Στα 15 του χρόνια, o Ευρυτάνας Δημήτρης Κακός από το χωριό Πρόδρομος Πρασιάς έφτιαξε το πρώτο του βιολί με την καθοδήγηση του πατέρα του, αγάπησε την τέχνη και σπούδασε στην Κρεμόνα της Ιταλίας. Σήμερα, από το εργαστήριό του στην Αθήνα, ο 30χρονος Δημήτρης δίνει ζωή και μουσική στη μεγάλη οικογένεια των εγχόρδων οργάνων….
Σε ένα γοητευτικό ισόγειο εργαστήριο στο Γαλάτσι, ένας τριαντάχρονος μάστορας κρατάει στα ικανά του χέρια ένα νήμα που πηγαίνει πίσω τρεις αιώνες στην Κρεμόνα της βόρειας Ιταλίας. Ο Δημήτρης Κακός, ένας από τους ελάχιστους «λουτιέ» της Ελλάδας, νιώθει πως η ψυχή του Νικολό Παγκανίνι επιβιώνει ακόμα μέσα στα αμέτρητα ράφια και συρτάρια όπου στέκονται επιμελώς τακτοποιημένα τα εργαλεία της απαιτητικής ξυλογλυπτικής του.
Η φύση της δουλειάς του, η μεγάλη της πρόκληση, τον έχει κάνει ταπεινό. «Εδώ δεν χρησιμοποιούμε ηλεκτρικά εργαλεία, που προχωρούν πολύ τους ρυθμούς σου. Ολα παίρνουν χρόνο, γίνονται αργά», μας λέει. Εχοντας ξεκινήσει επαγγελματικά από το 2015, και δουλεύοντας στο εργαστήριό του από το 2019, έχει φτιάξει μέχρι στιγμής περίπου 40 όργανα (βιολί, βιόλα, βιολοντσέλο), καθένα από τα οποία απαιτεί 400 με 600 ώρες εργασίας, κάτι που όμως δεν δηλώνει με κομπασμό. «Δεν κάθομαι να μετρήσω τις ώρες που μου πήρε για να τα φτιάξω, γιατί αν το κάνω θα τρελαθώ! Περνάει πολύ γρήγορα ο χρόνος εδώ μέσα». Τα όργανά του όμως είναι ήδη στα χέρια επαγγελματιών μουσικών, Ελλήνων και ξένων, όπως των Jonian Ilias Kadesha, Κωνσταντίνου Παναγιωτίδη, Οδυσσέα Κορέλη, Διονύση Βερβιτσιώτη, Λαέρτη Κοκολάνη, Αντώνη Μανιά κ.ά.
Από τη μαθητεία δίπλα στον πατέρα του στα Αγραφα έφτασε μέχρι την Κρεμόνα, για να σπουδάσει την τέχνη του λουτιέ.
Αναζητώντας τα πρώτα του βήματα, πάμε πίσω στο χωριό Πρόδρομος των Αγράφων της δεκαετίας του ’90, όπου μεγάλωνε δίπλα στον μάστορα πατέρα του, περίφημο χτίστη στον τόπο του και εξ ανάγκης αυτοδίδακτο οργανοποιό. «Σχεδίασε το πρώτο του βιολί βασισμένος σε ένα άλλο που βρήκε από έναν παραδοσιακό βιολιστή, φτιάχνοντας το πατρόν σε χαρτόνι», μας λέει με υπερηφάνεια. «Με την καθοδήγησή του κατασκεύασα το πρώτο μου βιολί στα 15 μου», συμπληρώνει. «Μεγαλώνοντας, η αγάπη μου για αυτή τη δουλειά έγινε πιο έντονη, και έτσι αποφάσισα να πάω στην Κρεμόνα, να σπουδάσω την τέχνη αυτή και να γνωρίσω ανθρώπους του χώρου. Βέβαια, εκεί συνειδητοποίησα πως οι αληθινά καλοί μάστορες δεν ήταν καθηγητές. Ο λόγος είναι απλός: ένας κορυφαίος τεχνίτης δεν θα ξοδέψει τον χρόνο του για να διδάξει. Η δική μου μεγάλη γνωριμία, η χρυσή μου ευκαιρία, ήταν ο Ντέιβιντ Σόρα, ένας πολύ διάσημος Ιταλός λουτιέ. Αυτός ήταν ο δικός μου δάσκαλος, και ακόμα είμαστε σε επαφή».
Ο Δημήτρης Κακός δεν είναι απλώς ένας ικανός λουτιέ, αλλά και ένας δεξιοτέχνης βιολιστής, όχι μόνο στον χώρο της κλασικής, αλλά και της παραδοσιακής μουσικής. «Είτε παίζεις κλασική είτε παραδοσιακή μουσική, το βιολί είναι ένα», μας λέει εμφατικά.
