Με τη μέθοδο της σιωπηλής στάσης πληρωμών, η κυβέρνηση παρουσιάζει εξαιρετικές δημοσιονομικές επιδόσεις για να στηρίξει το αφήγημα περί αντιμέτρων. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης φαίνεται, δε, να οραματίζεται πρωτογενή πλεονάσματα κοντά στο 5% του ΑΕΠ για το 2019, όπως σημειώνουν Τα Νέα.
Τα στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομικών δείχνουν ότι το πρώτο δίμηνο του έτους ο προϋπολογισμός εμφάνισε πρωτογενές πλεόνασμα 2,123 δισ. ευρώ. Σε πρώτη ανάγνωση πρόκειται για επίδοση αναμφίβολα θετική, ιδίως αν συνεκτιμηθεί ότι σε ετήσια βάση ο προϋπολογισμός προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,793 δισ. ευρώ.
Σε δεύτερη ανάγνωση, όμως, παρατηρεί κανείς ότι αφενός το φετινό πλεόνασμα του διμήνου είναι 25% χαμηλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό, αφετέρου τα συστατικά που το έθρεψαν είτε έχουν συγκυριακό χαρακτήρα είτε οφείλονται στην κλασική πρακτική τού «δεν πληρώνω» που εφαρμόζει το ελληνικό Δημόσιο.
Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει ότι κατά το ήμισυ το πρωτογενές πλεόνασμα τράφηκε από τη στάση πληρωμών που έχει κηρύξει το ελληνικό Δημόσιο και αποτυπώνεται σε υστέρηση δημοσίων δαπανών κατά 1 δισ. ευρώ το πρώτο δίμηνο σε σχέση με τους στόχους.
Τα ληξιπρόθεσμα του Δημοσίου προς τους ιδιώτες είχαν αυξηθεί κατά 300 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο, καθώς τα λεφτά από την προηγούμενη δόση τελείωσαν και κόντρα στις κυβερνητικές προσδοκίες ότι θα έρχονταν 1,8 δισ. ευρώ από τα δανεικά ανεξάρτητα από το κλείσιμο της αξιολόγησης, φρέσκο χρήμα στην οικονομία δεν μπήκε. Το Δημόσιο μοιραία κλείνει τις στρόφιγγες.
Χθες άλλωστε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ το ξέκοψε εκ νέου: «Η ολοκληρωμένη αξιολόγηση είναι προϋπόθεση για την εκταμίευση περαιτέρω δόσης από τους πόρους του προγράμματος» αναφέρεται στην ατζέντα του Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας, αλλά η ολοκλήρωση της αξιολόγησης δεν φαίνεται άμεσα στον ορίζοντα.
Παράλληλα, τα φορολογικά έσοδα τα οποία συνέδραμαν και με το παραπάνω στο περυσινό πλεόνασμα, σε καθεστώς απόλυτης υπερφορολόγησης, φαίνεται να έχουν αγγίξει τα όριά τους. Το ίδιο και η κοινωνία.
Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι τα καθαρά έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού ήταν περισσότερα κατά 409 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο. Μόνο που η υπέρβαση οφείλεται κατά 334 εκατ. ευρώ στο αυξημένο μέρισμα που απέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος στο ελληνικό Δημόσιο τον Φεβρουάριο.
Για το σύνολο του έτους το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2% του ΑΕΠ, αφήνοντας πίσω τον στόχο του Μνημονίου για 1,75%. Για τα επόμενα χρόνια, δε, προβλέπεται… απογείωση της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg το οποίο επικαλείται δύο αξιωματούχους, το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει στο σχέδιο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος της περιόδου 2018-2021 πρωτογενές πλεόνασμα 3,8% του ΑΕΠ το 2018, το οποίο θα εκτιναχθεί κοντά στο 5% του ΑΕΠ το 2019, εφόσον εφαρμοστούν τα πρόσθετα μέτρα που ζητούν οι δανειστές.
Ακόμα και χωρίς μέτρα, το οικονομικό επιτελείο προβλέπει μια πραγματική απογείωση της ελληνικής οικονομίας με πρωτογενές πλεόνασμα κοντά στο 4,5% το 2020 και άνω του 5% του ΑΕΠ το 2021.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτές τις προβλέψεις δεν τις έχουν αποδεχθεί οι δανειστές, ενώ μάλιστα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν βλέπει πιθανό πρωτογενές πλεόνασμα ούτε καν στο ύψος του 3,5% του ΑΕΠ για καμία χρονιά μετά το 2018.
Στα νούμερα, δανειστές και κυβέρνηση έχουν συμφωνήσει μόνο για το 2018, προκειμένου να κλείσει το δημοσιονομικό κενό με κάποιες έξτρα παρεμβάσεις σε περικοπές κοινωνικών επιδομάτων για να επιτευχθεί ο στόχος για 3,5%. Από κει και πέρα, η κουβέντα περιπλέκεται.