Η ληστεία των 500.000 ευρώ από το σπίτι του – Τι είπε για την πλαστική ζυγαριά και τα πανάκριβα ρολόγια που βρέθηκαν στο σπίτι του – Ισχυρίστηκε ότι αφιερώνει «τέσσερις ώρες την ημέρα και όχι καθημερινά» διευθύνοντας την εταιρεία του.
Μπορεί ο Αλέξανδρος Αγγλούπας να πήρε το δρόμο για τις φυλακές, προφυλακισμένος για το κύκλωμα των Ρομά όμως στην κατάθεση που έδωσε στον εισαγγελέα φωτίζει πολλά σκοτεινά σημεία της υπόθεσης. Στο απολογητικό του υπόμνημα που αποκαλύπτει το protothema.gr, αλλά και στις ερωτήσεις του ανακριτή που κρίθηκε να απαντήσει, υποστηρίζει ότι πράγματι γνώριζε δύο από τα μέλη της τσιγγάνικης μαφίας, όμως τα ρολόγια που αγόραζε από αυτούς όπως λέει δεν τα πουλούσε αλλά προσπαθούσε να φτιάξει εκ νέου τη συλλογή που του άρπαξε μια συμμορία Γεωργιανών που στις 20 Φεβρουαρίου 2014 εισέβαλε στο σπίτι της μητέρας του στα νότια προάστια.
Επίσης, προτείνει στον εισαγγελέα και τον ανακριτή να μην τον προφυλακίσουν και να επιβάλλουν το μέτρο των περιοριστικών όρων με τη χρήση ηλεκτρονικού βραχιολιού, κάτι το οποίο δεν έγινε δεκτό.
Ξεκινώντας την απολογία του το μεσημέρι της Τρίτης ο Αλέξανδρος Αγγλούπας αναφέρει: «Είμαι επιχειρηματίας και δραστηριοποιούμαι στο χώρο των εισαγωγών επώνυμων ρούχων, υποδημάτων και αξεσουάρ. Μέσα από την εμπορία των αξεσουάρ επώνυμων οίκων απέκτησα μια εξοικείωση με τα κοσμήματα και τα ρολόγια και ξεκίνησα προ ετών μια προσωπική συλλογή ρολογιών. Τη συλλογή μου τη φυλούσα στην οικία της μητέρας μου θεωρώντας ότι υπήρχε μεγαλύτερη ασφάλεια αφού η ίδια δεν απομακρυνόταν συχνά από αυτή. Πριν ενάμισι χρόνο η μητέρα μου έπεσε θύμα ληστείας μέσα στο σπίτι της κατά τη διάρκεια της οποία όχι μόνο βασανίστηκε και με ιδιαίτερα απεχθή τρόπο αλλά επιπλέον αφαιρέθηκαν χρήματα, τιμαλφή και η προσωπική μου συλλογή ρολογιών. Έκτοτε, προσπαθούσα να ξεκινήσω εκ νέου τη συλλογή μου και για το λόγο αυτό ερχόμουν σε επαφή με διαφόρους πωλητές μεταχειρισμένων κυρίως ρολογιών. Προ τριμήνου γνώρισα σε γυμναστήριο της Γλυφάδας τον Μιχαήλ Πάντζο (σ.σ γνωστό με το προσωνύμιο Παρταούλας) στον οποίο και εξέφρασα την αδυναμία μου για τη συλλογή ρολογιών. Ο τελευταίος προθυμοποιήθηκε να με ενημερώνει σε περίπτωση που υποπέσει στην αντίληψη του η πώληση κάποιου ρολογιού που θα με ενδιέφερε να ενσωματώσω στη συλλογή μου. Μάλιστα, καθ υπόδειξη του ιδίου σε επαγγελματικό μου ταξίδι στη Θεσσαλονίκη γνώρισα τον Χρυσοβαλάντη Μπακούσογλου (σ.σ με το ψευδώνυμο Παχύς – Βενιζέλος) σε κατάστημα καφέ – εστιατόριο που ο ίδιος διατηρεί αφού όπως με ενημέρωσε ο Πάντζιος ασχολείται με την αγορά και πώληση μεταχειρισμένων ρολογιών. Απο το σύνολο λοιπόν των συγκατηγορουμένων μου γνωρίζω μόνο τους δύο με τους και συνομιλούσα το τελευταίο τρίμηνο» ξεκινάει την απολογία του ο Αλέξανδρος Αγγλούπας θέλοντας με αυτό τον τρόπο να δώσει το στίγμα της σχέσης που είχε αναπτύξει με τον υπαρχηγό και ένα ακόμη μέλος της τσιγγάνικης μαφίας.
Για αυτά που κατασχέθηκαν μέσα στο σπίτι του αναφέρει τα εξής: «Σε ό,τι αφορά στα κατασχεθέντα αφορούν στην πλειονότητα τους κοσμήματα όχι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας που ανήκουν στη μνηστή μου και σύνοικο μου και τρία ρολόγια τα οποία τα δύο ήταν αγορασμένα με τα σχετικά πιστοποιητικά τους και το τρίτο ήταν μια απλή απομίμηση Rolex. Το δε ποσό των 80.300 ευρώ που κατασχέθηκε είναι μέρος των χρημάτων που έλαβα σε μετρητά από πώληση διαμερισμάτων το οποίο και φύλαγα στο σπίτι μου λόγω της τραπεζικής ανασφάλειας που πλήττει τη χώρα μας από τις αρχές του 2011».
