Οικογένειες με σοβαρότατα προβλήματα, που χρειάζονται στήριξη, είναι οι γονείς των παιδιών που παραμελούνται
Ιστορίες ταλαιπωρημένων ανθρώπων που χρήζουν ψυχολογικής και όχι μόνο στήριξης κρύβονται πίσω από τα περιστατικά παραμέλησης ανηλίκων.
Η κοινωνική υπηρεσία του Γενικού Νοσοκομείου Βόλου, που έχει διαχειριστεί την τελευταία δεκαετία δεκάδες καταγγελίες, γίνεται μάρτυρας απίστευτων καταστάσεων. Ωστόσο, παρά τις συνθήκες ένδειας και εξαθλίωσης, ποτέ καμία οικογένεια δεν θέλει να αποχωριστεί τα παιδιά της και να μείνει με άδεια αγκαλιά.
Με αφορμή τη φιλοξενία 4χρονου παιδιού στην «Κιβωτό του Κόσμου» η προϊσταμένη της Κοινωνικής Υπηρεσίας Βόλου Ρούλα Τζανέτου μιλά στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ. Η διαχείριση τέτοιων καταγγελιών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Οι εργαζόμενοι της Υπηρεσίας βιώνουν στο πετσί τους τα προβλήματα, τις αγωνίες, τους φόβους και την ανασφάλεια αυτών των ανθρώπων οι οποίοι χρειάζονται υποστήριξη με κάθε τρόπο.
«Η επιστημονική εμπειρία από την κοινωνική έρευνα δείχνει ότι οι οικογένειες που κρίνονται ακατάλληλες για την ανατροφή παιδιών και τους αφαιρείται η επιμέλεια είναι χαμηλού νοητικού επιπέδου, ενώ πολλές φορές αντιμετωπίζουν και άλλα προβλήματα, υγείας και ψυχικά και σωματικά», αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Τζανέτου.
Η Κοινωνική Υπηρεσία του Αχιλλοπούλειου Νοσοκομείου Βόλου μόνο το 2018 ασχολήθηκε με έξι περιστατικά παραμέλησης, ενώ το 2017 με τρία περιστατικά. Ζητούμενο όλων των ερευνών είναι να προχωρήσει η οικογένεια και να πάει μπροστά. Η κ. Τζανέτου δεν θα ξεχάσει ποτέ που πριν χρόνια είδε το πρώτο παιδί μίας μονογονεϊκής οικογένειας με εφτά παιδιά που δεν είχε μόνιμη στέγη, να επιστρέφει στο σπίτι του από δομή ως ενεργός πολίτης, να εργάζεται ως επαγγελματίας και να στηρίζει τη μανούλα του που μέχρι πρότινος κατοικούσε με τα παιδιά της σε εγκαταλειμμένο σπίτι στον Βόλο.
Αρνούνται να αφήσουν τα παιδιά τους
Κοινός παρονομαστής σε όλες τις υποθέσεις είναι πάντοτε το απερίγραπτο ψυχικό κόστος που προκαλεί η διάσπαση μίας οικογένειας. Σε αρκετές περιπτώσεις οι εργαζόμενοι έρχονται αντιμέτωποι με αντιδράσεις.
«Οι οικογένειες μένουν ξαφνικά με άδειες αγκαλιές, είτε είναι μονογονεϊκές οικογένειες, είτε όχι, οπότε οι κοινωνικοί λειτουργοί πρέπει να στηρίξουν τις οικογένειες όσο μπορούν, να καταστήσουν κατανοητό ότι όλα γίνονται για το καλό των παιδιών τους για μην καταλήξουν άσχημα» εξηγεί η ίδια. Η συμπαράσταση στις οικογένειες αυτές είναι πραγματικά μία πολύ σοβαρή υπόθεση.
«Οι γονείς θα πρέπει να στηριχθούν ψυχολογικά από ομάδα ψυχολόγου, ψυχιάτρου και κοινωνικού λειτουργού μετά την απομάκρυνση των παιδιών. Και πρέπει να τους πείσουμε να θέλουν» επισημαίνει η κ. Τζανέτου. Αραγε η ευαισθητοποίηση της Πολιτείας πριν φτάσουν οι οικογένειες στο σημείο αυτό πού είναι; Η Κοινωνική Υπηρεσία του Γενικού Νοσοκομείου Βόλου επεμβαίνει πάντοτε μετά από εντολή εισαγγελέα και διενεργεί κοινωνική έρευνα.
