Λεφτά υπάρχουν, τουλάχιστον για την αγορά διαμερισμάτων και άλλων ακινήτων…
Με μετρητά πραγματοποιούνται οι περισσότερες αγορές ακινήτων στην Ελλάδα καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Μεσιτών Πιστοποιημένων Πραγματογνωμόνων Ελλάδας (ΕΠΠΑ), το 84,7% των αγοραπωλησιών πραγματοποιήθηκε με το σύνολο του ποσού να καταβάλλεται τοις μετρητοίς, χωρίς καμία συμμετοχή τραπεζικού φορέα.
Πρόκειται για ένα από τα λιγοστά στοιχεία της έρευνας που δεν έχει παρουσιάζει ιδιαίτερα διαφοροποίηση σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο καθώς στο 83% ήταν το ποσοστό των αγορών ακινήτων τοις μετρητοίς του προηγούμενου εξαμήνου, αποτυπώνοντας την δύσκολη κατάσταση στο τραπεζικό σύστημα και την δυστοκία στις χορηγήσεις νέων δανείων. Όπως εκτιμούν ένα μεγάλο μέρος των αγορών γίνεται από ξένους, μεταφέροντας χρήματα από το εξωτερικό, ενώ οι έλληνες αγοραστές φαίνεται ότι βγάζουν μετρητά από στρώματα και θυρίδες.
Επιπλέον σύμφωνα με την έρευνα της ΕΠΠΑ, οι τράπεζες συγκαταλέγονται μεταξύ των βασικών πωλητές. Σύμφωνα με την έρευνα το 27,8% των ακινήτων που πωλήθηκε προήλθε απευθείας από τράπεζες, ενώ το 65% των πωλήσεων αφορούσε ακίνητα που δεν είχαν βάρη μεγαλύτερα από την τιμή πώλησης.
Σε ότι αφορά τις γενικότερες τάσεις από τις πωλήσεις ακινήτων το τελευταίο εξάμηνο φαίνεται ότι τα ακίνητα που πωλούνται είναι μεγαλύτερης αξίας και επιφάνειας, μικρότερης ηλικίας ενώ οι συναλλαγές πραγματοποιούνται σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα σε σχέση με πριν από έξι μήνες. Πρόκειται για στοιχεία που πιστοποιούν την ανάκαμψης της αγοράς ακινήτων. Αναλυτικότερα σύμφωνα με την τελευταία εξαμηνιαία έρευνα της ΕΠΠΑ, η οποία καλύπτει το δεύτερο εξάμηνο του έτους, στο σύνολο της χώρας, το 63,1% των αγοραπωλησιών αφορούσε κατοικίες αξίας έως 90.000 ευρώ, ποσοστό χαμηλότερο σε σχέση με το 72,3% του προηγούμενου εξαμήνου.
Στον αντίποδα, τα σπίτια που πωλήθηκαν μεταξύ 91.000 – 180.000 ευρώ κατέλαβαν το 23,3% των συναλλαγών, έναντι 17,3% πριν από έξι μήνες. Σύμφωνα με την ανάλυση της ΕΠΠΑ, τα φθηνά σπίτια έχουν πλέον εξαντληθεί και οι τιμές ανεβαίνουν.
Άλλο ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο είναι η επιτάχυνση του ρυθμού πώλησης των διαθέσιμων ακινήτων, δηλαδή το πόσος χρόνος απαιτείται έως ότου ένα ακίνητο βρει τον επόμενο ιδιοκτήτη του. Με βάση τα σχετικά στοιχεία, τα ακίνητα που πωλήθηκαν σε λιγότερο από τρεις μήνες ανέρχονται πλέον στο 32,4% του συνόλου των αγοραπωλησιών, από μόλις 12,3% στην αμέσως προηγούμενη έρευνα.
Δημοφιλέστερα αποδεικνύονται τα διαμερίσματα επιφάνειας 76 – 95 τ.μ. που αποτέλεσαν το 25,2% των συναλλαγών, ενώ έπονται με μικρή διαφορά και μερίδιο 24,3% τα ακίνητα επιφάνειας 46 – 75 τ.μ. Τα αντίστοιχα ποσοστά κατά την έρευνα του πρώτου εξαμήνου του 2018 είχαν διαμορφωθεί σε 20,5% και 28,8% αντίστοιχα. Παράλληλα, το 19,4% των συναλλαγών αφορούσε προφανώς μεγαλύτερα ακίνητα, επιφάνειας από 96-125 τ.μ., από 17,4% στην προηγούμενη έρευνα.
Σταδιακά, διαφοροποιείται και το προφίλ των αγοραστών, καθώς η έρευνα καταγράφει αύξηση του ποσοστού των αγορών που γίνονται για τη στέγαση της οικογένειας, σε 51,5% από 47,4% στην προηγούμενη μελέτη. Στον αντίποδα, περιορίστηκε το ποσοστό όσων απέκτησαν ακίνητο κατά το δεύτερο εξάμηνο, με στόχο την εκμετάλλευση, καθώς δεν ξεπέρασε το 21,4%, έναντι 30% της προηγούμενης έρευνας.
πηγή economistas