμπλοκή στη συλλογή των πληροφοριών είναι ανεκτίμητη και δεν μπορεί να αντικατασταθεί από την όποια τεχνολογία έχει αναπτυχθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Μπορεί να θεωρεί κάποιος ότι αρκεί η δορυφορική εικόνα ή το πέταγμα ενός μη Επανδρωμένου Αεροσκάφους ή ενός drone πάνω από τον στόχο για να αντληθούν όλες οι πληροφορίες που χρειάζονται. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι. Μπορεί λόγου χάρη ένα drone να καταγράψει κατά προσέγγιση τον αριθμό των ανδρών πάνω σε ένα νησί, δεν μπορεί να καταγράψει όμως και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους. Εάν δηλαδή πρόκειται για οπλίτες που απλά υπηρετούν τη θητεία τους εκεί ή πρόκειται για άνδρες των ειδικών δυνάμεων. Επίσης δεν μπορούν να καταγράψουν πλήρως ούτε και το είδος των όπλων που μπορεί να έχουν μεταφερθεί σε κάποια τοποθεσία ή τις δυνατότητές τους. Όλα αυτά όμως γίνονται πιο εύκολα όταν υπάρχει κάποιο “ανθρώπινο μάτι” το οποίο θα δει εκ του σύνεγγυς, θα αξιολογήσει και εν συνεχεία θα μεταφέρει με κάθε ακρίβεια στους αποδέκτες του όλες τις πληροφορίες που κατέγραψε» σημειώνουν χαρακτηριστικά.