Το πρόγραμμα της κουνουποκτονίας συνεχίζεται αλλά την ίδια ώρα έντονα είναι τα παράπονα στη Λαμία για την όχληση των κουνουπιών ιδιαίτερα τις απογευματινές ώρες. Η όχληση φέτος είναι πολύ μικρότερη με την αντίστοιχη την ίδια χρονική περίοδο πέρυσι δηλώνει ο υπεύθυνος κουνουποκτονίας Πάνος Περγαντάς.
Συνέστησε προσοχή στις εστίες που υπάρχουν σε σπίτια και αυλές και ζήτησε την συνδρομή των πολιτών γιατί όπως είπε σε διαφορετική περίπτωση σε δύο εβδομάδες θα υπάρξει αυξημένη όχληση κουνουπιών από τις χθεσινές βροχοπτώσεις. Για τον ιό του δυτικού Νείλου ο οποίος εμφανίστηκε στην Λάρισα δήλωσε πως κατά παράδοση δεν θα μας απασχολήσει ως περιφέρεια Στερεάς.
“Να τονίσουμε ότι τα επίπεδα όχλησης στη φετινή χρονιά αυτή την περίοδο είναι πολύ χαμηλότερα από ό,τι τις προηγούμενες χρονιές. Είμαστε στο πικ της παραγωγικής περίοδου αναπαραγωγής των κουνουπιών. Οι θερμοκρασίες είναι υψηλές.
Τα ρίζια, ειδικά στην περιοχή της Λαμίας, για την οποία συζητάμε, είναι σε πλήρη κατάκληση. Γίνονται καθημερινά παρεμβάσεις εκεί. Είναι πολύ χαμηλότερα τα επίπεδα φέτος από ό,τι τα 3-4 προηγούμενα χρόνια. Υπάρχουν εστίες αναπαραγωγής, οι οποίες είναι χαρτογραφημένες, είναι σημεία όπως τα ρίζια που σας είπα πριν, τα κανάλια, τα οποία τα έχουμε κάθε χρόνο και γίνεται συστηματική η καταπολέμηση” δήλωσε αρχικά και συνέχισε:
“Υπάρχουν όμως και εστίες αναπαραγωγής κουνουπιών που είναι μέσα σε ιδιωτικούς χώρους που θα μπορούσαμε να πούμε μεταφορικά ότι περνάνε κάτω από το ραντάρ της καταπολέμησης με την έννοια είτε ότι δεν τις γνωρίζουμε είτε ότι δεν έχουν πρόσβαση.
Οι οποίες αυτές εστίες, εξαιτίας του ότι ήταν εξαιρετικά ξηρός ο Ιούνιος, δεν ήταν παραγωγικές. Η αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης παραμένει η ίδια. Αυτό που έχει αλλάξει είναι ότι δεν υπάρχουν εκτεταμένες εστίες, πληθώρα εστιών αναπαραγωγής κουνουπιών σε ιδιωτικούς χώρους αυτό το μαυρό-ασπρό κουνούπι, το οποίο μας ταλαιπωρούσε όλη τη μέρα.
Με αφορμή τη βροχή που έριξε χθες, έριξε 24 χιλιοστά βροχής στην περιοχή της Λαμίας. Αυτά τα 24 χιλιοστά βροχής, λοιπόν, έχουν δημιουργήσει εστίες σε δοχεία που έχουμε στην αυλή μας, στον Ακάλυπτο της πολυκατοικίας, σε παλιά λάστιχα με τα χειρισμένα ελαστικά που υπάρχουν σε αυλές.
Αυτό που πρέπει να κάνουμε όλοι ως πολίτες είναι να μην έχουμε εστίες αναπαραγωγής κουνουπιών τριγύρω από την αυλή μας, γιατί τα κουνούπια που θα αναπαραχθούν εκεί θα τσιμπήσουν πρώτα από όλους εμάς. Διαχρονικά, τα κρούσματα του ιού του Δυτικού Νειλού δεν αγγίζουν την περιφέρεια στερεάς Ελλάδας και αυτό είναι μια απόδειξη έστω και έμμεση της επιτυχίας του προγράμματος κατάπολέμησης” κατέληξε ο κ. Περγαντάς.
*** Η διάρκεια ζωής των ενηλίκων εξαρτάται από τη θερμοκρασία. Συνήθως η διάρκεια ζωής του κουνουπιού είναι 15-20 ημέρες αλλά σε υψηλή θερμοκρασία μπορεί να μην ξεπεράσει τις 11 ημέρες. Τα ενήλικα είναι συνήθως μικρού μεγέθους, με μήκος 3-6mm που σπάνια μπορεί να φτάσει τα 9mm σε ορισμένα είδη.
***Τα κουνούπια είναι γνωστό ότι υπάρχουν από την Τριαδική (ή Τριασική) περίοδο, δηλαδή περισσότερο από 200 εκ. χρόνια. Ένα πρόσφατο απολιθωμένο εύρημα κουνουπιού ηλικίας περίπου 46 εκ. χρόνων (Ηώκαινος Περίοδος) έδειξε ότι το συγκεκριμένο έντομο είχε λάβει αίμα.
***Όπως όλα τα έντομα έτσι και τα κουνούπια χρειάζονται ενέργεια για τις δραστηριότητες που επιτελούν (όπως πτήση, σύζευξη, κ.α.), την οποία λαμβάνουν από το νέκταρ των λουλουδιών, τις μελιτώδεις εκκρίσεις εντόμων (π.χ. αφίδες) και τα ώριμα φρούτα. Τα θηλυκά κουνούπια, μόνο, χρειάζονται επιπλέον και αίμα, ως πηγή πρωτεϊνών, για την παραγωγή των ωών τους.
***Ένα θηλυκό κουνούπι μπορεί να μυζήσει περίπου 5 mg ή αν προτιμάτε 0,005 γραμμάρια αίματος. Σε 90 δευτερόλεπτα θα πάρει ποσότητα αίματος ίση με 2-3 φορές το βάρος του.
***Τα κουνούπια μας εντοπίζουν αρχικά μέσω της όρασής τους (παρατηρούν την κίνηση) και στη συνέχεια με τη βοήθεια υπέρυθρης ακτινοβολίας εντοπίζεται η διαφορά θερμοκρασίας που εκπέμπεται από το σώμα μας. Επιπλέον μπορούν να εντοπίσουν διάφορα χημικά σήματα με χαρακτηριστικότερο το διοξείδιο του άνθρακα. Επίσης μπορούν να μας εντοπίσουν κατά τη διάρκεια κάποιας εργασίας μας όπου με την κίνηση των μυών μας παράγεται γαλακτικό οξύ. Είναι ενδεικτικό ότι μπορούν να μας εντοπίσουν από απόσταση 25 έως 35 μέτρων.