Η απομάκρυνση ανήλικων από τις οικογένειές τους πραγματοποιείται εφόσον τεκμηριωθεί η ακαταλληλότητα του οικογενειακού περιβάλλοντος και η Εισαγγελία Βόλου δώσει εντολή για τη φιλοξενία των παιδιών σε δομές προστασίας. Απερίγραπτη ψυχική οδύνη Στην πολύχρονη ενασχόλησή της με καταγγελίες για παραμελημένα παιδιά η Κοινωνική Υπηρεσία του Γενικού Νοσοκομείου Βόλου έχει χειριστεί απερίγραπτες καταστάσεις. Στο παρελθόν υπήρξε στον Βόλο οικογένεια από την οποία χρειάστηκε να αφαιρεθούν εφτά παιδιά.
«Υπήρχαν και οι δύο γονείς, αλλά συνάμα υπήρχαν φοβερά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, αλλά και προβλήματα υγείας», εξηγεί η προϊσταμένη της Κοινωνικής Υπηρεσίας του Γενικού Νοσοκομείου Βόλου. Η οικογένεια κρίθηκε πράγματι ανίκανη να κρατήσει τα παιδιά της. Τα ανήλικα δεν τρέφονταν σωστά, δεν πήγαιναν στο σχολείο, απουσίαζαν επί ώρες από το σπίτι εμφανίζοντας ακόμη και παραβατική συμπεριφορά. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες προχώρησαν σε καταγγελίες.
Σε άλλη περίπτωση η κοινωνική έρευνα αφορούσε σε μία νεαρή μητέρα ψυχικά ασθενή. Ήταν μόνη της και δεν είχε ούτε συγγενείς, ενώ δεν υπήρχε ούτε και πατέρας του παιδιού. Η γυναίκα μεγάλωνε μόνη σε ένα σπίτι – τρώγλη το ένα της παιδί χωρίς να έχει καμία απολύτως πηγή εισοδήματος. Το παιδί διαπιστώθηκε ότι έπρεπε να απομακρυνθεί από τη μητέρα του και υπήρξε παρέμβαση.
Όμως μετά από δύο χρόνια η Κοινωνική Υπηρεσία ασχολήθηκε εκ νέου με την νεαρή μητέρα, καθώς εκείνη είχε φέρει στον κόσμο ακόμη ένα παιδί, ενώ δεν είχε υπάρξει κάποια βελτίωση στη ζωή της. Μία από τις πιο τραγικές ιστορίες που χειρίστηκε η Κοινωνική Υπηρεσία ήταν μία πολύτεκνη οικογένεια χωρίς μόνιμη στέγη. «Έπρεπε να ψάξουμε να βρούμε που ζει η οικογένεια μετά από καταγγελίες καθώς τα παιδιά ότι είχαν παραβατική συμπεριφορά.
Η οικογένεια που σημειωτέον είχε εφτά παιδιά, διαπιστώθηκε τελικά ότι ζούσε σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι στον Βόλο», επισημαίνει η ίδια. Το έργο του Νοσοκομείου Κατόπιν καταγγελίας ευαισθητοποιημένων πολιτών στον Εισαγγελέα ή στο Χαμόγελο του παιδιού ή σε κοινωνική υπηρεσία και με εντολή εισαγγελέα τα παιδιά βρίσκουν πάντοτε πρώτη αγκαλιά στο Νοσοκομείο Βόλου.
Το Αχιλλοπούλειο αν και δεν έχει αυτό το ρόλο ωστόσο φιλοξενεί τα παιδιά και προσπαθεί να βρει κατάλληλη δομή παιδικής προστασίας. Η έρευνα τέτοιας δομής αποτελεί μία χρονοβόρα διαδικασία. Η κ. Τζανέτου λέει ότι μπορεί υπάρχει απίστευτη γραφειοκρατία αλλά και πολλή εργασία για την εκτίμηση του περιστατικού. Στόχος η προστασία των παιδιών Κανείς δεν θέλει οι οικογένειες να αποχωρίζονται από τα παιδιά τους.
Όλες όμως οι ενέργειες γίνονται για το συμφέρον και την προστασία των παιδιών αλλά τελικά και των οικογενειών τους.