Γυρνάμε τη συζήτηση πάλι στον πατέρα του –σταθερή αναφορά για τον νέο οργανοποιό– για να μιλήσουμε για το ξύλο, την πρώτη ύλη της τέχνης του. «Σε ηλικία εννέα ετών έχω ζήσει τη στιγμή που έχουμε πάει μαζί με τον πατέρα μου να κόψουμε ένα δέντρο, για να χρησιμοποιήσουμε το ξύλο του για ένα βιολί που ήθελε να φτιάξει. Βέβαια, αυτή ήταν σπάνια περίπτωση. Μπορείς να βρεις ένα δέντρο που θα βγάλει κάποια καλά ξύλα, αλλά σίγουρα η ιδανική πρώτη ύλη για τη δουλειά μας έρχεται από το εξωτερικό. Συγκεκριμένα από τις Ιταλικές ή τις Γερμανικές Αλπεις, όπου βρίσκουμε τον καλύτερο έλατο για τη δουλειά μας, καθώς εκεί η θερμοκρασία δεν ανεβαίνει τόσο έντονα το καλοκαίρι, και το ξύλο δεν ζορίζεται. Επειτα, στη Βοσνία βρίσκουμε τον ιδανικό σφένδαμο, ένα άλλο υλικό με το οποίο φτιάχνουμε τα όργανα».
Ελατος και σφένδαμος, λοιπόν, αυτά είναι τα υλικά του λουτιέ. Η πρόσβαση στην πρώτη ύλη εξηγεί και την ανάπτυξη αυτής της τέχνης στην Κρεμόνα, τη γενέτειρα του Στραντιβάρι. Το δάσος Πανεβέγκιο στους Ιταλικούς Δολομίτες, το «δάσος των βιολιών» (σήμερα, δυστυχώς, απειλείται από την κλιματική αλλαγή), είναι το μέρος που ο ίδιος ο Στραντιβάρι αναζητούσε ξυλεία για τα θαυμαστά του βιολιά. Τριακόσια χρόνια αργότερα, ο Δημήτρης Κακός πρέπει κι αυτός να ταξιδέψει έως εκεί, για να αγοράσει ο ίδιος από έμπιστους προμηθευτές την απαραίτητη πρώτη ύλη.
Μελωδικά χρώματα
Τι κάνει, όμως, ένα βιολί να έχει τον «τέλειο ήχο»; Ο Δημήτρης Κακός απαντά συνοπτικά: «Τον τέλειο ήχο, κατά την άποψή μου, συνιστά η αντίθεση του φάσματος των συχνοτήτων στην έκτασή τους, των μελωδικών χρωμάτων, καθώς και η πλούσια αρμονική στήλη που μπορεί να παραγάγει το ηχείο ενός οργάνου».
Σε λίγες μέρες, παίρνει σάρκα και οστά μια περιπαθής επιθυμία του, μια «κατασκευαστική και επαγγελματική φαντασίωση», όπως χαρακτηριστικά μας λέει: το Κουαρτέτο Εγχόρδων Αθηνών (Απόλλων Γραμματικόπουλος, Παναγιώτης Τζιώτης, Αγγέλα Γιαννάκη, Ισίδωρος Σιδέρης) θα ερμηνεύσει ένα ρεπερτόριο κλασικής μουσικής στον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός, με όργανα του ιδίου.
«Για να νιώσεις ολοκληρωμένος μάστορας, πιστεύω πρέπει να το έχεις κάνει αυτό τουλάχιστον μια φορά στη ζωή σου. Εχοντας φτιάξει τα όργανα για ένα κλασικό κουαρτέτο εγχόρδων, είναι σαν να έχεις ολοκληρώσει μια οικογένεια». Είχε αυτή την ιδέα πριν από δύο χρόνια, την επικοινώνησε στους μουσικούς, και ήταν όλοι τους ενθουσιώδεις και θετικοί. Αποφάσισε, μάλιστα, να προχωρήσει στο εγχείρημα αφιλοκερδώς και τα χρήματα που θα βγουν από τη συναυλία θα διατεθούν σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. Το πρόγραμμα που έχει επιλεχθεί περιλαμβάνει συνθέσεις για κουαρτέτο του Μπετόβεν και του Ντβόρζακ, οι οποίες είναι μουσικά προσβάσιμες σε όλα τα αυτιά. «Η ψυχή μου θα βρίσκεται μέσα στα όργανα που θα παίξουν αυτοί οι κορυφαίοι μουσικοί εκείνο το βράδυ», συμπληρώνει ο κ. Κακός.
«Αναζητώντας τον ομοιογενή ήχο», συναυλία του Κουαρτέτου Εγχόρδων Αθηνών, Δευτέρα 27 Μαΐου, 20.30, Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός».
kathimerini.gr