Το διαμάντι, το μονόπετρο και η συλλογή του εφοπλιστή
Μετά το απολογητικό του υπόμνημα, ο Αλέξανδρος Αγγλούπας κλήθηκε να δώσει διευκρινιστικές απαντήσεις στην ανακριτρια. Οι ερωτήσεις πολλές… Η ανακρίτρια έχοντας μπροστά του τις απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες και το διαβιβαστικό ξεκίνησε να τον ρωτά για ένα μεγάλο διαμάντι που αναφέρεται σε συνομιλία με τον υπαρχηγό της οργάνωσης. «Μου είχε φέρει ο Μπακούσογλου να αγοράσω ένα διαμάντι. Μου είπε ότι ήταν από το γάμο του. Ενδεχομένως δώρο της πεθεράς του χωρίς να είμαι σίγουρος» εξηγεί ο Αλέξανδρος Αγγλούπας και προσθέτει: “Μου είχε αφήσει την πέτρα για να την ελέγξω”. Του είπα τα χαρακτηριστικά για να διαπραγματευτούμε. Το 1.20 είναι το βάρος των καρατιών».
Στην ερώτηση τι σημαίνει 3380 και 734 ο Αγγλούπας απαντά πως «είναι χρηματικό ποσό και αφορά το πρώτο την αγορά του διαμαντιού μείον το 45% και δεύτερον την αγορά του δακτυλιδιού. Είναι επίσης ένα χρέος 200 ευρώ από προηγούμενη αγοραπωλησία. Στις 17η Σεπτεμβρίου το βράδυ κάναμε την αγοραπωλησία. Εκείνοι χρειάζονταν χρήματα. Η συνομιλία με το δακτυλίδι αφορά στο μονόπετρο. Μου είχαν δώσει το μονόπετρο μαζί με τα υπόλοιπα και ξέχασα να δώσω τιμή για αυτό. Είχα ενθουσιαστεί με το συγκεκριμένο δακτυλίδι».
«Τι κάνατε τελικά το διαμάντι;» αναρωτιέται η ανακρίτρια για να πάρει την εξής απάντηση: «Το διαμάντι το πούλησα στον φίλο μου (σ.σ αναφέρει το όνομα του) ο οποίος το έδωσε στον συνέταιρο του».
Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος Αγγλούπας ερωτάται για την συνομιλία που κατεγράφη την επόμενη ημέρα υποστηρίζοντας ότι είπε στον Μπακούσογλου να δει ένα σπίτι που πωλείται στον Νέο Κόσμο. «Επειδή μου το ζήτησε να του δείξω κανένα “σκοτωμένο” σπίτι να αγοράσει καθώς πηγαινοερχόταν συνέχεια Αθήνα και έδινε λεφτά σε ξενοδοχεία».
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ερώτηση της ανακρίτριας για μια πανάκριβη συλλογή ρολογιών Panerai αξίας 1.500.000 ευρώ που έχει καταγραφεί στις συνομιλίες. Ο Αγγλούπας απαντά πως «είναι μια συλλογή από ρολόγια του εφοπλιστή (σ.σ αναφέρει το όνομα του) ο οποίος ήθελε να τα πουλήσει 600.000 ευρώ ενώ τα είχε αγοράσει 1.500.000 ευρώ. Τα είχε αγορασμένα από τον Κώστα τον Καίσαρη, τα πουλάει γιατί είχε πρόβλημα με την επιχείρηση του. Εμείς μια διαμεσολάβηση κάναμε».
O δικηγόρος ενός εκ των συλληφθέντων, ο οποίος αφέθη ελεύθερος, κ. Σάκης Κεχαγιόγλου
Οι μισοί αφέθησαν ελεύθεροι
Την ώρα που ο Αλέξανδρος Αγγλούπας άκουγε την απόφαση του δικαστηρίου για την προφυλάκισή του, πολλοί εκ των συλληφθέντων της συμμορίας των Ρομά, αφήνονταν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους. Ο Σάκης Κεχαγιόγλου, συνήγορος ενός εκ των συλληφθέντων ο οποίος μετά την απολογία του αφέθη ελεύθερος, μιλώντας στο protothema.gr τονίζει πως «η κρίση της Δικαιοσύνης περί μη προφυλάκισης του εντολέως μου αλλά επιβολής περιοριστικών όρων, συνάδει με το υλικό της δικογραφίας και αποδεικνύει στην πράξη ότι κρίθηκε με νηφαλιότητα και αμεροληψία. Το βαρύτατο κατηγορητήριο που απαγγέλθηκε σε βάρος του τη στιγμή που δεν συνοδευόταν από ισχυρές ενδείξεις ή ακλόνητες αποδείξεις περί ενοχής του, δεν αρκούσε από μόνο του ώστε να του στερήσει την ελευθερία του».
Πηγή: protothema.gr