«Οι οικογένειες πρέπει να στηριχθούν ψυχολογικά και να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους. Να μην επαναλαμβάνουν εγκληματικά λάθη», λέει η κ. Τζανέτου.
Οι γονείς μπορούν να επισκέπτονται τα παιδιά στο Ίδρυμα. Μπορούν να επανενωθούν μετά την ενηλικίωση των ανήλικων σε περίπτωση που δεν τους έχει αφαιρεθεί η γονική μέριμνα. Και σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν γονείς που μετά από ένα χρονικό διάστημα εφόσον διορθωθούν οι συνθήκες διαβίωσης και τα προβλήματά τους, παίρνουν πίσω τα παιδιά τους με παρέμβαση της Εισαγγελίας Βόλου
. Μέχρι τότε οι κοινωνικοί φορείς θα πρέπει να συμπαραστέκονται στις οικογένειες. Οι πολίτες να μη φοβούνται να καταγγείλουν περιστατικά παραμέλησης ή κακής διαβίωσης παιδιών. Να τα αναφέρουν στις αρμόδιες υπηρεσίες, την Εισαγγελία Βόλου, την Αστυνομία ή τις κοινωνικές υπηρεσίες.
Τα παιδιά προσαρμόζονται εύκολα στη νέα τους πραγματικότητα και αποκτούν τα εχέγγυα για να διεκδικήσουν ένα καλύτερο αύριο, μία αξιοπρεπή ζωή με ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες.Οι οικογένειές τους μπορούν παράλληλα να βοηθηθούν και να βελτιώσουν τις συνθήκες της ζωής του «Σαν να ΄χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια
«Σαν να χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου»…
Εγινε ο φύλακας – άγγελος για τον μικρούλη μέχρι να βρεθεί στην ασφαλή αγκαλιά της «Κιβωτού του Κόσμου» και ξεκινά κοινωνική εργασία με την ίδια την οικογένεια.
«Σαν να χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου»… Τα λόγια του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη δανείζεται η κοινωνική λειτουργός Κωνσταντίνα Στέκα που έγινε ο φύλακας – άγγελος για το 4χρονο αγοράκι το οποίο με εντολή εισαγγελέα απομακρύνθηκε από το ακατάλληλο οικογενειακό περιβάλλον και το μισογκρεμισμένο σπίτι όπου μεγάλωνε και πλέον βρίσκεται στην «αγκαλιά» της «Κιβωτού του Κόσμου» στα Ιωάννινα.
Συγκλονισμένη ακόμη από τις εικόνες που αντίκρισε μπαίνοντας μέσα στο σπίτι – ερείπιο, αλλά και από τα γεγονότα του τελευταίου δεκαημέρου και μέχρι το 4χρονο παιδάκι να βρεθεί σε ασφαλές περιβάλλον, η κ. Στέκα αναφέρει: «Δεν πίστευα ότι υπάρχουν άνθρωποι που ζουν έτσι. Δεν είναι δυνατό να μεγαλώνουν παιδιά κάτω από τέτοιες συνθήκες. Χωρίς τα βασικά, ένα ασφαλές σπίτι, ένα κρεβατάκι για να κοιμούνται. Δεν μπορεί να ζουν άνθρωποι έτσι, επειδή έτυχε να αρρωστήσουν».
Στα τέλη Νοεμβρίου η κοινωνική λειτουργός στην περιοχή του Μουρεσίου δεχόταν εισαγγελική εντολή προκειμένου να μεταβεί στη Ζαγορά και να κάνει κοινωνική έρευνα μετά από καταγγελία που έγινε στο «Χαμόγελο του Παιδιού» ότι ένα μικρό παιδί βρίσκεται σε κίνδυνο. Οι εικόνες που αντίκρισε όταν άνοιξε η πόρτα του σπιτιού της πενταμελούς οικογένειας ήταν συγκλονιστικές.
Ενα σπίτι μισογκρεμισμένο, χωρίς ταβάνια στο μεγαλύτερο μέρος του, κουφώματα και πόρτες φαγωμένες από τον χρόνο και την εγκατάλειψη, πάτωμα σκεπασμένο με χώμα. Μοναδικό προστατευμένο μέρος ένα δωματιάκι 3Χ3 με ένα μονό κρεβάτι για τους γονείς και μία παλιά πολυθρόνα που ήταν το κρεβατάκι του 4χρονου. Το σπίτι δεν διαθέτει καν τουαλέτα ή μπάνιο
. Η κατάσταση του σπιτιού δεν ήταν ο μόνος κίνδυνος για το 4χρονο αγοράκι, στη συμπεριφορά του οποίου «καθρεφτιζόταν» το μη υγιές οικογενειακό περιβάλλον. Το παιδάκι δεν μιλούσε, ενώ εκδήλωνε επιθετική συμπεριφορά χτυπώντας, κλωτσώντας και δαγκώνοντας.
Οι δύο συνεδρίες των δύο ωρών που έκανε με την οικογένεια έδωσαν πολύτιμες απαντήσεις στην κοινωνική λειτουργό, που άμεσα φρόντισε να έρθει σε επαφή και με άλλους φορείς και να πάρει συνεντεύξεις για την οικογένεια και πώς έφθασε στο σημείο να ζει κάτω από άθλιες συνθήκες αν και μέλη της λαμβάνουν αναπηρική σύνταξη και τα προβλεπόμενα από τον Νόμο επιδόματα.
Επί δέκα ημέρες η Κωνσταντίνα Στέκα έγινε η φύλακας – άγγελος του παιδιού.
Ηταν εκείνη που συνοδεία Αστυνομίας το μετέφερε στην Παιδιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Βόλου, που ξενύχτησε πάνω από το προσκεφάλι του όλες τις ημέρες μέχρι να βγουν οι εξετάσεις και που το μετέφερε και πάλι με εντολή εισαγγελέα και όχημα που διέθεσε το «Χαμόγελο του Παιδιού», στα Ιωάννινα, στην «Κιβωτό του Κόσμου»
Επαγγελματίας, αλλά πάνω απ’ όλα άνθρωπος, η κ. Στέκα εξηγεί πόσο δύσκολη είναι η «αποκοπή» ενός παιδιού από την οικογένειά του: «Τα συναισθήματα είναι ανάμικτα.
Ναι μεν η απομάκρυνση του παιδιού κρίθηκε αναγκαία για να μπορέσει να μεγαλώσει σε ένα ασφαλές και υγιές περιβάλλον, δεν παύει όμως να πρόκειται για ένα παιδί που απομακρύνθηκε από τη μητέρα του
Μακάρι να μην παρίστατο ποτέ ανάγκη να φύγει ένα παιδάκι από την αγκαλιά της μάνας του». Όπως εξηγεί η ίδια η πρώτη μέριμνα ήταν το 4χρονο. Δεν μπορεί όμως να παραβλέψει και τον 26χρονο θείο του μικρούλη.
«Στο πρόσωπό του είδα το πρόσωπο των δικών μου αγοριών», αναφέρει η κ. Στέκα, ο κοινωνικός ρόλος της οποίας δεν σταματά στη μέριμνα που υπήρξε για το μικρό αγόρι. Εχει έρθει ήδη σε επαφή μαζί του και του έχει μιλήσει για τις δομές στις οποίες μπορεί να φιλοξενηθεί για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της υγείας του.
Παράλληλα με τον 26χρονο, θα γίνει κοινωνική εργασία και με την οικογένεια. Θα πρέπει να διαπιστωθεί πώς είναι οι γονείς, πώς βιώνουν τη νέα πραγματικότητα χωρίς το μικρό παιδί, να τους δοθεί να καταλάβουν γιατί έγιναν όλα αυτά.
«Πρόκειται για μια πολύ δύσκολη διαδικασία. Κανένας γονιός δεν θέλει να του πάρουν το παιδί του. Χρειάζονται άλλωστε και οι ίδιοι βοήθεια. Ο Δήμος έχει κάνει ό,τι προβλέπεται. Το ζήτημα είναι να θέλουν και οι ίδιοι να βοηθηθούν και να ζήσουν καλύτερα. Πίσω από υποθέσεις παραμέλησης ανηλίκων κρύβονται άλλες πονεμένες ανθρώπινες ιστορίες», περιγράφει η κ. Στέκα τονίζοντας την ανάγκη να «δουλέψει» με όλη την οικογένεια για να μπορέσουν να ζήσουν σε ανθρωπινότερες συνθήκες.
ΕΛΕΝΗ ΧΑΝΟΥ